Οταν τον αντίκρισε, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ έβαλε το χέρι στο στόμα και ψιθύρισε στους καρδιναλίους που τον περιστοίχιζαν: «Μιλήστε του για τον Αγιο Αυγουστίνο…». Ο «θεόπεμπτος» ηθοποιός –καθώς μέρος του επιθέτου του, η κατάληξη pardieu, σημαίνει «από τον Θεό» –σε εκείνη τη φευγαλέα συνάντησή του με τον Ποντίφικα στο καθιερωμένο κοντσέρτο της 1ης Μαΐου στο Βατικανό το 2000 έλαβε αυτόν τον χρησμό λες και είχε έρθει ο καιρός να αποκτήσει και τη χάρη πέρα από το όνομα.
Η ζωή του Αγίου Αυγουστίνου, χριστιανού θεολόγου και φιλοσόφου που έζησε πριν από 16 αιώνες, προσφερόταν ως ένα πρότυπο παράδειγμα. Γιος μιας χριστιανής και ενός παγανιστή, έζησε μια ηδονιστική ζωή ως τα 17 του χρόνια, έκανε παιδί εκτός γάμου, εγκατέλειψε τη συμβία του για να παντρευτεί μια γυναίκα της τάξης του, προτού τελικά αφήσει πίσω του την «αμαρτωλή» ζωή του και επιστρέψει κοντά στον Θεό με τέτοιον ζήλο ώστε να φτάσει να κατακτήσει ακόμη και την αγιοσύνη. Σίγουρα το κακό παιδί του γαλλικού –και όχι μόνο –κινηματογράφου που κάνει πρωτοσέλιδα για όλους τους λάθος λόγους θα είχε πολλά να διδαχθεί από αυτόν.
Αποδείχθηκε ότι ο Πάπας είχε το αλάθητο. Οταν ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ άρχισε να ξεφυλλίζει τη γαλλική έκδοση των «Εξομολογήσεων» του Αγίου Αυγουστίνου (354-430), ένα δώρο που έσπευσε να του αγοράσει η τότε σύντροφός του Καρόλ Μπουκέ, συνδέθηκε αμέσως με το έργο. Η ιστορία της τρικυμιώδους νιότης και της απρόβλεπτης μεταστροφής του Αυγουστίνου στον χριστιανισμό στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του «με άγγιξε σε ένα βαθύτατο επίπεδο γιατί ένιωσα ότι τα κείμενά του αντανακλούν τη δική μου ζωή και το πόσο ευάλωτος έχω υπάρξει» λέει ο Ντεπαρντιέ.
Είναι κείμενα σαν αυτά που θα απαγγείλει στο Μέγαρο Μουσικής στις 19 Ιανουαρίου, στην τρίτη επίσκεψή του στην Ελλάδα, τη χώρα που, όπως λέει, «είναι η ταυτότητα της Ευρώπης. Τι απαίσιο που πλέον η Ευρώπη είναι κινεζική».
Θα μας συστήσει το έργο του Αγίου Αυγουστίνου όχι ως ηθοποιός που προσπαθεί να κερδίσει τις εντυπώσεις με τις υποκριτικές ικανότητές του αλλά «ως ένας πιστός που συνομιλεί στοχαστικά με τον Θεό σαν να μην υπάρχουν παρόντες», σύμφωνα με την εμπειρία όσων τον έχουν παρακολουθήσει επί το έργον. Η διασκευή του κειμένου είχε γίνει από τον πανεπιστημιακό Αντρέ Μαντούζ, από την πρώτη φορά που ο Ντεπαρντιέ απήγγειλε αποσπάσματα από τις «Εξομολογήσεις» στη Νοτρ Νταμ στο Παρίσι το 2003. «Ο πρόεδρος της Αλγερίας Αμπντελαζίζ Μπουτεφλίκα μού είχε ζητήσει να τον συναντήσω» λέει στο BHMΑgazino ο γάλλος ηθοποιός. «Ο Μαντούζ υπήρξε ειδικός πάνω στο έργο του Αγίου Αυγουστίνου και ακαδημαϊκός στην Αλγερία, τη χώρα προέλευσης του Αγίου Αυγουστίνου. Υπήρξε επίσης αριστερός χριστιανός ο οποίος αποκάλυψε τα βασανιστήρια που υπέστη ο αλγερινός λαός από τον γαλλικό στρατό».

