Οι άνθρωποι σχηματίζουν την αίσθηση της Ιστορίας μέσα από τις εμπειρίες τους, στη διαδρομή της ζωής τους. Οι γενιές της Μεταπολίτευσης, που συνιστούν πλέον τη μεγάλη μάζα του εκλογικού σώματος στην Ελλάδα, έζησαν ως τώρα στις καλύτερες συνθήκες που δημιουργήθηκαν ποτέ, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Η κρίση των πέντε τελευταίων ετών μετέβαλε τις συνθήκες ζωής και τις συνειδήσεις, αλλά όχι τόσο δραστικά όσο τα δραματικά γεγονότα της νεότερης Ιστορίας, που οι περισσότεροι γνωρίζουν εξ ακοής ή τα διάβασαν στα βιβλία. Πολλοί συγκρίνουν τη σημερινή κατάσταση με αυτό που δεν έζησαν: πόλεμος, ανθρωπιστική καταστροφή.
Πολλοί απ’ όσους ανήκουν στις –ευτυχώς, απόλεμες –γενιές της Μεταπολίτευσης φαντασιώνονται και αποδίδουν στον εαυτό τους έναν ηρωισμό που αναδείχτηκε και αποδείχτηκε σε άλλες συνθήκες, με αίμα και δάκρυα. Μια τέτοια εξομοίωση καταλήγει πρακτικά στο αντίθετό της: οι ίδιοι να υποτιμούν τα σημερινά διακυβεύματα και να φαντάζονται, αντιφατικά, τον δρόμο της επανάστασης αναίμακτο και το ευρύτερο πλαίσιο της ύπαρξής μας κεκτημένο. Ομως, η Ευρώπη δεν είναι ανιστορική οντότητα και η συμμετοχή μας σε υπερεθνικές δομές δεν είναι δεδομένη ανεξάρτητα από τις επιλογές που θα κάνουμε. Το υπερεθνικό «σύστημα» δεν θα καμφθεί πειθήνια στις επιταγές μας. Από την άλλη πλευρά, η κρίση που ίσως αποφασίσουμε να προκαλέσουμε μπορεί να έχει συνέπειες που ξεπερνούν τη μικρή μας επικράτεια.
Από την άποψη αυτή, η συγκυρία είναι σχεδόν διαβολική. Με τους Podemos να προβάλλουν ως φαβορί στις ισπανικές εκλογές του Νοεμβρίου 2015, οι αμέσως επόμενοι μήνες δίνουν κατάλληλο και ικανό χρόνο στο ευρωπαϊκό κατεστημένο να εκπέμψει μηνύματα παραδειγματισμού με βάση την ελληνική περίπτωση. Ασφαλώς, όμως, δεν πρέπει να υπερτιμούμε την παράμετρο του σχεδιασμού σ’ ένα πολυκεντρικό και διάχυτο σύστημα, όπου ο καταλυτικός ρόλος των «αγορών» εσφαλμένα προσωποποιείται ως βούληση ενός ορθολογικού υποκειμένου. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι η στιγμή να φιλοσοφήσουμε ξανά γύρω από την «πονηρία του Λόγου».
Πιο συγκεκριμένα, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι δανειστές της χώρας μας και οι εναλλακτικοί διεκδικητές της διακυβέρνησής της ευθυγραμμίζονται αίφνης και τρέχουν ο ένας προς τον άλλο. Ο καθένας έχει, βέβαια, την ερμηνεία του. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χαιρετίζει ως δημοκρατική διέξοδο μια εξέλιξη που δρομολογήθηκε από την τρόικα. Στο ενδιάμεσο, η ελληνική κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε για να επισπεύσει την αναμέτρηση ανάμεσα στο «αντισύστημα» και στο «σύστημα» του οποίου η ίδια αποτελεί τον ασθενέστερο και τον πιο στρεβλό εκφραστή. Για την ακρίβεια, οι δανειστές δράττονται της ευκαιρίας που έδωσε η ελληνική κυβέρνηση για να δοκιμάσουν εγκαίρως τα όρια του ελληνικού συστήματος. Το εγχώριο τοπίο θα ξεκαθαρίσει γρήγορα μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου επιβεβαιώνονται οι βασικές βλέψεις και παραδοχές των εξωχώριων εταίρων μας. Το περιβάλλον απεικονίζεται σε μεγάλο βαθμό στη βίαιη αλλά αναστρέψιμη αντίδραση των αγορών.
