Η «σταυροφορία» της Κριμαίας

Στον προθάλαμο του γραφείου του Βλαντίμιρ Πούτιν δεσπόζει το πορτρέτο του τσάρου Νικολάου Ι. Εχει αναρτηθεί κατόπιν εντολής του ιδίου του ρώσου προέδρου.

Orlando Figes
The Crimean War
Metropolitan Books.
Henry Holt and Company, LLC.
Τιμή 35 δολάρια ΗΠΑ

Στον προθάλαμο του γραφείου του Βλαντίμιρ Πούτιν δεσπόζει το πορτρέτο του τσάρου Νικολάου Ι. Εχει αναρτηθεί κατόπιν εντολής του ιδίου του ρώσου προέδρου. Το γεγονός θα περνούσε άλλοτε απαρατήρητο, όμως μετά τα πρόσφατα γεγονότα στην Ουκρανία και την ανεξαρτητοποίηση της Κριμαίας αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα –και όχι μόνον στο συμβολικό πεδίο. Ο τσάρος εκείνος, τον οποίο οι φιλελεύθεροι διανοούμενοι θεωρούσαν από τότε ελαφρώς παράφρονα, διέταξε τον λεγόμενο Κριμαϊκό Πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Βρετανίας, της Γαλλίας και του Βασιλείου της Σαρδηνίας που πολέμησαν στο πλευρό των Οθωμανών. Ηταν ο χειρότερος πόλεμος του 19ου αιώνα, στον οποίο οι μεταγενέστεροι ιστορικοί δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία εξαιτίας των δύο παγκοσμίων πολέμων του 20ού αιώνα. Χωρίς να γνωρίζουμε πώς και γιατί συνέβη, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τι συμβαίνει σήμερα.

