Τουλάχιστον 70 τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους έχουν σκοτωθεί από την Τετάρτη σε συγκρούσεις με τον συριακό στρατό στην επαρχία της Ράκα, ανέφερε σήμερα το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Οι μάχες διεξάγονται γύρω από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Τάμπκα, το τελευταίο προπύργιο του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ στην περιοχή αυτή που ελέγχεται εξ ολοκλήρου από το ΙΚ.
Οι συγκρούσεις εντάθηκαν κυρίως μετά το βράδυ της Τρίτης, όταν οι τζιχαντιστές εξαπέλυσαν μια μεγάλη επιχείρηση για την κατάληψη του αεροδρομίου και πραγματοποίησαν επιθέσεις με παγιδευμένα αυτοκίνητα, χωρίς όμως να μπορέσουν να προωθηθούν, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο.
Ο διευθυντής της ΜΚΟ Ράμι Άμπντελ Ραχμάν είπε ότι τουλάχιστον 70 μαχητές του ΙΚ έχουν σκοτωθεί σε αεροπορικές επιδρομές του στρατού, από πυραύλους τύπου Σκουντ και από εκρήξεις ναρκών.
«Το καθεστώς αρχίζει να χρησιμοποιεί και βαρέλια με εκρηκτικά», όπως είχε κάνει και στο Χαλέπι, όπου βομβάρδιζε τους τομείς που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι αντάρτες, συνέχισε.
Την Πέμπτη η Δαμασκός έστειλε ενισχύσεις, κυρίως στρατιώτες που έφτασαν στο αεροδρόμιο της Τάμπκα με ελικόπτερα.
Το ΙΚ ελέγχει μεγάλες εκτάσεις στη βόρεια και την ανατολική Συρία, κυρίως στην επαρχία της Ράκα.
Τον Ιούλιο και στις αρχές Αυγούστου απώθησε τον στρατό από δύο σημαντικές βάσεις στη Ράκα, αφού σκότωσε περισσότερους από 100 στρατιώτες.
Οι επιθέσεις αυτές ανάγκασαν το συριακό καθεστώς να εξαπολύσει μια πρωτοφανή επιχείρηση βομβαρδισμών στις θέσεις που κατέχει το ΙΚ στη Ράκα και σε άλλες περιοχές, μολονότι μέχρι τώρα οι δύο πλευρές είχαν αποφύγει την κατά μέτωπο σύγκρουση.
Τα δύο βασικά μέτωπα στον πόλεμο της Συρίας ήταν αυτό μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των ανταρτών που επιδιώκουν την ανατροπή του Άσαντ και αυτό μεταξύ των ανταρτών και των τζιχαντιστών του ΙΚ.
Οι αντάρτες κατηγορούν τους ακραίους ισλαμιστές ότι τους «έκλεψαν» την επανάσταση λόγω των βιαιοτήτων που διαπράττουν. Το ΙΚ κατηγορείται ή έχει αναλάβει την ευθύνη για σταυρώσεις, λιθοβολισμούς και αποκεφαλισμούς αμάχων, όπως του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέιμς Φόλεϊ.