Κλείνουν άμεσα τα δύο εργοστάσια της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης σε Σέρρες και Ορεστιάδα, όπως προέκυψε από τη συνέλευση του ΔΣ και όπως γνωστοποίησε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων, Χριστόδουλος Βαρκάκης.
Διευκρίνισε πως στο προσεχές διάστημα θα γίνουν κάποιες μετακινήσεις εργαζομένων στο μοναδικό εν λειτουργία πλέον εργοστάσιο -από τα πέντε που είχε- στο Πλατύ Ημαθίας και εντός των επόμενων μηνών θα αποφασιστεί τι μέλλει γενέσθαι με το υπόλοιπο προσωπικό.
«Το πιο πιθανό είναι να δοθούν κίνητρα απομάκρυνσης» τόνισε ο ίδιος, προσθέτοντας: «Το λουκέτο στην παραγωγή των δύο εργοστασίων και οι τροποποιήσεις που θα γίνουν σε αυτά, θα έχουν ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση σημαντικών κονδυλίων για την εταιρεία, τόσο από τη χρήση φθηνότερης καύσιμης ύλης όσο και από τη μείωση του μισθολογικού κόστους».
Ο κ. Βαρκάκης εξήγησε, ότι στα δύο εργοστάσια θα εξοικονομηθούν 8 εκατ. ευρώ μόνο από την αλλαγή χρήσης της καύσιμης ύλης, καθώς το έως σήμερα χρησιμοποιούμενο φυσικό αέριο θα αντικατασταθεί με υγροποιημένο αέριο, η τιμή του οποίου είναι πιο χαμηλή.
Σε ό,τι αφορά το προσωπικό, είπε ότι η μόνη διαδικασία που θα εκτελείται από όσους εργαζομένους θα παραμείνουν, θα είναι η συγκέντρωση των ζαχαρότευτλων από τους παραγωγούς της περιοχής και η προώθησή τους στο εργοστάσιο της Ημαθίας.
Υπενθυμίζεται ότι στο εργοστάσιο της εταιρείας στην Ορεστιάδα εργάζονται 47 άτομα και οι τευτλοπαραγωγοί στην περιοχή σπέρνουν συνολικά 18.000 στρέμματα.
Τα αντίστοιχα νούμερα προ 5ετίας ήταν: 260 εργαζόμενοι και περισσότερα από 60.000 στρέμματα.
Στις Σέρρες, οι εργαζόμενοι της εταιρείας ανέρχονται σε 59 και συνολικά οι παραγωγοί τεύτλων σπέρνουν 13.000 στρέμματα, όταν προ 5ετίας αυτά ξεπερνούσαν τις 55.000 στρέμματα.
Στο εργοστάσιο της ΕΒΖ στο Πλατύ Ημαθίας εργάζονται 106 άτομα και οι τευτλοπαραγωγοί σπέρνουν περισσότερα από 50.000 στρέμματα, όταν προ 5ετίας αυτά ξεπερνούσαν τις 120.000 στρέμματα.
Μετά τη συνάντησή τους με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, Λάμπρο Χαραλάμπους, και με την Ομοσπονδία εργαζομένων, τα μέλη αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ ανέφεραν σε ανακοίνωσή τους ότι θα έχει «δραματικές επιπτώσεις η πρόθεση της κυβέρνησης να κλείσει στις περιοχές αυτές τα εργοστάσια της ΕΒΖ».
Εν τω μεταξύ, το επιμελητήριο Σερρών με επιστολή του προς όλους τους αρμόδιους φορείς προτείνει την παραχώρηση του εργοστασίου στις Σέρρες σε τοπικούς επιχειρηματίες με ενοικίαση 10 τουλάχιστον ετών με αντίτιμο το 10% των κερδών για να αποφευχθεί το λουκέτο.Κυβερνητική παρέμβαση στο θέμα ζητά το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο
Την λύπη του για την λανθασμένη απόφαση της Διοίκησης της ΕΒΖ να κλείσει τα εργοστάσια της στις Σέρρες και στην Ορεστιάδα εκφράζει το Διοικητικό Συμβούλιο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.
Τονίζοντας τη σημασία που αποκτά ο πρωτογενής τομέας και τις προοπτικές του, καθώς και τις καταστροφικές συνέπειες της απόφασης αυτής για την οικονομία των δύο περιοχών, ζητά την παρέμβαση της κυβέρνησης.
«Η δυσμενής αυτή εξέλιξη έπρεπε έως και την ύστατη στιγμή να αποφευχθεί με κάθε κόστος ιδίως σήμερα που η κοινωνία έχει στρέψει τα μάτια της στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας» τονίζει το Επιμελητήριο.
«Η οικονομία των περιοχών των Σερρών και της Ορεστιάδας στηρίζεται στην ύπαρξη και λειτουργία των εργοστασίων της ζάχαρης, δίνοντας θέσεις εργασίας και συνεχόμενη ανάπτυξη στην περιοχή. Παράλληλα τα τελευταία χρόνια γίνονταν προσπάθειες για την ανάκαμψη της καλλιέργειας με θετικά αποτελέσματα, ενώ η προσπάθεια αυτή θα ενισχυθεί περαιτέρω και με την νέα ΚΑΠ δίνοντας επιπρόσθετα κίνητρα στην τευτλοκαλλιέργεια.»
» Με το κλείσιμο των εργοστασίων η χώρα μας θα γίνει ελλειμματική σε ζάχαρη με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι εισαγωγές της, ιδιαίτερα δε, σε μια περίοδο που η προσπάθειά μας στρέφεται στην αύξηση των εξαγωγών» εξηγεί.
Το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας «πιστεύοντας ότι το κλείσιμο των εργοστασίων της ζάχαρης θα επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα που θα διογκωθούν στο μέλλον, ζητά από την κυβέρνηση την παρέμβασή της, μετά την απόφαση του Δ.Σ. της Ε.Β.Ζ., ώστε να παραμείνουν σε λειτουργία τα εργοστάσια πετυχαίνοντας με τον τρόπο αυτό σταθερότητα και ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών και της αγροτικής παραγωγής στο σύνολό της».