Το Α’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με την υπ’ αριθμ. 3783/2014 απόφασή του, έκρινε ότι τα θύματα της ασφαλιστικής εταιρείας «Ασπίς-Πρόνοια Α.Ε. Γενικών Ασφαλίσεων» θα λάβουν, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης -μέσω του μηχανισμού εγγυήσεων (εγγυητικό κεφάλαιο)- το 70% των ποσών που διεκδικούν ως αποζημίωση από το ελληνικό δημόσιο.

Την αποζημίωση (70%) θα τη λάβουν αυτόματα χωρίς να χρειαστεί να καταθέσουν σχετικές αγωγές στα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας.

Υπενθυμίζεται ότι την αποζημίωση και τη χρηματική ικανοποίηση οι πρώην ασφαλισμένοι στην «Ασπίς» τη διεκδικούν για τη ζημιά που υπέστησαν από τις παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά και για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από τη συμπεριφορά αυτή των δημόσιων οργάνων (κρατική εποπτεία).

Τέσσερα από τα «θύματα» της ασφαλιστικής εταιρείας διεκδικούσαν από το ελληνικό δημόσιο το ποσό των 2.589.702 ευρώ για τη ζημιά που υπέστησαν από τις παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου.

Συγκεκριμένα, οι ασφαλισμένοι είχαν συνάψει με την «Ασπίς» ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής συνδεόμενα με επενδύσεις, που παράλληλα είχαν και αποταμιευτικό χαρακτήρα, ενώ κατέβαλαν υψηλά ασφάλιστρα, και με τη λήξη των συμβολαίων θα ελάμβαναν το κεφάλαιο, συν μπόνους.
Οι ασφαλισμένοι υποστήριζαν ότι σύμφωνα με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα, το Δημόσιο έχει την ευθύνη για τις πράξεις και τις παραλείψεις των αρμόδιων οργάνων του.

Όπως υποστηρίζουν οι πρώην ασφαλισμένοι της «Ασπίς», τα αρμόδια όργανα του Δημοσίου δεν προέβησαν στου αναγκαίους προληπτικούς ελέγχους και στη λήψη των αναγκαίων κατασταλτικών μέτρων πριν γίνει η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επίμαχης ασφαλιστικής εταιρείας.

Η υπόθεση είχε εισαχθεί στο ΣτΕ ως «δίκη πιλότος» σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του νόμου 3900/2010. Δηλαδή, την επίμαχη απόφαση του ΣτΕ πρέπει να την ακολουθήσουν πιστά όλα τα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας που έχουν όμοιες εκκρεμείς υποθέσεις.

Το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος ο Νικόλαος Σακελλαρίου και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας ‘Αννα Καλογεροπούλου) έκρινε ότι τα θύματα της «Ασπίς» δεν μπορούν να διεκδικήσουν την αποζημίωση από το Δημόσιο μέσω του άρθρου 105 εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα, καθώς το Νομοθετικό Διάταγμα 400/1970 (περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως) προβλέπει ειδικό μηχανισμό για τις περιπτώσεις αυτές.

Το Νομοθετικό αυτό Διάταγμα προβλέπει ένα μηχανισμό χρηματοδότησης προερχόμενο από εισφορές των ασφαλιστικών εταιρειών (κάτι ανάλογο με το επικουρικό κεφάλαιο για την κάλυψη ζημιών από τα ανασφάλιστα αυτοκίνητα). Ο μηχανισμός αυτός καλύπτει τις περιπτώσεις αφερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως είναι όταν αυτές βρίσκονται υπό πτώχευση, όταν ανακαλείται η άδεια λειτουργίας τους για παράβαση νόμου, κ.λπ.

Ο εν λόγω μηχανισμός καλύπτει τις περιπτώσεις αφερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα αν η άδεια ανακλήθηκε λόγω σκόπιμων ή εσφαλμένων ενεργειών, ή παραλείψεων της κρατικής μηχανής, ή πλημμελούς άσκησης κρατικής εποπτείας, ή «απρόβλεπτων και μεγάλης έκτασης οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων».

Ακόμη, στη δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι ο επίμαχος μηχανισμός είναι συνταγματικός και νόμιμος, αλλά και σύμφωνος με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν, επίσης, στην απόφασή τους ότι «ευθύνη προς αποζημίωση από τυχόν πλημμελή άσκηση κρατικής εποπτείας επί των ασφαλιστικών επιχειρήσεων δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις διατάξεις του άρθρου 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα», εφόσον υπάρχει το Νομοθετικό Διάταγμα 400/1970 το οποίο επικυρώνει ουσιαστικά ευρωπαϊκές οδηγίες.

Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας στην απόφασή τους αναφέρουν: «Ο ειδικός μηχανισμός αποζημιώσεως των ασφαλισμένων ασφαλιστικών επιχειρήσεων αποτελεί μηχανισμό κατάλληλο και πρόσφορο για την αποκατάσταση ζημιών που τυχόν προκαλούνται και από την πλημμελή άσκηση της κρατικής δραστηριότητας. Η θέσπιση δε του μηχανισμού αυτού αποκλείει, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων, με τις οποίες καταστρώνεται ο ως άνω μηχανισμός, όχι μόνον την ευθεία αλλά και την ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα. Ο επίμαχος μηχανισμός, όπως οργανώνεται από το νομοθέτη, δεν προσκρούει σε καμία διάταξη του Συντάγματος».