Χέρι με χέρι

Για δύο βιβλία μιλώ που ζευγάρωσαν σε νυκτόβια πάλι ανάγνωση. Και τα δύο έχουν να κάνουν με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο

Για δύο βιβλία μιλώ που ζευγάρωσαν σε νυκτόβια πάλι ανάγνωση. Και τα δύο έχουν να κάνουν με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, που τον καβαλίκεψε ο δεύτερος, χωρίς να ανατρέψει τα πρωτεία του. Για μυθιστορήματα πρόκειται, ημεδαπό το ένα, αλλοδαπό το άλλο. Το πρώτο επιγράφεται Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ και ανήκει στον Στρατή Μυριβήλη (1890-1969). Φιλοξενούμενο στη γλώσσα μας το δεύτερο, τιτλοφορείται Η ΚΡΥΠΤΗ ΤΩΝ ΚΑΠΟΥΤΣΙΝΩΝ, και οφείλεται στον γερμανόφωνο (αλλά όχι γερμανόφιλο) Joseph Roth (εφεξής Γιόσεφ Ροτ: 1894-1939). Πρωιμότερο το μυθιστόρημα του Μυριβήλη, ξεκίνησε στα δύο τελευταία χρόνια του πολέμου μέσα στα χαρακώματα. Οψιμότερο το δεύτερο, κυκλοφόρησε στα γερμανικά το 1938, ένα χρόνο πριν από τον πρόωρο θάνατο του συγγραφέα του, απογράφοντας την προσωπική του εμπλοκή στον πεντάχρονο πόλεμο. Πρόκειται για δύο μυθιστορίες συμπληρωματικές, στον βαθμό που η μία επιμένει στα δρώμενα του επίμαχου πολέμου, ενώ η άλλη εμπλέκεται και στα μεταπολεμικά του παρεπόμενα.
Η εκδοτική και κυκλοφοριακή τους σύμπτωση στις μέρες μας οφείλεται μάλλον στην εκατοστή επέτειο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Την οποία εξάλλου πρόβαλε το περιοδικό ΔΕΝΤΡΟ, με δύο, εξαιρετικής επιμέλειας και ωφέλειας, αφιερώματα: το ένα καλύπτει σχεδόν εξ ολοκλήρου το τεύχος Ιουλίου, ενώ το επόμενο του Δεκεμβρίου αναπληρώνει κάποια κενά που άφησε το προηγούμενο. Στο τεύχος Ιουλίου προτάσσεται επωφελώς «Χρονολόγιο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου», συνταγμένο, με ακρίβεια και οικονομία, από την Ελλη Λεμονίδου, η οποία συμμετέχει και άλλως πως στο δίδυμο αφιέρωμα. Στα δύο μέρη του οποίου μοιράζονται, αν μέτρησα σωστά, πενήντα ένα επώνυμα κείμενα, ντόπια και ξένα, όπου εξέχουν διάσημα ευρωπαϊκά πρόσωπα και ονόματα. Οπως: ο Τόμας Μαν, ο Ζίγκμουντ Φρόιντ, ο Εριχ Μαρία Ρέμαρκ, ο Ρόμπερτ Μούζιλ, ο Ελίας Κανέτι, ο Γιόσεφ Ροτ (με δύο μάλιστα συνεισφορές), ο Γουίλφρεντ Οουεν, ο Γκιγιόμ Απολινέρ, ο Αντρέ Ζιντ, ο Αντρέ Μπρετόν, και άλλοι ισότιμοι.
