Στην τελευταία προεκλογική εμφάνισή του πριν από τη νίκη της 25ης Ιανουαρίου ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε στην εξέδρα της ομιλίας του μαζί με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας, τον ηγέτη των Podemos, του νέου κόμματος-έκπληξη στην Ισπανία. Οι δύο άνδρες, αγκαλιασμένοι, χαιρετούσαν το κοινό που είχε συγκεντρωθεί, ενώ από τα μεγάφωνα ακούγονταν οι διάσημοι στίχοι του Λέοναρντ Κοέν: «First we take Manhattan, then we take Berlin».
Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ, οι σκληρές διαπραγματεύσεις των τελευταίων ημερών που οδήγησαν στον επώδυνο τοκετό της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου στο Eurogroup, αλλά και ο δύσκολος δρόμος που πρέπει να διαβεί η κυβέρνηση ως τον προσεχή Ιούνιο έχουν αναμφίβολα δημιουργήσει ένα νέο σκηνικό –με αβέβαιη κατάληξη –στην Ευρώπη.
Δύο είναι τα ζητήματα που ανακύπτουν και αναζητούν απαντήσεις. Επιδρά και με ποιον τρόπο η εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ στην ευρύτερη συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) γύρω από το σημερινό οικονομικό μοντέλο και το δίπολο λιτότητα – ανάπτυξη; Και ποιες είναι οι επιπτώσεις στα παραδοσιακά σοσιαλιστικά / σοσιαλδημοκρατικά ευρωπαϊκά κόμματα από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, που μοιάζει να τα πλαγιοκοπεί;
Το Βερολίνο και ο ρόλος Παρισιού – Ρώμης
Η εκλογική επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα θεωρείται από αρκετούς αποτέλεσμα της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας που επεβλήθη από το Βερολίνο μετά το 2010. «Πολιτικά μιλώντας, ο Τσίπρας είναι «παιδί» της Μέρκελ» λέει στο «Βήμα» πηγή της Κομισιόν που δεν θέλει να κατονομαστεί. «Εκφράζει το ρεύμα εκείνο που θεωρεί ότι η πολιτική της λιτότητας έχει φθάσει στα όριά της και πρέπει να εγκαταλειφθεί προτού οδηγήσει την Ευρώπη σε μόνιμη ύφεση» προσθέτει.
Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, υπάρχουν σήμερα τρεις άνθρωποι στην Ευρώπη που θεωρούν ότι ο Τσίπρας μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμος στην προσπάθειά τους να προκαλέσουν ρωγμές στη «μερκελική πανοπλία της λιτότητας». Ο ένας είναι ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ. Ο δεύτερος είναι ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι. Και ο τρίτος δεν είναι άλλος από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Ωστόσο «είναι πάρα πολύ νωρίς να μιλήσει κάποιος για τέτοιου είδους ρωγμές. Δεν βλέπω να έχει αλλάξει το σκηνικό για την Ελλάδα, μήπως έχει χειροτερέψει κιόλας» εκτιμά μιλώντας στο «Βήμα» ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής Μελετών στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC), ο οποίος θεωρείται ένας από τους πλέον ψύχραιμους αναλυτές στις Βρυξέλλες. Οπως εξηγεί, τα γεγονότα των τελευταίων δύο-τριών εβδομάδων και η απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου έδειξαν ότι η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ δεν φέρνει κάποια αλλαγή στην πρακτική των κοινοτικών θεσμών και στις πρωτεύουσες-κλειδιά.
Σε ανάλογη γραμμή κινείται και η εκτίμηση του Μανουέλ Αρίας Μαλντονάντο, καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα στην Ισπανία. «Αναμφίβολα ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά μια πρόκληση για τη γερμανικής εμπνεύσεως λιτότητα στην Ευρώπη, αλλά το αν αυτή η πρόκληση θα είναι επιτυχημένη αποτελεί διαφορετικό ζήτημα. Και αυτό διότι δεν είναι μόνο οι Γερμανοί υπέρ της λιτότητας, ενώ ήδη το θέμα της χαλάρωσης έχει τεθεί στο τραπέζι πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ» τονίζει.
Τι επιδιώκουν Γαλλία και Ιταλία
Σύμφωνα με πηγές από την Αθήνα, το Παρίσι διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη συμφωνίας στο πρόσφατο Eurogroup. Το ερώτημα είναι ποια ακριβώς είναι η στόχευση της Γαλλίας και της Ιταλίας, οι οποίες σημειωτέον ήταν οι δύο χώρες που επισκέφθηκε ο έλληνας πρωθυπουργός στην προσπάθειά του να χτίσει γέφυρες για τη διαπραγμάτευση που έλαβε χώρα τις προηγούμενες εβδομάδες.
