Ο θίασος της παράστασης «Προμηθέας Δεσμώτης» με επικεφαλής τον σκηνοθέτη Εκτορα Λυγίζο και τη Στεφανία Γουλιώτη που μοιράστηκαν τον όμωνυμο ρόλο, μπήκε παραταγμένος, θυμίζοντας καλούς μαθητές που φόρεσαν τα καλοσιδερωμένα ρούχα τους και ήρθαν να πουν ένα μάθημα που μελέτησαν πολύ καλά και το κατέχουν. Και ως έναν βαθμό κατάφεραν να μας πείσουν. Σχηματίστηκαν όμως και αρκετά ερωτηματικά.
Το θέατρο λόγου, κάτι στο οποίο επιδίδεται με επιτυχία ο Εκτορας Λυγίζος είχε κι εδώ, στον ανοιχτό, ορθάνοιχτο χώρο της Επιδαύρου, την τιμητική του. Από ένα σημείο και μετά όμως, η παράσταση άρχισε να κουράζει.
Αυτός ο εξαντλητικός τονισμός κάθε, μα κάθε λέξης του κορυφαίου κειμένου του Αισχύλου, από εύρημα μετατράπηκε σταδιακά σε παγίδα. Και αυτό το μοίρασμα των ρόλων, ότι ο κάθε ήρωας είχε και το πιστό του αντίγραφο σε κάθε σκηνή, μάλλον διαίρεσε το τελικό αποτέλεσμα αντί να το πολλπασιάσει. Αν είχε κρατηθεί μόνο για το πρωταγωνιστικό «ζευγάρι» Λυγίζος-Γουλιώτη ίσως να είχε ένα παραπάνω εκτόπισμα, έναν πιο δυνατό συμβολισμό. Οσο περνούσε η ώρα όμως, το κοινό ένιωθε ότι παρακολουθεί μια παράσταση-εσωτερική υπόθεση, αρκετά εσωστρεφή, καμωμένη για να εντυπωσιάσει σε μικρότερη κλίμακα, σε ένα κλειστό θέατρο, όχι όμως για να αφήσει ένα γερό αποτύπωμα στην Επίδαυρο.
Και ότι τα κοστούμια-σχολικές στολές έδειχναν τις τρυφερές προθέσεις των συντελεστών, οι οποίοι αντιμετώπισαν όλο αυτό το εγχείρημα όχι σαν κάποιοι που τα ξέρουν όλα, σαν σοφοί δάσκαλοι, αλλά σαν ενθουσιώδεις μαθητές που ήρθαν για να μας πουν τι έχουν καταλάβει απ’ την παράδοση, να δώσουν τις δικές τους προφορικές εξετάσεις. Σίγουρα ήρθαν διαβασμένοι.