Πρόκειται για αυτοβιογραφικές μαρτυρίες, που απογράφουν τη φρίκη και τα πάθη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, στις οποίες επιτάσσονται ιστορικού και πολιτικού αναδρομές και σχόλια ημεδαπών συγγραφέων. Οπου όμως η «Ζωή εν Τάφω» του Μυριβήλη παντελώς αγνοείται. Τιμώντας στο μεταξύ την υποτιμημένη συνήθως σ’ αυτές τις περιπτώσεις ποίηση, παραθέτω, δείγματος χάριν, ένα από τα τέσσερα, φιλοξενούμενα στο αφιέρωμα του Ιουλίου, ποιήματα του Γουίλφρεντ Οουεν (1893-1918), ο οποίος –αντιγράφω –«έχει αναγνωριστεί ως μία από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, παρότι κατά τη διάρκεια της ζωής του είχαν εκδοθεί μόλις τέσσερα ποιήματά του». Πρόκειται για απόσπασμα από το ποίημα «Υμνος για μια καταδικασμένη νεολαία», μεταφρασμένο από τον έμπειρο μεταφραστή Μίλτο Φραγκόπουλο:
«Ποιες καμπάνες γι’ αυτούς που σφάζονται σαν ζώα στη στάνη; / Τους μένει μόνο η βροντερή οργή των κανονιών. / Και μόνο το ξερό κροτάλισμα στην κάννη, / για να διαβούνε βιαστικά στη βασιλεία των ουρανών. / Οχι, ανούσιες πια τελετές, καμιά καμπάνα ή προσευχή, / ούτε φωνή που να πενθεί, μόνο μια χορωδία / που ψέλνει των πυροβόλων τη στριγκή παράφρονα ωδή, / και ένα σάλπισμα υπέρ πεσόντων, κάπου στην επαρχία».
Επιστρέφω τώρα στα δύο φιλάλληλα μυθιστορήματα, που θέλοντας και μη, ζευγάρωσαν στη νυχτερινή μου ανάγνωση. Προηγήθηκε «Η Κρύπτη των Καπουτσίνων» του Γιόσεφ Ροτ στις εκδόσεις ΑΓΡΑ, μεταφρασμένη άρτια από τη Μαρία Αγγελίδου. Και πλαισιωμένη από: την Εισαγωγή του Michael Hofmann, το Επίμετρο του Stefan Zweig («Αποχαιρετισμός στον Γιόσεφ Ροτ, 1939»), την αναλυτική Εργοβιογραφία και από όσα συστατικά στοιχεία συμμαζεύονται στα αυτιά του εξώφυλλου και του οπισθόφυλλου. Τα οποία αναφέρονται στη δραματική ζωή του συγγραφέα και στο σύνολο της συγγραφικής του παραγωγής: δεκατρία μυθιστορήματα, τρεις τόμοι δοκιμίων και αμέτρητα άρθρα. Δεν θα επιμείνω. Παραθέτω όμως, για πρόγευση λογοτεχνικού ύφους και ήθους, την κατάληξη του Ντοστογεφσκικού αυτού έργου:
«Περπάτησα στους άδειους δρόμους, μ’ ένα ξένο σκυλί πίσω μου, να μ’ ακολουθεί πεισματικά. Για πού, δεν ήξερε. Δεν το ήξερα ούτε κι εγώ. Η Κρύπτη των Καπουτσίνων, όπου οι αυτοκράτορές μου αναπαύονται εν ειρήνη, θαμμένοι σε πέτρινες σαρκοφάγους, ήταν κλειστή. Ο καλόγερος που μου άνοιξε ρώτησε «τι θα θέλατε»; «Θέλω να μπω, να επισκεφθώ τον τάφο του αυτοκράτορά μου, του Φραγκίσκου Ιωσήφ» απάντησα. «Ο θεός να σας ευλογεί» είπε ο καλόγερος και, σηκώνοντας το χέρι του, με σταύρωσε. «Ζήτω ο…» φώναξα. «Σσστ» είπε ο καλόγερος. Πού να πάω τώρα εγώ, ένας Τρόττα;…».
Προφανώς «Η Ζωή εν Τάφω» του Μυριβήλη, ζωή να ‘χει, έμεινε για τα προσεχώς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.