Η αναφορά στο όνομα του Μπουτεφλίκα είναι η μόνη που θα κάνει ο Ντεπαρντιέ για κάποιο πολιτικό πρόσωπο. Συναντήθηκαν το 2001 και, μολονότι ο επί 15 έτη πρόεδρος της Αλγερίας δεν φημίζεται για τις δημοκρατικές πεποιθήσεις του, η αφορμή της γνωριμίας τους ήταν κυριολεκτικά ιερή: η επαφή με το έργο του Αγίου Αυγουστίνου μέσα από ένα συνέδριο στο Αλγέρι, όταν η θρησκευτική μισαλλοδοξία άρχιζε να εξαπλώνεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Ο Θεός μέσα του. «»Τι αργά που σε αγάπησα, σε έψαχνα έξω από μένα, αλλά εσύ βρισκόσουν μέσα μου». Αυτό είναι το αγαπημένο μου απόσπασμα από τις «Εξομολογήσεις»» λέει ο Ντεπαρντιέ, που μοιάζει μερικές φορές να βρίσκεται σε ένθεη μανία, σε θρησκευτικό trance. «Δεν θυμίζει θρησκευτικό χωρίο, είναι απλώς ένας στοχασμός επάνω στον εαυτό τον οποίο διατύπωσαν όλες οι θρησκείες που ακολούθησαν, όπως π.χ. ο βουδισμός: Ο Θεός είμαστε εμείς. Αυτή είναι η αλήθεια της ζωής, μολονότι ο Αβραάμ και ο Ισαάκ έλαβαν θεϊκή εντολή. Ολες οι θρησκείες αποκτούν πολιτικό χαρακτήρα τόσο στον Αγιο Αυγουστίνο όσο και στον Λότζε, γιατί ο στοχασμός αποτελεί κομμάτι της διαδικασίας που οδηγεί στη γνώση του εαυτού μας και του Σύμπαντος, επομένως και του Θεού».
Ο Ντεπαρντιέ ανακάλυψε ξανά τη θρησκεία της παιδικής του ηλικίας, τον καθολικισμό, αλλά εντόπισε τον Θεό εντός του. «Ο Θεός είναι η ζωή, το παρόν, είναι όσα με κάνουν να Τον σκέφτομαι, είναι τα όργανά μου, η σάρκα μου. Κάθε βήμα που κάνω είναι από τον Θεό και μαζί με τον Θεό». Η μοιραία γνωριμία με τον Αγιο Αυγουστίνο που πυροδότησε αυτή την εσωτερική αλλαγή έγινε όταν είχε συμπληρώσει πέντε δεκαετίες ζωής. «Αν Τον είχα συναντήσει πιο νωρίς, θα είχα αποφύγει πολλά χρόνια ψυχανάλυσης» επιμένει.

Η αγιοποίηση μπορεί να περιμένει.
