ΤΟ ΒΗΜΑ –LE MONDE
Ζητώντας από τον Μανουέλ Βαλς, από νωρίς το πρωί της Δευτέρας 25 Αυγούστου, να σχηματίσει νέα κυβέρνηση, ο Φρανσουά Ολάντ αποφάσισε στην πραγματικότητα να επιλύσει, από την πρώτη στιγμή, μια κρίση που απειλούσε τόσο τον ίδιο όσο και τον αρχηγό της κυβέρνησης. Πέντε μόλις μήνες μετά την σύνθεση της ομάδας του Μανουέλ Βαλς, την επομένη των καταστρεπτικών δημοτικών εκλογών, η δραματοποίηση αυτή, καθόλου χαρακτηριστική από την πλευρά του αρχηγού του κράτους, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του ότι τα παίζει όλα για όλα.
Είναι αλήθεια ότι το Σαββατοκύριακο 23-24 Αυγούστου ήταν το λιγότερο περίεργο. Δύο στελέχη βαρέων βαρών της κυβέρνησης _ εκείνοι ακριβώς που είχαν συμμαχήσει με τον κ. Βαλς την άνοιξη για να του επιτρέψουν να επιβληθεί στο πρωθυπουργικό μέγαρο, το Ματινιόν _ δεν δίστασαν να αμφισβητήσουν δημοσίως και αυστηρά την οικονομική πολιτική που χάραξε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας από την αρχή του έτους.
Σύμφωνα με τον Αρνό Μοντεμπούρ, «η αναγκαστική μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων αποτελεί οικονομική εκτροπή, οικονομικό παραλογισμό και δυσοίωνη πολιτική» που ρίχνει τους Γάλλους «στην αγκαλιά των εξτρεμιστικών κομμάτων». Εν ολίγοις, ο υπουργός Οικονομίας έκρινε επείγον «να φέρουμε εναλλακτικές λύσεις». Και ο συνάδελφός του υπουργός Παιδείας, Μπενουά Αμόν, διαβεβαίωσε ότι «δεν αισθάνεται μακριά» από εκείνους στο Σοσιαλιστικό Κόμμα που αμφισβητούν επί μήνες στη Βουλή την οικονομική κατεύθυνση της κυβέρνησης.
Νόμιμη η δημόσια συζήτηση, διαβεβαίωσαν οι δυο ταραχοποιοί, όταν η κατάσταση της χώρας είναι τόσο απελπιστική, η ανάπτυξη μηδενική, η αύξηση της ανεργίας αδυσώπητη και η ευρωπαϊκή οικονομία σε στασιμότητα. Απαράδεκτη διαφωνία απάντησαν οι δυο υπεύθυνοι της εκτελεστικής εξουσίας.
Η αλήθεια είναι ότι διακυβευόταν η εξουσία τους. Ο επικεφαλής του Κράτους είχε επιβεβαιώσει με τρόπο πολύ κατηγορηματικό, στις 21 Αυγούστου από τις σελίδες αυτής της εφημερίδας, ότι η οικονομική, δημοσιονομική και ευρωπαϊκή κατεύθυνση θα παρέμενε απαράλλαχτη και ότι, αντί να επιβραδυνθεί ο ρυθμός, πρέπει «να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις». Όσο για τον επικεφαλής της κυβέρνησης, κατέστησε την εξουσία του και την συνοχή της κυβέρνησής του τους δύο πυλώνες της εικόνας και της δράσης του. Αν άφηνε την παράβαση, μέχρι στιγμής μόνο κοινοβουλευτική, των «αμφισβητιών» να επεκταθεί και εντός της ίδιας της κυβέρνησης κινδύνευε να της προσδώσει, ακόμη περισσότερο απ’ όσο στο παρελθόν, την εικόνα ενός ακυβέρνητου σκάφους.
Για τους κκ. Ολάντ και Βαλς έφθασε λοιπόν, περισσότερο από ποτέ, η ώρα της αλήθειας: διαθέτουν την πλειοψηφία για την πολιτική τους; Θα έχουν αύριο, περισσότερο από χθες, την ικανότητα να πείσουν το στρατόπεδό τους ότι δεν υπάρχει, όπως επαναλαμβάνουν, εναλλακτική στην πολιτική που χαράσσουν; Με την επίδειξη δύναμης στην οποία επιδόθηκαν δεν κινδυνεύουν να συσπειρώσουν όλους εκείνους που αρνούνται, λιγότερο ή περισσότερο, την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής; Η απάντηση θα έρθει στις επόμενες ώρες. Όποια και αν είναι, θα αποτελέσει για τον πρόεδρο την τελευταία ευκαιρία για να σώσει την πενταετή θητεία του.