Η πρώτη ευκαιρία επαφής της ελληνικής Αριστεράς με την εξουσία τοποθετείται χρονικά στα τέλη του Μεσοπολέμου, μετά τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου του 1936. Ηταν, κατά σύμπτωση, η πρώτη φορά που έγιναν στην Ελλάδα εκλογές μήνα Ιανουάριο.
Η χώρα εξουθενωμένη, τότε, από την πτώχευση του 1932, με τους εργαζόμενους καταπονημένους από τις χαμηλές αμοιβές, τους επαγγελματίες και τους αγρότες υπερχρεωμένους, το βενιζελικό κίνημα ηττημένο και το Κόμμα των Φιλελευθέρων αδύναμο, πήγε στις κάλπες με την ελπίδα να συγκροτήσει δημοκρατική συμπαράταξη απέναντι στον επερχόμενο φασισμό που πήγαινε να κυριαρχήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι εκλογές εκείνες ανέδειξαν πρώτο το Κόμμα Φιλελευθέρων του Θεμιστοκλή Σοφούλη, χωρίς όμως να του δώσουν την απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ακολούθησε στη συνέχεια πυρετός διαβουλεύσεων του Σοφούλη με το Παλλαϊκό Μέτωπο που υποστηριζόταν από το ΚΚΕ με αρχηγό τον Νίκο Πλουμπίδη –ένα από τα τραγικότερα πρόσωπα της ελληνικής Αριστεράς που εκτελέστηκε το 1952 –και είχε λάβει ποσοστό 5,76%. Τις μυστικές συνομιλίες με το ΚΚΕ ανέλαβε προσωπικά ο Σοφούλης, ενώ τους κομμουνιστές εκπροσωπούσε ο Σπ. Σκλάβαινας.
Στις 19 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς επήλθε συμφωνία μεταξύ Φιλελευθέρων και ΚΚΕ. Το Παλλαϊκό Μέτωπο ανέλαβε την υποχρέωση να ψηφίσει υποψήφιο των Φιλελευθέρων για την Προεδρία της Βουλής και να δώσει ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση που θα σχημάτιζε ο Θεμιστοκλής Σοφούλης.
Και η υποστηριζόμενη από το ΚΚΕ κυβέρνηση των Φιλελευθέρων ανελάμβανε την υποχρέωση να λάβει μέτρα βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και των αγροτών, να μειώσει την τιμή του ψωμιού κατά δύο δραχμές, να καταργήσει το μέτρο της προσωποκράτησης για χρέη μέχρι 3.000 δραχμές, να καταργήσει το ιδιώνυμο αδίκημα και να αμνηστεύσει ελευθερώνοντας από τις φυλακές τους πολιτικά διωκόμενους.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Μαρτίου, συνήλθε η Ολομέλεια της Βουλής και εξέλεξε πρόεδρό της τον Θεμιστοκλή Σοφούλη με τις ψήφους του Παλλαϊκού Μετώπου.
Αργότερα ωστόσο το Κόμμα των Φιλελευθέρων δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει και το ΚΚΕ έδωσε στη δημοσιότητα το κείμενο της μυστικής έως τότε συμφωνίας Σοφούλη – Σκλάβαινα, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σάλος στον αστικό κόσμο, να προκληθούν σοβαρότατες πολιτικές αντιδράσεις και όλη η συμφωνία να καταρρεύσει.
Από το ΕΑΜ στον Εμφύλιο
Στις 13 Απριλίου πεθαίνει από ανακοπή ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Κ. Δεμερτζής και ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Β’ έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Ιωάννη Μεταξά. Ο οποίος στις 4 Αυγούστου του 1936 ανέστειλε την ισχύ των άρθρων του Συντάγματος και κήρυξε την περιβόητη ομώνυμη Δικτατορία.
Η Αριστερά υπέστη τα πάνδεινα τότε, με φυλακές, εξορίες και διώξεις κάθε μορφής. Η εμπειρία της από εκείνη την πρώτη απόπειρα επαφής της με την εξουσία δεν ήταν η καλύτερη.
Η επόμενη, οδυνηρή και πάλι, κατεγράφη μετά τον μεγαλειώδη απελευθερωτικό αγώνα κατά των γερμανών κατακτητών.
Τότε το ΚΚΕ, μέσω του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, είχε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις να ηγηθεί της χώρας μετά τον πόλεμο. Ομως εξωτερικοί και εσωτερικοί παράγοντες δεν ευνόησαν τη διεκδίκησή του.
Τα βάρη του πολέμου, οι συγκρούσεις στη διάρκεια της Κατοχής, οι πολιτικές εντάσεις, αλλά και η ανακατανομή του κόσμου μεταξύ των νικητών του πολέμου κατέστησαν την εμφύλια σύρραξη αναπόφευκτη. Τα Δεκεμβριανά του 1944 απεδείχθησαν απολύτως διχαστικά και η ακολουθήσασα, με πρωτοβουλία των Εγγλέζων, συμφωνία της Βάρκιζας, στις 12 Φεβρουαρίου του 1945, ανίκανη να επιφέρει την ειρήνευση.