Ωστόσο, αν κρίνει κανείς από τις ειδήσεις που τον αφορούν τα τελευταία χρόνια, ούτε η πνευματικότητα και η αγάπη που αποπνέει το έργο του Αγίου Αυγουστίνου πέτυχαν εκεί όπου τα βρήκε σκούρα η επιστήμη. Οσο κι αν ισχυρίζεται ότι πλέον «η μόνη μου κατάχρηση είναι η υπερβολική μου αγάπη για τη ζωή» και ότι «μπόρεσα να υπάρξω αρκετά ευφυής ώστε να αντισταθώ στον φανατισμό, στο θρησκευτικό πάθος και στην τρέλα», δεν μοιάζει να έχει δει το «φως» επί του πρακτέου. Πρόσφατα εξομολογούνταν ότι παλαιότερα είχε σκοτώσει και φάει δύο λιοντάρια στην Αφρική. Ή ότι ο αριθμός μπουκαλιών αλκοόλ που καταναλώνει είναι «14 την ημέρα», χωρίς αυτό να τον κάνει αλκοολικό διότι «οι αλκοολικοί δεν μεθούν». Εχει συλληφθεί να οδηγεί μεθυσμένος, έχει εκδιωχθεί από πτήση της Air France γιατί ούρησε στον διάδρομο του αεροπλάνου. Αρνείται τη γαλλική υπηκοότητα, γίνεται ρώσος πολίτης για φορολογικούς λόγους και διαφημίζει σειρά ρολογιών με τίτλο «Proud to be Russian». Ποζάρει πανευτυχής με τον νέο φίλο του Βλαντίμιρ Πούτιν, για τον οποίο ωστόσο δεν θέλει να μας πει λέξη. Γδύνεται για την κάμερα του Εϊμπελ Φεράρα υποδυόμενος το alter ego του Στρος-Καν στην ταινία «Welcome to New York» (2014) και προτάσσει τη γαργαντουικών διαστάσεων φθορά και παρακμή του σώματός του με υπερήφανη παραίτηση. Η κόρη του Ζουλί δηλώνει ότι οι καταχρήσεις δεν θα του επιτρέψουν να ζήσει περισσότερο από πέντε χρόνια. Είναι μόλις 67 ετών.
Γιατί δεν παραδειγματίζεται από τον Αγιο Αυγουστίνο, ο οποίος δεν ευαγγελιζόταν μόνο τα όμορφα λόγια του αλλά τα έκανε και πράξη, ζώντας με σύνεση; Τι απέγινε ο πληθωρικός, απρόβλεπτος, τρυφερός Γάλλος της «Πράσινης κάρτας»; Γιατί οδεύει ολοταχώς προς την αυτοκαταστροφή καταβροχθίζοντας τη ζωή με τόση βουλιμία;
Η κολασμένη παιδική ηλικία. Η τραγική είδηση που μονοπωλούσε το ενδιαφέρον των εφημερίδων το 2008 ήταν το μοιραίο σημείο καμπής στη ζωή του. Ο 37χρονος γιος του Γκιγιόμ, ο πανέμορφος ηθοποιός με τον οποίο είχαν μάλιστα συνεργαστεί στην ταινία «Ολα τα πρωινά του κόσμου» (1991), πέθανε από επιπλοκές πνευμονίας σφραγίζοντας έτσι με τον πιο δραματικό επίλογο την ταραχώδη σχέση τους.
Λένε ότι ο θάνατος ενός παιδιού δεν ξεπερνιέται ποτέ. Πόσω μάλλον όταν πιστεύεις, όπως ο Ντεπαρντιέ, ότι η απώλεια του γιου σου ήταν η έκφραση της Θείας Δίκης που καραδοκούσε για να σου καταφέρει το καίριο χτύπημα σε ανταπόδοση για την άσωτη ζωή σου. Οχι, δεν το έγραψε ο Τύπος σε κάποιο μελιστάλαχτο άρθρο. Η πραγματικότητα της ζωής του Ντεπαρντιέ όπως την περιγράφει ο ίδιος στην πολύκροτη αυτοβιογραφία του «Ετσι απλά συνέβη» («Ҫa s’est fait comme ça») ξεπερνά κάθε φαντασία με έφεση στη διεκτραγώδηση.
