Η παρακεταμόλη, ένα παυσίπονο που χορηγείται ευρέως για τον οξύ πόνο της μέσης,τελικά δεν επιταχύνει την ανάρρωση ούτε μειώνει τον πόνο, αποφαίνεται μεγάλη αυστραλιανή μελέτη που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet.
Δεν υπερέχει του εικονικού φαρμάκου
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ διαπίστωσαν ότι το δημοφιλές αναλγητικό δεν υπερέχει του εικονικού φαρμάκου στην επίτευξη της ανάρρωσης από τις κρίσεις οσφυαλγίας ή δεν μειώνει την ένταση του πόνου, βελτιώνοντας την λειτουργικότητα, τον ύπνο ή την ποιότητα ζωής του ασθενή.
Τα ευρήματα αυτά θέτουν υπό αμφισβήτηση της ισχύουσα επιστημονική θεώρηση ότι, η παρακεταμόλη είναι πρώτης επιλογής παυσίπονο για τον πόνο της μέσης.
Η οσφυαλγία είναι κύρια αιτία ανικανότητας παγκοσμίως και σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες η παρακεταμόλη συστήνεται ως πρώτης γραμμής αναγλητικό, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητά της έναντι της πάθησης.
Ο δρ Κρίστοφερ Γουίλιαμς και οι συνεργάτες του έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 1.652 άτομα που υπέφεραν από οξύ πόνο στη μέση. Με τυχαία επιλογή τους χορήγησαν, είτε παρακεταμόλη για τέσσερις εβδομάδες σε κανονική δοσολογία τρεις φορές την ημέρα (ή ανάλογα με τις απαιτήσεις κάθε ασθενούς) ή εικονικό φάρμακο. Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν επίσης ιατρική συμβουλευτική, ενώ ετέθησαν υπό παρακολούθηση για τρεις μήνες.
Από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων δεν εντοπίστηκαν διαφορές στον αριθμό των ημερών για την επίτευξη της ανάρρωσης, μεταξύ των δύο θεραπευτικών ομάδων. Κατά μέσο όρο 17 ημέρες να αναρρώσει χρειάστηκε η ομάδα της παρακεταμόλης και 16 η ομάδα ελέγχου.
Η παρακεταμόλη δεν είχε καμιά επίπτωση στον μεσοπρόθεσμο πόνο, την ανικανότητα, τη λειτουργικότητα, την ποιότητα του ύπνου ή την ποιότητα ζωής και ο αριθμός των ασθενών που ανέφερε παρενέργειες ήταν όμοιος και στις δύο ομάδες.
Χρήσιμη σε άλλες παθήσεις
«Αν και διαπιστώσαμε ότι η παρακεταμόλη δεν επιταχύνει την ανάρρωση από τον οξύ πόνο της μέσης, υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι ανακουφίζει από άλλες καταστάσεις, όπως ο πονοκέφαλος, ορισμένες οξείες μυοσκελετικές καταστάσεις, ο πονόδοντος και ο μετεγχειρητικός πόνος», σχολιάζει η δρ Κριστίν Λι, επίκουρη καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Υγείας του Παγκόσμιου Πληθυσμού «George» και στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, που συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα.
«Αυτό λοιπόν που δείχνει η μελέτη είναι ότι ο μηχανισμός της οσφυαλγίας πιθανόν να διαφέρει από άλλες καταστάσεις πόνου, και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να μελετήσουμε σε βάθος», συμπληρώνει.