Σ’ αυτό το περιβάλλον έρχεται η ώρα της αλήθειας για όλους. Η αλήθεια δεν συνίσταται μόνο σε διαπιστώσεις, αλλά κυρίως σε αποφάσεις. Η ώρα της αλήθειας είναι η ώρα της κρίσεως, αλλά όχι υπό την παθητική έννοια στην οποία καταφεύγουν όσοι βολεύονται στον ρόλο του θύματος. Υπό τις παρούσες συνθήκες φαίνεται ως πιο πιθανό η κύρια απόφαση να μετακυλιστεί στο εκλογικό σώμα. Αν αυτό συμβεί, το βάρος της απόδειξης φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται με την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου, τη φυγή των επενδυτών και την απειλή της φυγής καταθέσεων δίνει στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης την εξαιρετική ευκαιρία να συνεχίσει τη μετακίνησή του προς συστημικότερες θέσεις, και ειδικότερα προς την παροχή της διαβεβαίωσης ότι τα όρια κάθε διαπραγμάτευσης εγγράφονται μέσα στα όρια του ευρωπαϊκού κεκτημένου της χώρας. Και, ασφαλώς, υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια χρηστότερης, κοινωνικά δικαιότερης και οικονομικά αποτελεσματικότερης διακυβέρνησης της χώρας μέσα στα όρια αυτά.
Η άλλη επιλογή για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να εμμείνει στην ουτοπία και να απεμπολήσει την εξουσία. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέξει τη μετωπική σύγκρουση με το σύμπαν, θα δικαιώσει προεκλογικά τη ρητορική που ήδη αναπτύσσει η συγκυβέρνηση. Βεβαίως, εναπόκειται στους πολίτες να αποφασίσουν. Αλλά μάλλον η κρίσιμη μάζα των πολιτών, παρά την εικόνα που δίνεται στον δημόσιο χώρο, διατηρεί μια βαθύτερη συναίσθηση ότι δεν είναι το εξοντωμένο θύμα ενός ανελέητου πολέμου και ότι δεν έχει να χάσει μόνο τις αλυσίδες της.
Το αγωνιστικό πεδίο είναι, λοιπόν, ανοιχτό για τα πολιτικά υποκείμενα και οι δημοσκοπήσεις, όπως και το Χρηματιστήριο, είναι ευμετάβλητες στις επιλογές που θα γίνουν από τώρα, από σήμερα. Πόσω μάλλον, το αποτέλεσμα των πιθανών εκλογών. Αν κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σήμερα ενώπιον τέτοιων επιλογών, είναι προφανές ότι η πορεία των εξελίξεων θα καθοριστεί από δύο επιπλέον παράγοντες: αφενός την καθαρή προεκλογική θέση των δυνητικών του συμμάχων στην επόμενη διακυβέρνηση και αφετέρου τον έλεγχο των εσωκομματικών του συσχετισμών, όπως εν τέλει θα απεικονιστούν στη σύνθεση της επόμενης κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Το τοπίο φαίνεται θολό και ομιχλώδες, αλλά οι παράμετροι της διαμόρφωσής του είναι αρκετά ξεκάθαρες. Υπάρχουν, συνεπώς, προϋποθέσεις αρκετά μεγάλης ορατότητας για τους πολίτες. Τίποτα δεν είναι εξασφαλισμένο, τίποτα δεν είναι χαμένο. Στη Δημοκρατία έχουμε την ευθύνη των επιλογών μας.
Ο κ. Αλέξης Καλοκαιρινός διδάσκει στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