«Ημουν ανεπιθύμητος» γράφει στο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Γαλλία. Οταν ήταν ακόμη παιδάκι στην πόλη Σατορού όπου γεννήθηκε η μητέρα του τον έκανε κοινωνό εκείνου που θα όφειλε να είναι το ανομολόγητο μυστικό της: των ανεπιτυχών προσπαθειών της να τον αποβάλει τραυματίζοντας το σώμα της με βελόνες πλεξίματος. Δεν είναι ότι δεν θα τον αγαπούσε μελλοντικά, απλώς εκείνο τον καιρό ήθελε να παρατήσει τον άνδρα της και πατέρα των τριών παιδιών της, έναν οξυγονοκολλητή με ροπή στον αλκοολισμό. Απαυδισμένη από τις εκρήξεις του αλλά και αποκαρδιωμένη από το γεγονός ότι ο πατέρας της και η μητέρα του συζύγου της είχαν σεξουαλικές σχέσεις. Τελικά όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά έκανε άλλα τρία παιδιά μαζί με τον Ντεντέ (από το γράμμα D, το μόνο που μπορούσε να γράψει ο αναλφάβητος πατέρας του Ζεράρ). Στα επτά του χρόνια ο Ζεράρ Χαβιέ Μαρσέλ γινόταν μάλιστα ο βοηθός της μαίας που θα την ξεγεννούσε, καθώς ο ενήλικος άνδρας του σπιτιού βρισκόταν σε κάποιο μπαρ της περιοχής.
Στις σχολικές διακοπές του έφευγε ωστόσο από το σπίτι και περνούσε τις ημέρες του στις δημόσιες τουαλέτες του αεροδρομίου Ορλί, μια και είχε την εποπτεία τους η γιαγιά του. Στα 13 του, έπειτα από συνεχείς προστριβές στο σπίτι του, αποφάσισε να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του. Παράτησε το σχολείο, βγήκε στην πιάτσα και σύντομα είχε στη διάθεσή του ένα εντυπωσιακό βιογραφικό: τρεις μήνες φυλάκιση για κλοπή αυτοκινήτου, χρήση ναρκωτικών, καθώς και συμμετοχή στη σύληση τάφων προκειμένου να αποσπάσουν από τους νεκρούς ρολόγια, δαχτυλίδια, ακόμη και τα παπούτσια τους. Ηταν μόλις 16 και ήταν καιρός να μετακομίσει στο Παρίσι. «Ημουν σαν ένα αγριόχορτο που απλωνόταν προς κάθε κατεύθυνση, αυτό όμως που με παρακινούσε πάντα ήταν η επιθυμία να τα καταφέρω» θα πει.
Ενας νταής με τα όλα του. Σε αυτό θα στεκόταν τυχερός. Ηταν εξάλλου «ευλογημένος» με ένα παρουσιαστικό που θα του άνοιγε πολλές πόρτες. Ηδη από τα 10 του χρόνια ξεχώριζε γιατί εκτός από χαρισματικός απατεωνίσκος ήταν και πολύ γοητευτικός, ένας συνδυασμός που δημιουργεί πάντα εντυπώσεις. Ψηλός, ανεπτυγμένος για την ηλικία του και όμορφος με τη σήμα κατατεθέν μύτη μποξέρ, δεν περνούσε ποτέ απαρατήρητος. Μάλιστα, όπως λέει στην αυτοβιογραφία του, οι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας τον ποθούσαν διακαώς. Εγινε λοιπόν «αρσενική πόρνη» στα 10 του (!) και στα 20 του ήταν πλέον ένας «νταής με τα όλα του», ο οποίος μάλιστα δεν δίσταζε να ληστεύει τους πελάτες του είτε ερήμην τους είτε αφότου τους ξυλοφόρτωνε. Από τον βούρκο τον έσωσε τελικά ένας ομοφυλόφιλος κυνηγός ταλέντων ο οποίος πλήρωσε τα δίδακτρα για να φοιτήσει σε δραματική σχολή. Είχε διακρίνει σε αυτόν την κλίση που είχε αντιληφθεί και ο ίδιος ο Ζεράρ, χωρίς ωστόσο να μπορεί να την προσδιορίσει ή να γνωρίζει πώς μπορεί να την αναπτύξει. «Οταν ήμουν 15-17 χρόνων δεν ήξερα πώς να εκφράσω τον χείμαρρο των συναισθημάτων που ένιωθα να με κατακλύζουν. Μόνο όταν βρισκόμουν μόνος μου και έλεγα τα λόγια άλλων ανθρώπων ηρεμούσα».