Σε ό,τι αφορά τον Φρανσουά Ολάντ, ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά μάλλον ένα είδος πολιορκητικού κριού. Αυτό που κατά βάση θέλει το Παρίσι –και ήδη το πέτυχε –είναι να του δοθεί περισσότερος χρόνος ώστε να μειώσει το έλλειμμα. Η Κομισιόν ήδη εισηγήθηκε η περίοδος χάριτος για το Παρίσι να φθάσει ως το 2017, ώστε να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 3%. Είναι λοιπόν υπό αυτό το πλαίσιο που πρέπει να ιδωθεί η δήλωση του γάλλου υπουργού Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, στην αυστριακή εφημερίδα «Der Standard», ότι το Παρίσι θέλει να αποτελέσει τον σύνδεσμο μεταξύ Ελλάδας και ευρωζώνης.
Δύσκολα όμως το Παρίσι θα σταθεί δίπλα στην Αθήνα εφόσον αυτή η συμπαράταξη το φέρει σε ολομέτωπη αντιπαράθεση από το Βερολίνο. Κατά τον κ. Εμμανουηλίδη, «η Μέρκελ και ο Ολάντ έχουν πλέον έρθει πολύ πιο κοντά λόγω της κοινής στάσης τους στη διαχείριση της κρίσης στην Ουκρανία, αλλά και εξαιτίας της ισλαμικής τρομοκρατίας μετά την επίθεση στο περιοδικό «Charlie Hebdo». Για τον γάλλο πρόεδρο, αυτή είναι μια εξέλιξη την οποία δεν θέλει να θυσιάσει».
Οσον αφορά δε τον Ματέο Ρέντσι, «ο ιταλός πρωθυπουργός είναι πολύ προσεκτικός σε σχέση με το ελληνικό πρόβλημα, αναγνωρίζει τις πραγματικότητες στην ευρωζώνη και αποφεύγει να ταυτιστεί με τον Τσίπρα» προσθέτει ο Αλεσάντρο Λέιπολντ, ο βασικός οικονομικός αναλυτής του Lisbon Council, μιας εκ των πλέον αξιόπιστων δεξαμενών σκέψης στις Βρυξέλλες. Και συμπληρώνει: «Την ίδια στάση τηρούν και άλλες κυβερνήσεις που ασκούν κριτική στη λιτότητα. Υπάρχει ο φόβος ότι οποιαδήποτε ένδειξη πως συμμαχούν μαζί του θα μοιάζει με «φιλί του θανάτου»».
Τι θέλει η «γριά αλεπού»
Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ είναι η «γριά αλεπού» των κοινοτικών διαδρόμων. Και η εκλογή του Αλέξη Τσίπρα αποτελεί για αυτόν μια πολύ καλή ευκαιρία ώστε να αντικρούσει την Ανγκελα Μέρκελ στο μέτωπο «λιτότητα – ανάπτυξη».
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο πρόεδρος της Κομισιόν διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στην προσπάθεια να επιτευχθεί μια λύση ευνοϊκή για την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις των προηγούμενων εβδομάδων. Συνεργάτης του σε αυτό ήταν ο επίτροπος με αρμοδιότητα τις οικονομικές υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος προέρχεται από τους Σοσιαλιστές και διατηρεί στενότατες σχέσεις με τον Φρανσουά Ολάντ.
Η απόπειρα του διδύμου Γιούνκερ – Μοσκοβισί να λειτουργήσει ως γέφυρα εξόργισε το Βερολίνο, σημειώνουν άριστα ενημερωμένες κοινοτικές πηγές. Κατά μία έννοια, ο ρόλος που διεκδίκησε για τον εαυτό του ο Γιούνκερ ξύπνησε στη γερμανική πρωτεύουσα τα αντανακλαστικά εναντίον της επιλογής του για την προεδρία της Κομισιόν που είχαν αρχικά οδηγήσει την καγκελάριο Μέρκελ να μην επιθυμεί την τοποθέτησή του εκεί. Αλλωστε ο γερμανός επίτροπος Γκίντερ Ετινγκερ είναι «τα μάτια και τα αφτιά» του Βερολίνου μέσα στο Κολέγιο των Επιτρόπων ώστε να ενημερώνει ταχέως τη γερμανική κυβέρνηση για τα τεκταινόμενα.
Δύο είναι τα σημεία στα οποία ο Γιούνκερ θέλει να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία των γερμανικών θέσεων και εκτιμά ότι ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να είναι χρήσιμος.
Το πρώτο είναι η ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Τη σχετική ενημέρωση για τις προθέσεις του έμπειρου Λουξεμβούργιου μετέφερε στο Βερολίνο ο Ετινγκερ σε συνάντηση που είχε με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στις αρχές Ιανουαρίου, όπως έγραψε το περιοδικό «Der Spiegel». Στις 13 Ιανουαρίου η Κομισιόν παρουσίασε Κανονισμό για μια πιο διασταλτική ερμηνεία του Συμφώνου που, πρώτον, θα επιτρέπει μικρή παράκαμψη των δημοσιονομικών στόχων σε περίπτωση εφαρμογής σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και, δεύτερον, εισάγει μια «ρήτρα επενδύσεων» που θα προσφέρει τη δυνατότητα εξαίρεσης από τον υπολογισμό του ελλείμματος των χρημάτων που μια χώρα θα συνεισφέρει στο νέο «Επενδυτικό Πακέτο Γιούνκερ».
