Με την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα ξεκίνησε την Παρασκευή η αποδεικτική διαδικασία ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων για την υπόθεση της προμήθειας του συστήματος τηλεπικοινωνιών του Στρατού «ΕΡΜΗΣ 2» επί θητείας στο υπουργείο Άμυνας του Άκη Τσοχατζόπουλου, στην οποία κατηγορούνται για άμεση συνέργεια σε απιστία οι δύο πρώην επικεφαλής της Διεύθυνσης Εξοπλισμών Αντώνης Κάντας και Γιάννης Σμπώκος, καθώς και δύο πρώην στελέχη της συγκεκριμένης υπηρεσίας.
Για την προμήθεια του επίμαχου συστήματος τηλεπικοινωνιών του στρατού φέρεται να έχει τελέσειαπιστία, κατά το κατηγορητήριο, ο Άκης Τσοχατζόπουλος, αδίκημα που ωστόσο έχει παραγραφεί για τον πρώην υπουργό, καθώς δεν ασκήθηκε δίωξη από τη Βουλή.
Ο Αντώνης Κάντας, πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, έχει ομολογήσει ότι δωροδοκήθηκε για το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα, ενώ ο άλλοτε προϊστάμενός του, διευθυντής Εξοπλισμών Γιάννης Σμπώκος, αρνείται την κατηγορία. Συγκατηγορούμενοι των δύο στην υπόθεση είναι τα πρώην στελέχη της Διεύθυνσης Εξοπλισμών Νίκος Λεονταρίτης και Ζαχαρίας Ανδρουλάκης.
Η δίκη ξεκίνησε πριν έναν μήνα, με ενστάσεις από την πλευρά των κατηγορουμένων περί απαράδεκτου της δίωξης, που αφορούσε τον μη έλεγχο του θεωρούμενου φυσικού αυτουργού της απιστίας πρώην υπουργού, οι οποίες απορρίφθηκαν από το δικαστήριο.
Την Παρασκευή η διαδικασία ξεκίνησε με την κατάθεση του μάρτυρα Διονύσιου Φραγκιαδάκη, συνταγματάρχη ε.α., ο οποίος διατέλεσε την επίμαχη περίοδο πρόεδρος Επιτροπής Αξιολόγησης και διαπραγματεύθηκε τη μείωση του κόστους του εν λόγω προγράμματος.
Στο κατηγορητήριο αναφέρεται πως πράγματι το κόστος για το «ΕΡΜΗΣ» μειώθηκε, αλλά τελικώς ο Στρατός προμηθεύτηκε ένα «μη λειτουργικό σύστημα» καθώς αφαιρέθηκαν υλικά με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να λειτουργήσει.
Ο μάρτυρας υποστήριξε στο δικαστήριο ότι η εντολή που είχε λάβει τότε η Επιτροπή από τη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών ήταν να γίνει αξιολόγηση της προσφοράς. «Εμείς είπαμε, τελικά, ως Επιτροπή, να γίνει η σύμβαση. Το κόστος μειώθηκε κατά 21,5 δισ. δραχμές, τα οποία τελικά δεν εκταμιεύτηκαν και παρέμειναν στο Δημόσιο» ανέφερε ο κ. Φραγκιαδάκης.
Ακολούθησε ο εξής διάλογος μεταξύ του κ. Φραγκιαδάκη και του προέδρου του δικαστηρίου:
– Πρόεδρος: Κύριε μάρτυρα δεν καταλαβαίνω τη μείωση. Μειώθηκε το κόστος και πήραμε κάτι ημιτελές. Πετύχατε τη μείωση αλλά δεν λειτουργούσε το σύστημα…
– Μάρτυρας: Για να λειτουργήσει χρειαζόταν να συμπεριληφθούν κάποια υλικά. Ναι, μειώθηκε η προσφορά, αλλά δεν μπήκαν κάποια υλικά. Συνολικά η μείωση ήταν πάνω από 20 δισ. δραχμές. Η αξία των υλικών που αφαιρέθηκαν ήταν 7,5 δισ., ενώ 12,3 δισ. ήταν η μείωση των τιμών από κόστος και υπηρεσίες».
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε με εταιρείες που δεν θεωρήθηκε πως είχαν πρόθεση να βλάψουν το δημόσιο συμφέρον και πέτυχε το καλύτερο αποτέλεσμα για τα δεδομένα που είχαν ορισθεί: «Δεν γνωρίζαμε τότε να υπήρχαν μεθοδεύσεις» είπε.
Ο απόστρατος συνταγματάρχης κατέθεσε, επίσης, ότι δεν γνωρίζει για ποιον λόγο επιλέχθηκε ως πρόεδρος της Επιτροπής Αξιολόγησης, ενώ απαντώντας σε ερώτηση του εισαγγελέα αν είχε προσωπική επαφή με τον κ. Σμπώκο απάντησε: «Όταν ήθελα να τον δω ανέβαινα στο γραφείο του και το έλεγα στη γραμματέα του, και αν είχε χρόνο με φώναζε. Μια δυο φορές τον είχα δει».
Η δίκη συνεχίζεται.