Σύντομα θα έπαιζε στο Theatre Café de la Gare, το οποίο εγκαινιάστηκε το 1968 και αποδείχθηκε φυτώριο νέων ηθοποιών. Αυτή θα ήταν η απαρχή μιας επιτυχημένης καριέρας για έναν από τους πιο παραγωγικούς ηθοποιούς της Γαλλίας, τουλάχιστον όσον αφορά τον κινηματογράφο. Απογειώθηκε το 1974, όταν έπαιξε στην ταινία «Ο χορός των διεφθαρμένων» («Les Valseuses»), και θα έμενε σε μεγάλα ύψη για πολλά χρόνια. Γιατί ο γοητευτικός άσχημος του γαλλικού σινεμά ήταν και ένας πολύ καλός ηθοποιός που κατάφερε να χτίσει μια καριέρα με τριψήφιο αριθμό ταινιών, δύο βραβεία Σεζάρ, μία Χρυσή Σφαίρα αλλά και μία υποψηφιότητα για Οσκαρ.
Αυτή η τελευταία ήταν για την ερμηνεία του ως «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» (1990) στην ταινία του Ζαν-Πολ Ραπενό, για πολλούς ο καλύτερος ρόλος της καριέρας του. Ωστόσο, σύμφωνα με δημοσιεύματα του γαλλικού Τύπου, του στέρησαν το Οσκαρ με δόλιο τρόπο, καθώς δύο μήνες πριν από την ανακοίνωση του νικητή το περιοδικό «Time» δημοσίευσε δηλώσεις του στις οποίες επιβεβαίωνε αυτό που είχε πει αρχικά το 1978: ότι, δηλαδή, η βίαιη παιδική ηλικία και εφηβεία του περιελάμβανε και βιασμούς. Ο Ντεπαρντιέ είχε μηνύσει το περιοδικό για συκοφαντική δυσφήμηση ισχυριζόμενος ότι παραποίησαν τα λόγια του. «Θα ήταν πιο ακριβές να πούμε ότι είχα σεξουαλικές εμπειρίες από πολύ μικρός» διευκρίνιζε.
Αραγε μετανιώνει για κάτι απ’ όλα αυτά; Οπως για παράδειγμα μετάνιωνε πέντε μήνες αφότου είχε κυκλοφορήσει η ταινία του Εϊμπελ Φεράρα γιατί ο αθεράπευτα προβοκάτορας σκηνοθέτης «δεν κατάλαβε ότι η ιστορία της Ναφισάτου Ντιαλό (σ.σ.: του θύματος του Στρος-Καν) ήταν πιο σημαντική από τις παρτούζες στο ΔΝΤ»; «Μετανιώνω για την επιπολαιότητα της παιδικής ηλικίας, μου φαίνεται ότι την έχω διατηρήσει και δεν τη συναντώ σε άλλους. Ταυτόχρονα ίσως είναι καλύτερα που έγιναν έτσι τα πράγματα γιατί δεν θα ήθελα να ήμουν ένα μεγάλο παιδί. Δεν μετανιώνω για πολλά, μετανιώνω που δεν προσπάθησα να γνωρίσω σε μεγαλύτερο βάθος ορισμένους άνδρες και γυναίκες προκειμένου να γίνω αρκετά σοφός» θα πει.

