Πολιτικό κενό, θρησκευτικές συγκρούσεις, και η αμφιθυμία της Δύσης οδήγησαν στην άνοδο των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Μετώπου (IS) στη Συρία, και το Ιράκ. Αλλά τώρα, η ανάγκη να ηττηθούν οι φανατικοί σουνίτες ισλαμιστές μπορεί να γίνει εργαλείο για περαιτέρω εξομάλυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με τους σιίτες μουλάδες στο Ιράν, λένε ειδικοί με τους οποίους επικοινώνησε το ΒΗΜΑ.
«Τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ιράν εκλαμβάνουν το IS ως σημαντική απειλή για τα δικά τους συμφέροντα. Ενα προπύργιο των ισλαμιστών κοντά στα ιρανικά σύνορα θα είναι βαθιά και άμεση απειλή για την ασφάλεια της Τεχεράνης. Κατ’ αρχήν, οι σουνίτες τζιχαντιστές μισούν ανοιχτά την σιιτική πίστη (σσ: το άλλο μεγάλο δογματικό παρακλάδι του ισλάμ), στην οποία ανήκει η συντριπτική πλειοψηφία των Ιρανών και η πλειονότητα των Ιρακινών. To IS κάνει ήδη σεχταριστικό πόλεμο στην Συρία και στο Ιράκ, και η Τεχεράνη φοβάται ότι τελικά σχεδιάζει να στρέψει τις βλέψεις του κατά του Ιράν», λέει μιλώντας στο Βήμα, ο Μοχσέν Μιλάνι, καθηγητής και διευθυντής στο Κέντρο Στρατηγικών και Διπλωματικών Μελετών στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα.
«Η Ουάσινγκτον, από την πλευρά της, έχει καταλήξει επίσης στο συμπέρασμα ότι το IS αποτελεί σημαντική απειλή. Αν οι ισλαμιστές καταφέρουν να δημιουργήσουν ασφαλές καταφύγιο στο Ιράκ, θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το εκεί έδαφος για ενέργειες εναντίον των ΗΠΑ, να υπονομεύσουν δυτικούς συμμάχους στην περιοχή, και να θέσουν σε κίνδυνο τις μεταφορές πετρελαίου στον Περσικό Κόλπο», προσθέτει.
«Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος του IS εναντίον του ιρακινού κράτους θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των ΗΠΑ εκεί όπου η Ουάσιγκτον έχει πληρώσει βαρύ τίμημα σε αίμα και σε χρήμα. Η κατάρρευση του Ιράκ θα ήταν ταπεινωτική ήττα για την υπερδύναμη», εκτιμά ο Μιλάνι.
Και καταλήγει: «Παρά το γεγονός ότι ΗΠΑ και Ιράν έχουν διαφορετικά οράματα για το μέλλον του Ιράκ, μοιράζονται τρεις κύριους στρατηγικούς στόχους: προστασία της εδαφικής ακεραιότητας αυτού του κράτους, πρόληψη εμφυλίου πολέμου που θα μπορούσε εύκολα να διαχυθεί σε ολόκληρη την περιοχή, και ως εκ τούτου, την ήττα του IS. Βέβαια, είναι απίθανο να προσφέρει το Ιράν τακτική βοήθεια προς τις ΗΠΑ στο πεδίο τής μάχης, αλλά είναι πιθανό να καλωσορίσει τις συνεχιζόμενες περιορισμένες αεροπορικές επιδρομές των Αμερικανών κατά του IS στο Ιράκ».
Οι ιστορικές αποτυχίες του σουνιτισμού μετά την Οθωμανική Αυτοκρατορία
«Στην ουσία, το IS απλά γεμίζει ένα κενό», εκτιμά μιλώντας επίσης στο Βήμα ο Πίτερ Χάρλινγκ, αναλυτής στον Ομιλο Διεθνών Κρίσεων (ΙCG) για την Μέση Ανατολή. «Καταλαμβάνει εδάφη στην βορειοανατολική Συρία, επειδή το καθεστώς του (σσ: σιίτη προέδρου Μπασάρ αλ-Ασαντ) την έχει εγκαταλείψει σε μεγάλο βαθμό, και η αντιπολίτευση που θα μπορούσε να τον έχει αντικαταστήσει δεν βρήκε πραγματικό σύμμαχο, ιδίως τις ΗΠΑ. Στο Ιράκ, το IS έχει σημειώσει άνοδο σε πόλεις όπως η Φαλούτζα και η Μοσούλη, επειδή η κεντρική εξουσία στην Βαγδάτη τις άφησε στην τύχη τους: το ιρακινό κράτος διατηρούσε μια παρουσία εκεί που ήταν ταυτόχρονα διεφθαρμένη, καταπιεστική και σαθρή», προσθέτει.
Και τονίζει: «Το IS καλύπτει, επίσης, ένα κενό σε πιο αφηρημένο επίπεδο. Με απλά λόγια, ο σουνιτικός κόσμος έχει πρόβλημα να συμβιβαστεί με το παρελθόν του, και να οραματιστεί το μέλλον του. Μια κατακερματισμένη ιστορία στον 20ό αιώνα, μετά από μακρά Τουρκοκρατία, που θεωρήθηκε περίοδος παρακμής, έκλεισε με σειρά αποτυχιών: αντι-ιμπεριαλισμός, παναραβισμός, εθνικιστικά κινήματα, σοσιαλισμός, διάφορες μορφές ισλαμισμού, καπιταλισμού – όλα αυτά οδήγησαν μόνο σε αλγεινές ή διφορούμενες εμπειρίες».
«Μέχρι στιγμής, με την εξαίρεση της Τυνησίας, οι ελπίδες που γεννήθηκαν από τις εξεγέρσεις της Αραβικής Ανοιξης του 2011 έχουν γίνει στάχτη. Πού μπορούν να βρουν έμπνευση, αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια οι σουνίτες σήμερα; Από τους αντιδραστικούς στον Κόλπο και στην Αίγυπτο; Από τους ισλαμιστές Αδελφούς Μουσουλμάνους, που διώκονται παντού; Από την παλαιστινιακή Χαμάς, που είναι εγκλωβισμένη στο διαρκές αδιέξοδο της αντίστασης κατά του Ισραήλ;» ρωτάει ο Χάρλινγκ.