Το δεύτερο σημείο είναι ακριβώς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI) που προωθεί ο πρόεδρος της Κομισιόν. Το Βερολίνο δεν είναι και τόσο ενθουσιώδες για το Ταμείο αυτό και οι εκτιμήσεις είναι ότι δεν πρόκειται να κάνει τη διαφορά. Από τη στιγμή όμως που δεν δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα στη Γερμανία –καθώς η άμεση συνεισφορά της είναι μικρή και όλα εξαρτώνται από τη μόχλευση του «κουμπαρά» που θα δημιουργηθεί –αποφάσισε να μη σταθεί εμπόδιο.
Οι επιπτώσεις στον ευρωπαϊκό Νότο
Το Podemos καλπάζει, η Μαδρίτη ανησυχεί
Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει αναμφίβολα επηρεάσει τις σκέψεις τόσο της ευρύτερης ευρωπαϊκής Αριστεράς όσο και των δεξιών πολιτικών κομμάτων, κυρίως σε χώρες που πέρασαν από Μνημόνιο, που τηρούν σκληρή στάση για να μην υποσκαφθεί η σημερινή τους δύναμη. Η ανησυχία των Σοσιαλιστών φυσικά εντοπίζεται στο ερώτημα αν πρέπει να στρίψουν πιο… αριστερά ή αν αυτό θα τους κάνει κακό. Και το ερώτημα αυτό δεν έχει βρει ακόμη απάντηση…
Τα μάτια είναι κυρίως στραμμένα στην Ισπανία. Στη μεγάλη χώρα της Ιβηρικής το Podemos είναι ό,τι κοντινότερο υπάρχει στην ευρωζώνη σε… ΣΥΡΙΖΑ. Ηλικίας μόλις ενός έτους, το κόμμα του οποίου ηγείται ο Πάμπλο Ιγκλέσιας πηγαίνει πολύ καλά στις δημοσκοπήσεις (σε ορισμένες έρχεται και πρώτο, με ποσοστό 28%), ξεπερνώντας τους Σοσιαλιστές (PSOE) και το Λαϊκό Κόμμα. Μια νίκη του Podemos θα είχε καταλυτικές επιπτώσεις, διότι η Ισπανία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Ωστόσο ο περίπλοκος ισπανικός εκλογικός νόμος ίσως του κλείσει τον δρόμο για την εξουσία.
Παράλληλα ο συντηρητικός ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, από τους σκληρότερους επικριτές της ελληνικής κυβέρνησης κατά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις, ανακοίνωσε «ένα πακέτο για την απασχόληση και την ανάπτυξη», όπως λέει ο κ. Λέιπολντ, ενώ παρουσιάζει όσο καλύτερα μπορεί τα οικονομικά επιτεύγματά του. Την ίδια στιγμή το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα υπέγραψε τη διακήρυξή του στη Μαδρίτη με σκοπό να δείξει την υποστήριξή του στο PSOE.
Στην Πορτογαλία, τη χώρα που ίσως αποτελεί την πιο κοντινή περίπτωση στην Ελλάδα, μικρότερα κόμματα τύπου ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει να… απογειωθούν δημοσκοπικά. Το κόμμα Tempo de Avancar, που αποτελεί έναν συνασπισμό τεσσάρων μικρότερων κομμάτων, δεν ξεπερνά στις έρευνες κοινής γνώμης το 2%-2,5%. Οι πορτογάλοι Σοσιαλιστές όμως αντέχουν και προηγούνται στις δημοσκοπήσεις, με τον κεντροδεξιό συνασπισμό του πρωθυπουργού Πέδρο Πάσος Κοέλιο να ακολουθεί σε μικρή απόσταση.
«Τα πάντα θα κριθούν από την επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ» τονίζει ο κ. Μαλντονάντο. «Αν η επιτυχία αυτή κινηθεί στο πλαίσιο των προεκλογικών δεσμεύσεων, τότε θα μπορούσαν να κλέψουν ψήφους από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τα οποία ούτως ή άλλως θα υποχρεωθούν σε πιο λαϊκιστική στάση, ιδιαίτερα στην Ισπανία και στην Ιταλία». «Πάντως» καταλήγει «οι συντηρητικές δυνάμεις δεν φαίνεται ότι θα υποκύψουν στον ΣΥΡΙΖΑ, διότι αυτό θα άνοιγε τον δρόμο αμφισβήτησης της σημερινής κατάστασης».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