Χωρίς Αριθμό Φορολογικού Μητρώου θα μένουν επαγγελματίες και επιχειρήσεις που συλλαμβάνονται για φοροδιαφυγή και δεν πληρώνουν τα πρόστιμα που τους επιβάλλονται. Αυτό θα οδηγήσει ουσιαστικά στο πάγωμα κάθε συναλλαγής που μπορούν να πραγματοποιήσουν καθώς χωρίς ΑΦΜ δεν μπορεί να εκδοθεί απόδειξη ή τιμολόγιο, να υπάρξει επιστροφή ΦΠΑ, να εκδοθεί μπλοκ επιταγών ή να γίνει αίτηση για χορήγηση δανείου από Τράπεζα.
Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να αναστείλει ή να απενεργοποιήσει τη χρήση του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου του επιτηδευματία εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία, τα οποία υποδηλώνουν ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή ότι έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτησή του. Η περίπτωση της φοροδιαφυγής δεν αφορά τη διάπραξη τυπικών παραβάσεων των κείμενων φορολογικών διατάξεων αλλά την από πρόθεση παραβίαση αυτών με συνέπεια την αποφυγή απόδοσης φόρων προς βλάβη του κοινωνικού συνόλου. Στην περίπτωση κατά την οποία η απενεργοποίηση του ΑΦΜ γίνει, ο φορολογούμενος μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται παραπάνω και να ζητήσει την εκ νέου ενεργοποίηση του ΑΦΜ του από τη Φορολογική Διοίκηση.
Το μέτρο αυτό περιλαμβάνεται σε ένα από τα 232 άρθρα του πολυνομοσχεδίου που κατατέθηκε το απόγευμα της Τρίτης στη Βουλή προκειμένου η κυβέρνηση να κλείσει όλα τα προαπαιτούμενα για να εγκριθεί η δόση 1 δισ. ευρώ που βρίσκεται σε εκκρεμότητα από τον τελευταίο έλεγχο της τρόικας.
Με άλλη διάταξη το υπουργείο Οικονομικών ουσιαστικά καταργεί την εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ στο τέλος του έτους για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, καταργεί τους φόρους υπέρ τρίτων, ενώ ενισχύεται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων με τη σύσταση 400 οργανικών θέσεων ώστε να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες της και να λειτουργήσει ομαλά η φορολογική διοίκηση.
Παράλληλα, αναμορφώνονται οι διατάξεις για την υποβολή και τον έλεγχο του «πόθεν έσχες». Θα συγκροτηθεί μία Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων προσώπων (βουλευτών, υπουργών κ.ά.), η οποία αποτελείται από δύο αντιπροέδρους της Βουλής, δύο ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς και έναν υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ακόμη θεσπίζεται η υποβολή δήλωσης οικονομικών συμφερόντων και η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων ώστε να καταστεί αποτελεσματικός ο έλεγχος.
Με το νομοσχέδιο ρυθμίζεται και νομοθετικά η μη επιβολή της ποινής απώλειας του αφορολόγητου ποσού από δαπάνες αγοράς αγαθών και υπηρεσιών στους φορολογούμενους που υπέβαλαν εκπρόθεσμες δηλώσεις εισοδήματος, δηλαδή μετά τις 15 Ιουλίου. Οπως αναφέρεται στο σχετικό άρθρο του νομοσχεδίου: «οι δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.2238/1994, καθώς και τα έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης της περίπτωσης α΄ της παρ. 3 του άρθρου 9 του ίδιου νόμου, που αφορούν το οικονομικό έτος 2014, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του φόρου σύμφωνα με την κλίμακα της παρ. 1 α΄ του ίδιου άρθρου και νόμου, ακόμη και στην περίπτωση που συμπεριληφθούν σε εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος».