Κατά δέκα ως είκοσι χρόνια μειώνουν το προσδόκιμο ζωής οι σοβαρές ψυχικές παθήσεις, όπως η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή και η κατάθλιψη, σύμφωνα με βρετανική μετα-ανάλυση που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο World Psychiatry.

Μεγαλύτερη επίπτωση από το κάπνισμα

Οι ερευνητές του Τμήματος Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, με επικεφαλής τον δρα Σίνα Φέιζελ, υποστηρίζουν μάλιστα ότι οι ψυχικές παθήσεις έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στο προσδόκιμο ζωής από το κάπνισμα και καλούν τους φορείς υγείας να σχεδιάσουν αποτελεσματικές πολιτικές αντιμετώπισης των νοσημάτων αυτών.

Ο δρ Φέιζελ και οι συνεργάτες του μελέτησαν 20 ήδη δημοσιευμένες έρευνες, οι οποίες αφορούσαν συνολικά περσσότερα από 1,7 εκατομμύρια άτομα. Όλες εστίαζαν στη σχέση του κινδύνου θανάτου με διάφορους παράγοντες, όπως οι ψυχικές διαταραχές, η κατάχρηση αλκοόλ, η χρήση ναρκωτικών ουσιών, η άνοια, ο αυτισμός, οι μαθησιακές δυσκολίες και οι διαταραχές της παιδικής συμπεριφοράς.

Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι, η διπολική διαταραχή συνεπάγεται μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά εννέα ως είκοσι χρόνια, η σχιζοφρένια, δέκα ως είκοσι χρόνια και η σοβαρή κατάθλιψη, επτά ως έντεκα χρόνια, ενώ η κατάχρηση ουσιών, εννέα ως 24 χρόνια. Το κάπνισμα (πάνω από 20 τσιγάρα ημερησίως) μειώνει το προσδόκιμο ζωής κατά οκτώ ως δέκα χρόνια, κατά μέσο όρο.

Ενας στους τέσσερις θα εμφανίσει ψυχική διαταραχή


Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, περίπου ένα στα τέσσερα άτομα θα εκδηλώσει κάποια ψυχική διαταραχή σε κάποια φάση της ζωής του, ενώ αρκετοί από τους πρόωρους θανάτους αποδίδονται στην αυτοκτονία. Για το λόγο αυτό σημειώνουν ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στην αντιμετώπιση των ψυχικών παθήσεων, αφού μάλιστα η επίπτωσή τους στην υγεία του γενικού πληθυσμού είναι μεγαλύτερη απ’ αυτή του καπνίσματος.

Σύμφωνα με τον δρα Φέιζελ, επειδή εξακολουθεί να υπάρχει ο διαχωρισμός μεταξύ των οργανικών (σωματικών) παθήσεων και των ψυχικών, με το κοινωνικό στίγμα που συνεπάγονται οι τελευταίες, οι ψυχικά πάσχοντες δεν τυγχάνουν κατάλληλης θεραπείας, επειδή δεν αναζητούν εγκαίρως βοήθεια ή φοβούνται το κονωνικό στίγμα.

«Όλα αυτά μπορούν να αλλάξουν. Υπάρχουν αποτελεσματικές φαρμακευτικές και ψυχολογικές θεραπείες για τα προβλήματα ψυχικής υγείας», σημειώνει ο δρ Φέιζελ.