Ο γράφων είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού τα τελευταία 22 έτη. Ως εκ τούτου, όπως και πλείστοι άλλοι κάτοικοι εξωτερικού, δεν έχει τη δυνατότητα να ψηφίσει στις εκλογές του Ιανουαρίου εκτός βέβαια εαν πληρώσει αεροπορικό εισιτήριο για ένα ταξίδι «αστραπή» στην Ελλάδα. Στο βαθμό λοιπόν που αποφασίσω να επιστρέψω για μια ψήφο-αστραπή, θα ήθελα να ακούσω συγκεκριμένες προτάσεις από τα πολιτικά κόμματα.
Σημειώνω, πρώτα από όλα, το πασιφανές: οι εκλογές του Ιανουαρίου ασφαλώς και θα διεξαχθούν σε απόλυτο κλίμα πόλωσης κάτι που μάλλον θα «συνθλίψει» τα περισσότερα «μικρά» κόμματα με αποτέλεσμα, καλώς ή (κατά πολλούς) κακώς, ο όγκος της ψήφου να διοχετευθεί σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Πολλοί, φοβούμενοι ένα πιθανό GREXIT, θα ψηφίσουν ΝΔ. Άλλοι τόσοι (και μάλλον περισσότεροι, εαν πιστέψουμε τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις) θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι ένα debate μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών, τουλάχιστον σε οικονομικά θέματα, να βοηθούσε τον έλληνα (και την ελληνίδα) ψηφοφόρο να απωλέσει τόσο τον φόβο του GREXIT όσο και την οργή από την οικονομική εμπειρία των τεσσάρων τελευταίων ετών. Πώς λοιπόν θα μπορούσε να διεξαχθεί ένα τέτοιο (οικονομικό) debate;
Ασφαλώς, το οικονομικό debate πρέπει να συντονισθεί από δύο ή τρεις έμπειρους οικονομικούς δημοσιογράφους (άνδρες ή γυναίκες) οι οποίοι (οποίες) θα έχουν άριστη γνώση των οικονομικών θεμάτων. Οι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι πρέπει να θέσουν ερωτήσεις τις οποίες οι αρχηγοί Τσίπρας και Σαμαράς δεν γνωρίζουν εκ των προτέρων. Στο βαθμό λοιπόν που κρίνουν ως ανεπαρκείς (ή ελλειπείς) τις απαντήσεις των δύο πολιτικών, θα πρέπει να επιμείνουν με επόμενες ερωτήσεις ή και καυστικές παρατηρήσεις. Με άλλα λόγια, τόσο ο κος Τσίπρας, όσο και ο κος Σαμαράς πρέπει να «ιδρώσουν» στο debate. Όχι μονόλογοι στο μπαλκόνι αλλά απαντήσεις ενώπιος ενωπίω.
Για παράδειγμα, θα ήθελα ο κος Τσίπρας να απαντήσει, με συγκεκριμένο τρόπο, εαν διαθέτει Σχέδιο Α (πριν καταπιασθούμε με το Σχέδιο Β) και επιπλέον, τι σημαίνει η δήλωση του στο Reuters (τέλη Δεκεμβρίου 2014) ότι δε θα προβεί, ως κυβέρνηση, σε μονομερείς ενέργειες εκτός και εαν εξαναγκασθεί. Εξαναγκασθεί υπό ποίαν ακριβώς έννοιαν; Θα ήθελα επιπλέον ο κος Τσίπρας να απαντήσει στο ερώτημα κατά πόσο τον κολακεύει το γεγονός ότι πλείστοι όσοι θα τον ψηφίσουν όχι επειδή πιστεύουν τα λόγια του για μονομερείς ενέργειες αλλά επειδή ελπίζουν ότι, αναγκαστικά, θα κάνει στροφή όχι 180 μοιρών αλλά, ας πούμε, 160 μοιρών! Όσον αφορά τον κ. Σαμαρά, θα ήθελα να απαντήσει γιατί πήγαμε, «μετά βαΐων και κλάδων», δύο φορές στο Παρίσι χωρίς να κλείσουμε επιτυχώς τα θέματα με την Τρόικα. Επιπλέον, θα ήθελα, ο κος Σαμαράς, να απαντήσει στο ερώτημα εαν πιστεύει ότι αισθάνεται την ανάγκη να πει ένα mea culpa στον ελληνικό λαό για το γεγονός ότι άλλα έλεγε (βλέπε Ζάπειο/α) προεκλογικά και άλλα έκανε ως πρωθυπουργός. Μήπως παραγνώρισε τις διαπραγματευτικές του δυνατότητες αγνοώντας ότι είμαστε, ως χώρα, χρεωμένοι μέχρι τον…λαιμό; Εαν ναι, μήπως, εξηγώντας αυτό, στη διάρκεια του debate, θα βοηθούσε και τον κ. Τσίπρα να καταλάβει ότι και εκείνος, ως πιθανός πρωθυπουργός, διαθέτει εξαιρετικά περιορισμένους «βαθμούς ελευθερίας»;
Επιπλέον, στο βαθμό που και οι δύο αρχηγοί προτάσσουν το συμφέρον της πατρίδας, και στο βαθμό που το εκλογικό αποτέλεσμα δείξει, ως βιώσιμη κυβέρνηση, μόνο «ιστορικό» συμβιβασμό
ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ, θα ήθελα να ακούσω, ρητά και σταράτα (στη διάρκεια του debate) εαν είναι διατεθειμένοι να συγκυβερνήσουν (και σε ποια συγκεκριμένη βάση) αντί να οδηγήσουν τη χώρα σε δεύτερο και ασφαλώς καταστροφικό γύρο εκλογών. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα αποδεκτό Σχέδιο Β (άσχετα με το εαν, ενδεχομένως, βαυκαλίζομαι).
Εαν λοιπόν ένα τέτοιο debate διεξαχθεί, μάλλον θα ψηφίσω στην πατρίδα μου. Τι ακριβώς; Αυτούς ή κάποιον άλλον; Well, αυτό θα εξαρτηθεί από τις απαντήσεις των δύο αρχηγών στο debate.
*Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool