Η Τουρκία είναι, θεωρητικά, μέλος της συμμαχίας των αντι-τζιχαντιστών. Η Αγκυρα έχει αναδειχθεί σε σημαντική περιφερειακή δύναμη. Εχει τη μεγαλύτερη οικονομία και τον ισχυρότερο στρατό στην περιοχή αλλά είναι η πλέον ευπαθής στα όσα διαδραματίζονται στη Συρία και στο Ιράκ, δύο χώρες που καλύπτουν όλα τα νότια σύνορά της. Η στρατηγική του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι να αποφευχθούν οι συγκρούσεις με τους γείτονες, μια στρατηγική η οποία μέχρι στιγμής είναι επιτυχής.
Οι ΗΠΑ ζητούν από την Τουρκία να προσφέρει δυνάμεις ξηράς οι οποίες να αντιμετωπίσουν τους τζιχαντιστές. Η Αγκυρα έχει συμφέρον να το κάνει καθώς, πρώτον, το ιρακινό πετρέλαιο θα τη βοηθήσει να έχει άλλες πηγές ενέργειας και, δεύτερον, επειδή θέλει να εμποδίσει την επέκταση της σύγκρουσης στο έδαφός της. Η τουρκική κυβέρνηση κατέβαλε προσπάθειες ώστε να κρατήσει έξω από τα σύνορά της τη σύγκρουση στη Συρία και να περιορίσει στο ελάχιστο την άμεση ανάμειξή της στον εμφύλιο πόλεμο. Η Αγκυρα αντιστέκεται επίσης στην πίεση που ασκούν οι τζιχαντιστές στους Κούρδους του Ιράκ επειδή αυτή τελικά μπορεί να επεκταθεί και στο τουρκικό Κουρδιστάν.
Η θέση της Τουρκίας είναι δύσκολη. Αν επέμβει εναντίον των τζιχαντιστών στο πλευρό των Αμερικανών ο στρατός της θα περάσει δοκιμασία για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο της Κορέας και η θετική ποιότητα της δοκιμασίας του δεν είναι εξασφαλισμένη. Οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι και η νίκη κάθε άλλο από εξασφαλισμένη. Η Τουρκία θα αναλάμβανε τον ρόλο που έπαιζε στον αραβικό κόσμο η Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα προσπαθούσε να διαμορφώσει τις αραβικές πολιτικές κατά τρόπο που να την ικανοποιεί. Οι ΗΠΑ δεν κατάφεραν κάτι τέτοιο στο Ιράκ και καμία εγγύηση δεν υπάρχει ότι θα επιτύχει η Τουρκία. Ουσιαστικά, η Αγκυρα θα συρθεί στη σύγκρουση με τα αραβικά κράτη από την οποία δεν θα μπορεί να αποχωρήσει ακριβώς όπως δεν μπορεί να αποχωρήσει η Ουάσιγκτον.
Ταυτόχρονα, η αστάθεια στον Νότο της Τουρκίας και η εμφάνιση των τζιχαντιστών –μιας νέας δύναμης στη Συρία και στο Ιράκ –αποτελούν σημαντικές απειλές για την Αγκυρα. Υπάρχουν φήμες ότι οι Τούρκοι υποστήριξαν στα κρυφά τους τζιχαντιστές αλλά αυτό είναι μάλλον αμφίβολο. Οι Τούρκοι ίσως να έβλεπαν με συμπάθεια κάποιες άλλες ισλαμικές ομάδες αλλά οι τζιχαντιστές είναι επικίνδυνοι και ασφαλώς θα δέχονταν αμερικανική πίεση. Η Τουρκία έχει συμφέροντα στη Συρία τα οποία δεν συμπίπτουν με τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Η Τουρκία θέλει να ανατραπεί το καθεστώς Ασαντ αλλά οι ΗΠΑ διστάζουν καθώς φοβούνται ότι ακόμη και αν ανοίξουν την πόρτα σε ένα τζιχαντικό καθεστώς Σουνιτών –μάλλον σε κάποια τζιχαντική αναρχία –αυτό θα είναι αδύνατον να διαμορφωθεί αφού θα είναι παρόντες και οι τζιχαντιστές. Οι Τούρκοι προβάλλουν το πρόβλημα Ασαντ ως πρόσχημα, ως έναν βαθμό, για να μη λάβουν μέρος στη σύγκρουση. Ενδιαφέρονται να εξαφανιστεί το καθεστώς Ασαντ και στη θέση του να υπάρξει ένα φιλοτουρκικό σουνιτικό καθεστώς. Αν οι ΗΠΑ συμφωνήσουν η Τουρκία θα έχει το αποτέλεσμα που θέλει στη Συρία αλλά με μεγάλο ρίσκο στο Ιράκ.
Ετσι ο τζιχαντιστές έχουν γίνει το σημείο κρίσης στους δεσμούς ΗΠΑ – Τουρκίας σε αντικατάσταση κρίσιμων προβλημάτων όπως οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ.
Ο κ. George Friedman είναι πρόεδρος του ιδρύματος Stratfor Global Intelligence της Ουάσιγκτον. Το άρθρο δημοσιεύεται με άδεια του ιδρύματος.
HeliosPlus