Με ενοχλητική χρονοτριβή, έφτασε στον τελευταίο της σταθμό η έμμονη επιδρομή μου σε πέντε υποδείγματα μεταφραστικής ευστοχίας που σημάδεψαν το φετινό καλοκαίρι. Τώρα που το σκέφτομαι, θα μπορούσε κάποιος φανατικός της μετάφρασης να μιλήσει για μικροσκοπικό ανθολόγιο, που συμμαζεύει στη γλώσσα μας και στον τόπο μας, πέντε εποχές και τέσσερις γλώσσες, σε μέρες κατεξοχήν μίζερες και προβληματικές. Στην έξοδο πάντως του πεντάτευχου αυτού ανθολογίου εμφανίζεται σήμερα ο Υβ Μπονφουά (σημαντικός ποιητής και στοχαστής, όσο λίγοι στον αιώνα που πέρασε), καταθέτοντας ως διαθήκη στον σχιζοφρενικό εικοστό πρώτο αιώνα την ποιητική υπεράσπιση του πραγματικού.
Προηγείται η πρόχειρη σύστασή της, συμπυκνωμένη ήδη στο διακριτικό εξώφυλλο του βιβλίου. Επικεφαλής το όνομα του ποιητή στην ελληνική μεταγραφή του. Μεσολαβεί κεφαλαιογράμματος ο επίτιτλος: Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ. Υποσημαίνονται τα τρία διαδοχικά του μέρη: Η αφιέρωση, ο Αντι-πλάτων, Οι τάφοι της Ραβέννας, και επιβάλλονται τα ονόματα του μεταφραστή και του εκδότη: Χριστόφορος Λιοντάκης, Εκδόσεις Γαβριηλίδη. Πρόκειται για απόσταγμα έμπρακτης ποίησης (στιχουργημένης και δοκιμιακής, στο πρωτότυπο και σε άψογη μετάφραση), το οποίο ασφαλίζεται σε εβδομήντα δύο σελίδες. Προτάσσεται τρισέλιδο «Σημείωμα του μεταφραστή» και επιτάσσονται ανυπόγραφα (γραμμένα με το ασκητικό χέρι του) το δισέλιδο «Σύντομο εργοβιογραφικό του Υβ Μπονφουά» και οι μονοσέλιδες «Ελληνικές μεταφράσεις των έργων του Υβ Μπονφουά».
Το σύνολο των 85 σελίδων αποτελεί παραδειγματική απογραφή μιας ένθερμης συνάντησης δύο ποιητών, όπου ο νεότερος ποιητής (από τους πρώτους της γενιάς του) μαθητεύει έμπρακτα στον ώριμο ποιητή. Δίαυλος της προκείμενης μαθητείας είναι και η εξελισσόμενη αυτή μετάφραση, η οποία ξεκίνησε το 1977, δοκιμάστηκε δημόσια σε δύο ενδιάμεσους σταθμούς (1981, 1985) και πήρε εδώ την οριστική της μορφή. Σχολιάζω πρώτα τα τρία περιφερειακά κείμενα του τόμου, ξεκινώντας από το τρίτο.
«Οι ελληνικές μεταφράσεις έργων του Υβ Μπονφουά» δείχνουν πόσο γόνιμη και πρώιμη υπήρξε τη φορά αυτή η μεταφραστική μας ανταπόκριση. Την εγκαινίασε ο Μηνάς Δημάκης το 1963, παρενέβη το 1981 ο Δημήτρης Ανναλις, μεσολάβησε το 1987 ο Κώστας Αντύπας, ακολούθησε το 1994 (στην Κέρκυρα τη φορά αυτή) ο Ευριπίδης Κλεόπας και την επικύρωσε ο Θανάσης Χατζόπουλος το 2005. Σ’ αυτόν τον μεταφραστικό έρανο συμμετέχει, ήδη από τον 1977, ο Χριστόφορος Λιοντάκης.
Το ενδιάμεσο «Σύντομο εργογραφικό του Υβ Μπονφουά» οικονομεί και συνάπτει τις απαραίτητες πληροφορίες. Σημειώνω τις κυριότερες. Γέννηση το 1923. Σπουδές: Μαθηματικά, Φιλοσοφία, Ιστορία των Επιστημών, Εικαστικές τέχνες. Περαστική θητεία στον υπερρεαλισμό. Εκδότης του περιοδικού «L’ Ephémère», με συνεργάτες μεταξύ άλλων τον Μισέλ Λεϊρίς και τον Πάουλ Τσέλαν. Καθηγητής σε πανεπιστήμια της Γαλλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελβετίας.
Φανατικός μεταφραστής δεκαπέντε έργων του Σαίξπηρ, μετέφρασε επιπλέον ποιήματα των Γέητς, Πετράρχη, Λεοπάρντι και τα Τρία κρυφά ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη. Εξέδωσε, αν μετρώ καλά, δέκα ποιητικές συλλογές: την πρώτη το 1953, την τελευταία το 2010. Πλαισιωμένες από υψηλής στάθμης Δοκίμια –ανάμεσά τους και ένα ουσιαστικό για την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Τη σπάνια αξία της συνολικής παρουσίας του μαρτυρούν τα πολλαπλά (εθνικά και διεθνή) έγκυρα βραβεία.
Ανεβαίνω τώρα στο προλογικό «Σημείωμα του Μεταφραστή», στο οποίο προτάσσεται (ως πλοηγός του πρωτότυπου κειμένου και της έντιμης μετάφρασης) ο Αρθούρος Ρεμπώ, με ένα παράθεμα από το αποκαλυπτικό του έργο Μια εποχή στην κόλαση του Αρθούρου Ρεμπώ (το έχει μεταφράσει ανεπανάληπτα στη γλώσσα μας ο Λιοντάκης). Το αντιγράφω: «Εγώ! εγώ, ο αυτοκαλούμενος μάγος ή άγγελος, απαλλαγμένος από κάθε ηθική, επιστρέφω στη γη, για να επιτελέσω ένα χρέος και να αγκαλιάσω τη σκληρή πραγματικότητα».
Η τελευταία λέξη του παραθέματος αποτελεί τον πυρήνα της ποίησης του Μπονφουά, που τον εντοπίζει εδώ ο μεταφραστής γράφοντας: «Ολόκληρο το έργο του Μπονφουά ξεκινά και καταλήγει στην πραγματικότητα, στον αισθητό κόσμο: στη γη, στο γυμνό χώμα, στο νερό, στην πέτρα […], στα βήματα μέσα στη νύχτα, στο κλαδί ενός δέντρου, στο άδειο σπίτι. Καταφάσκει […] την αναντίρρητη παρουσία που υπάρχει στη φευγαλέα αίσθηση, στο άπιαστο, στον κυματισμό […], και αρνείται σθεναρά το αμετάβλητο, το αιώνιο («αιωνιότητα σε μισώ»), τις τέλειες ιδέες («η ατέλεια είναι η κορυφή») και απορρίπτει τελικά την πλατωνική θεωρία των Ιδεών. […] Ασκεί σφοδρή πολεμική στην έννοια και στην εννοιοκρατούμενη σκέψη […] χαρακτηρίζοντάς τη «σύννεφο που μας καταπλακώνει και μας κρύβει το πραγματικό»».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