Την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ ακολούθησαν η άρνηση του Αρη Βελουχιώτη να τα παραδώσει, η περίοδος της λεγόμενης «λευκής τρομοκρατίας», τα αντίποινα της ΟΠΛΑ και η απόφαση του ΚΚΕ να μη λάβει μέρος στις εκλογές της 31ης Μαρτίου του 1946 και να ακολουθήσει την επιλογή του ένοπλου αγώνα.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Η χώρα σύρθηκε στον Εμφύλιο και με το τέλος του, το 1949, η Αριστερά βρέθηκε φυλακισμένη στα ξερονήσια του Αιγαίου ή αιχμάλωτη στα εργοτάξια των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Και όμως στις εκλογές της 11ης Μαΐου του 1958, αυτή η κατατρεγμένη Αριστερά πήγε να αγγίξει το θαύμα. Εκπροσωπούμενη από την ΕΔΑ, με επικεφαλής τον Γιάννη Πασαλίδη, προσέγγισε το 25%, κερδίζοντας 60 έδρες στο Κοινοβούλιο.
Ωστόσο, τρία χρόνια μετά, στις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου του 1961, σε εκείνες που έμειναν στην Ιστορία σαν εκλογές της βίας και της νοθείας, τα ποσοστά της περιορίστηκαν στο 14,63%, καθώς τότε ανέτειλε το άστρο της Ενωσης Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου.
Εκτοτε η Αριστερά δεν κατάφερε να υπερνικήσει τις εσωτερικές της έριδες, κλείστηκε στο καβούκι της, στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών πολυδιασπάστηκε και πολύ αργότερα το 1989 επιχείρησε «άλμα» συνεργασίας με τον Μητσοτάκη, το οποίο πλήρωσε ποικιλοτρόπως, παραμένοντας στο περιθώριο της πολιτικής ζωής της χώρας.
Προ των πυλών
Χρειάστηκε η παρεμβολή της μεγάλης οικονομικής κρίσης και η αποδεδειγμένη αποτυχία των ισχυρών πολιτικών δυνάμεων της Μεταπολίτευσης να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά για να ξαναβγεί στον δρόμο και να αποκτήσει ισχυρά ερείσματα στην ελληνική κοινωνία.
Τηρουμένων των αναλογιών, είναι η μεγάλη οικονομική κρίση που ευνοεί την ανάπτυξή της και τη φέρνει, όπως και το 1936, έπειτα από σχεδόν 80 χρόνια προ των πυλών της εξουσίας. Με τη διαφορά ότι η Αριστερά του κ. Τσίπρα αυτή τη φορά τη διεκδικεί με αξιώσεις, χωρίς να είναι δεκανίκι κανενός. Και είναι ακριβές, έτσι όπως εξελίσσεται ο προεκλογικός αγώνας, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα μπορεί πραγματικά να έχει την ευκαιρία να κερδίσει την εξουσία.
Ο εκλογολόγος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Κώστας Πουλάκης, που παρακολουθεί καθημερινά κυλιόμενες έρευνες, μεταδίδει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται αυτή την ώρα περίπου πέντε ποσοστιαίες μονάδες της Νέας Δημοκρατίας και εκτιμά ότι οροφή του κόμματός του είναι το 34% και της Νέας Δημοκρατίας το 29%. Ο ίδιος πιστεύει ότι τα μέχρι τώρα στοιχεία δεν επιτρέπουν αυτοδυναμία και υπολογίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συγκεντρώσει 140 έως 145 βουλευτικές έδρες. Η αλήθεια είναι ότι και οι περισσότερες εταιρείες δημοσκοπήσεων δεν απέχουν πολύ από αυτές τις εκτιμήσεις. Σε κάθε περίπτωση πάντως αποδέχονται το προβάδισμα του κ. Τσίπρα, πιθανολογώντας την πρωτιά του κόμματός του στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ελληνική κοινωνία κινείται εμφανώς προς τα αριστερά, επιχειρεί μια μοναδική επιλογή στα ελληνικά πολιτικά χρονικά, αποκρούοντας φόβους και ιστορικές εμπειρίες. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, αν ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει τις εκλογές, θα πρόκειται για αλλαγή ιστορικών διαστάσεων, η οποία θα έχει συντελεστεί παρότι οι πολίτες έχουν προειδοποιηθεί για τις πιθανές συνέπειες, τις αντιξοότητες και τις μεγάλες δυσκολίες με τους εταίρους και τους δανειστές.
Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι ποια θα είναι τύχη της επερχόμενης αριστερής εξουσίας του κ. Τσίπρα.
Θα μπορέσει άραγε να υπερβεί τις κακές ιστορικές εμπειρίες που συνοδεύουν την Αριστερά και να αποδώσει έργο πραγματικό ή θα πνιγεί στα αδιέξοδα από την πρώτη στιγμή και θα οδηγήσει τη χώρα στα βράχια, όπως επαναλαμβάνει κάθε τόσο ο Αντώνης Σαμαράς;
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