Η ομηρία των ελληνικών πολιτικών ελίτ στο πελατειακό σύστημα που οι ίδιες εξέθρεψαν τις τελευταίες δεκαετίες, η εμμονή στην εσωτερική υποτίμηση και στην περικοπή του κόστους εργασίας και η καθυστέρηση στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ήταν τα τρία βασικά στοιχεία που βάθυναν την κρίση στην Ελλάδα και καθυστερούν την ανάκαμψή της. Πλέον, πρέπει να δοθεί έμφαση στην έρευνα, στην ανάπτυξη και στην τεχνολογία ώστε η χώρα να σταθεί ανταγωνιστικά στο διεθνή οικονομικό στίβο.
Αυτό συμπεραίνουν στο βιβλίο τους με τίτλο «Greece: From Exit to Recovery?» («Ελλάδα: Από την έξοδο στην ανάκαμψη;») οι Μιχάλης Πελαγίδης, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο Πειραιά και Μιχάλης Μητσόπουλος, οικονομολόγος στον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, το οποίο παρουσιάστηκε την Τρίτη σε εκδήλωση που οργάνωσαν το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» που χρηματοδότησε τη μελέτη, σε συνεργασία με το γνωστό αμερικανικό ινστιτούτο Brookings, στο πλαίσιο του European Growth Project.
Το παρών στην παρουσίαση έδωσε ο γνωστός και στην Ελλάδα τούρκος οικονομολόγος Κεμάλ Ντερβίς, σήμερα αντιπρόεδρος του Brookings και θεωρούμενος ως ο αρχιτέκτονας της εξόδου της Τουρκίας από τη δική της βαθιά οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 2000, καθώς και ο Χοσέπ Μπορέλ, ισπανός σοσιαλιστής πολιτικός, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2004 – 2007).
Οι συγγραφείς τόνισαν και κατά την παρουσίαση των ευρημάτων της έρευνάς τους ότι αν και οι έλληνες πολιτικοί γνώριζαν τι συνέβαινε πριν από την κρίση έκαναν ελάχιστα για να την ανασχέσουν και να εμποδίσουν την εκδήλωσή της. Οι εκκλήσεις για διαρθρωτικές αλλαγές είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα – το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είχε προειδοποιήσει ήδη από το 2007.
Οι Πελαγίδης και Μητσόπουλος σημειώνουν ότι η μέθοδος της εσωτερικής υποτίμησης ήταν αναγκαία λόγω αδυναμίας υποτίμησης του νομίσματος εντός ευρωζώνης, αλλά δεν δόθηκε η απαραίτητη σημασία στα στοιχεία της υποτίμησης και στο πόσο βαθιά έπρεπε να είναι αυτή. Η επικέντρωση στο κόστος εργασίας ήταν λάθος διότι η μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα δεν ήταν το πρόβλημα. Από ένα σημείο και έπειτα, η εσωτερική υποτίμηση άρχισε ουσιαστικά να στρέφεται εναντίον του… εαυτού της.
Αυτό που χρειαζόταν ήταν προοδευτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν και πλέον, με την πίτα να είναι μικρότερη, οι ισορροπίες υπέρ αυτών μοιάζουν δυσκολότερες. Οι συγγραφείς προτείνουν να δοθεί έμφαση στη χρηματοδότηση της οικονομίας και στη στροφή στη διασύνδεση της οικονομίας με την έρευνα και την τεχνολογία. Μόνο μέσω αυτής της οδού θα μπορέσει η Ελλάδα να γίνει και πάλι ανταγωνιστική.
Τέλος – και με βάση τη μακρά εμπειρία του – ο Κεμάλ Ντερβίς τόνισε ότι οι οικονομικές κρίσεις έχουν τρία χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι ότι γίνονται λάθη και υπερεκτιμήσεις στον υπολογισμό των μεταβλητών και των προβλέψεων. Δεύτερον, ότι το μίγμα πολιτικής που θα επιλεγεί έχει τεράστια σημασία. Αν είναι λανθασμένο, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημιά. Τρίτον, η ψυχολογία και οι προσδοκίες παίζουν σημαντικό ρόλο, ιδιαίτερα για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Για τον ίδιο, άλλη λιτότητα θα ήταν καταστροφική για την Ελλάδα, η οποία πλέον πρέπει να στραφεί σε μία οικονομία βασισμένη στην τεχνολογία και την έρευνα.