Ο Ντεπαρντιέ δεν έκρυψε ποτέ το βεβαρημένο παρελθόν του. Βέβαια, ακόμη κι αν επιθυμούσε να το κάνει δεν θα μπορούσε γιατί όσο ζούσε του το υπενθύμιζε ο Γκιγιόμ. Ο πρωτότοκος γιος του από την πρώτη σύζυγό του, την ηθοποιό και γόνο πλούσιας οικογένειας Ελιζαμπέτ Γκινιό, αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα με τον πατέρα του. Εκανε χρήση ναρκωτικών, κατά καιρούς δούλευε ως ζιγκολό και οι σχέσεις τους ήταν πάντα τεταμένες. «Είσαι ένας αλκοολικός που έχει μανία με τα χρήματα» τον είχε κατηγορήσει δημοσίως, μια σαφής μομφή και για τις αποτυχημένες, «εύκολες» επαγγελματικές επιλογές του πατέρα του (167 ταινίες είναι αυτές, αδύνατον να είναι όλες αριστουργήματα). Οπως θα παραδεχόταν μετά τον θάνατό του ο Ντεπαρντιέ, δεν μπόρεσε ποτέ να του προσφέρει την προσοχή και την τρυφερότητα που αποζητούσε ως παιδί, ακριβώς όπως ο δικός του πατέρας είχε αποτύχει παταγωδώς στον ίδιο τομέα. Και μολονότι, φαινομενικά τουλάχιστον, ο γάμος του με την Γκινιό ήταν επιτυχημένος, μια και έμειναν μαζί περισσότερο από δύο δεκαετίες, το επίχρισμα της ευτυχίας αποδείχθηκε πολύ εύθραυστο. Επισήμως θρυμματίστηκε το 1992, όταν ο Ντεπαρντιέ γινόταν πατέρας για τρίτη φορά μετά τη σύντομη σχέση του με το μοντέλο Καρίν Σίλα. Η ευτυχία όμως τον προσπέρασε ξανά. Περισσότερες εφήμερες σχέσεις, και άλλο ένα παιδί, για έναν άνθρωπο που δεν ήταν φτιαγμένος για πατέρας. Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει ότι τα παιδιά του ντρέπονται να φέρουν το όνομά του. «Αν σας ενοχλεί τόσο πολύ αλλάξτε το, για όνομα του Θεού» είναι η απάντησή του.
Εξάλλου ο ίδιος είναι απασχολημένος με τις νέες φιλίες του. Οπως με τον Πούτιν, για τον οποίο έχει πει: «Είναι σαν εμένα. Ερχεται από μακριά και κανείς δεν θα στοιχημάτιζε ούτε μία δεκάρα ότι θα κατάφερνε κάτι στη ζωή του», ή με τον Ραμζάν Καντίροφ, τον τσετσένο πρόεδρο που κατηγορείται για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για την ώρα δεν έχει φωτογραφηθεί με τον Βιτάλι Μιλόνοφ, το μέλος της νομοθετικής Συνέλευσης της Αγίας Πετρούπολης ο οποίος πολεμά λυσσαλέα τους ομοφυλοφίλους και τα δικαιώματά τους και δηλώνει ότι «ο ρωσικός αέρας έχει εξαγνίσει τον Ντεπαρντιέ από τα σεξουαλικά παραστρατήματα και τη βρωμιά της προηγούμενης ζωής του όσο ζούσε στη Γαλλία».
Μάλλον δεν παίρνει και τόσο σοβαρά αυτούς τους θλιβερούς τύπους και ζει την εξωφρενική του ζωή σαν να μην υπάρχει αύριο. Η αυτοβιογραφία του τελειώνει με τη φράση: «Εμπρός, λοιπόν, να χαίρεστε την κάθε στιγμή, πάνω απ’ όλα να είστε ευτυχισμένοι». Αλήθεια πώς το πετυχαίνεις αυτό; «Οπως είπε ο Αγιος Αυγουστίνος, «εκείνος μου έδειξε τον δρόμο. Εμπρός, να χαίρεσαι, ξέχνα όσα σου έχουν μάθει». Ενα παιδί, ένας λαός είναι ευάλωτοι. Σήμερα πρέπει να διερωτηθούμε ποιοι είμαστε». Αμήν.
«Εξομολογήσεις» του Αγίου Αυγουστίνου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 19/01, στις 21.00. megaron.gr

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