Αυτή την έλλειψη καλύπτει η ογκωδέστατη μελέτη The Crimean War (Ο Κριμαϊκός Πόλεμος) του επιφανούς ιστορικού Ορλάντο Φιτζέζ, καθηγητή στο Birkbeck College του Λονδίνου και αυθεντίας σε ό,τι αφορά τα θέματα που σχετίζονται με τη Ρωσία. Ολοκληρώνοντάς την κανείς καταλαβαίνει καλύτερα τι διακυβεύεται στην περιοχή, πώς τα φαντάσματα του 19ου αιώνα επιστρέφουν στον 21ο και γιατί οι Ρώσοι θα επενέβαιναν –και μάλιστα χωρίς ενδοιασμούς –ούτως ή άλλως στην Κριμαία, και επομένως τι ολέθρια σφάλματα διέπραξε η Δύση που αποδεικνύεται ανιστόρητη.
Οταν το 2006 διεξήχθη ένα συμπόσιο για τον Κριμαϊκό Πόλεμο, που διοργανώθηκε από το λεγόμενο «Κέντρο Εθνικής Δόξας της Ρωσίας» (βάλτε όσα θαυμαστικά θέλετε) με την υποστήριξη της προεδρίας Πούτιν και των υπουργείων Παιδείας και Αμυνας της χώρας, τα συμπεράσματά του δεν απασχόλησαν τους Δυτικούς. Ούτε καν το δελτίο Τύπου που διένειμαν οι διοργανωτές, όπου έλεγαν πως ο πόλεμος εκείνος δεν πρέπει να θεωρείται ως ήττα της Ρωσίας αλλά ως θρησκευτική και ηθική νίκη, μια πράξη εθνικής αυτοθυσίας σε έναν δίκαιο πόλεμο.
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος διήρκεσε τρία χρόνια (από το 1853 ως το 1856) και στοίχισε 750.000 νεκρούς (εκ των οποίων τα τρία τέταρτα ήταν Ρώσοι) και άγνωστο πόσους τραυματίες. Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν σε έναν πόλεμο ο τηλέγραφος και ο σιδηρόδρομος για τη μεταφορά πυρομαχικών και εφοδίων και ήταν ο πρώτος που καλύφθηκε ευρέως από τα ΜΜΕ της εποχής. Εμεινε στην Ιστορία εξαιτίας των παιδαριωδών σφαλμάτων τα οποία διαπράχθηκαν και από τις δύο πλευρές, των άθλιων συνθηκών ζωής των στρατιωτών και των ακόμη πιο άθλιων στα νοσοκομεία της εποχής.
Το βιβλίο του Φιτζέζ κυκλοφόρησε στην Αγγλία από τα Penguin Books με διαφορετικό τίτλο –που συνιστά και τον πυρήνα του σκεπτικού του: Crimea. The Last Crusade (Κριμαία: η τελευταία σταυροφορία). Μόνο που αυτή τη φορά οι σταυροφόροι (δηλαδή οι Αγγλοι και οι Γάλλοι) δεν πολεμούν στο πλευρό των χριστιανών αλλά των μουσουλμάνων. Ηταν ένας πόλεμος θρησκευτικός, υποστηρίζει ο Φιτζέζ. Οι Γάλλοι προωθούσαν την ιδέα της υπεροχής του καθολικισμού, οι Ρώσοι της Ορθοδοξίας και πιο πραγματιστές ήταν οι Βρετανοί που έβλεπαν με ανησυχία τις βλέψεις των Ρώσων στα Βαλκάνια, στη Δυτική Ευρώπη αλλά και στη Μέση Ανατολή κατ’ επέκταση.
Οι αφορμές του πολέμου ήταν θρησκευτικές: οι Γάλλοι, θεωρώντας ότι η χώρα τους ήταν το προπύργιο του καθολικισμού στην Ευρώπη, ζήτησαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που κατείχε τότε την Παλαιστίνη, να χειρίζονται αυτοί τα θρησκευτικά θέματα που αφορούσαν τους Αγίους Τόπους. Οι Τούρκοι συμφώνησαν. Τότε αντέδρασαν οι Ρώσοι επικαλούμενοι τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, του 1774. Οι Τούρκοι άλλαξαν την απόφασή τους υπέρ των Ρώσων. Οι Γάλλοι τότε έστειλαν ένα υπερσύγχρονο πλοίο της σειράς Καρλομάγνος στη Μαύρη Θάλασσα και κατόπιν πιέσεων ανάγκασαν τους Τούρκους να τους αναγνωρίσουν ότι εκείνοι θα αποτελούσαν την επικυρίαρχη αρχή στους Αγίους Τόπους. Ο πόλεμος που ακολούθησε ήταν πλέον θέμα χρόνου. Οι Ρώσοι έστειλαν στρατό στη Ρουμανία, η Οθωμανική Αυτοκρατορία τους κήρυξε τον πόλεμο και σχεδόν αμέσως η Γαλλία και η Βρετανία.
Ο Φιτζέζ θεωρεί ως κύριο υπεύθυνο του πολέμου τον Νικόλαο Ι, ο δεσποτισμός και η σκληρότητα του οποίου ξεπερνούσε κάθε όριο. Ο πανσλαβισμός του ωστόσο ήταν απολύτως συμβατός με το λαϊκό πνεύμα στη Ρωσία της εποχής, όπως μάλιστα το εξέφραζε ένας σπουδαίος συγγραφέας: ο Ντοστογέφσκι, ο οποίος αργότερα είπε πως ο πόλεμος της Κριμαίας ήταν «η σταύρωση του ρωσικού Χριστού» προειδοποιώντας ταυτοχρόνως τη Δύση πως η Ρωσία θα σταθεί ξανά στα πόδια της και πως όταν θα συμβεί αυτό θα στραφεί προς την Ανατολή γιατί η Θεία Πρόνοια την έχει επιφορτίσει με το καθήκον να εκχριστιανίσει τον κόσμο.
Καθοριστική για την έκβαση του πολέμου ήταν η πολιορκία της Σεβαστούπολης, όπου επί έναν χρόνο σχεδόν οι πολιορκημένοι Ρώσοι προέβαλαν σθεναρή αντίσταση. Εξαιρετικές είναι επί του προκειμένου οι σελίδες του Λέοντος Τολστόι που βρέθηκε εκεί ως νεαρός αξιωματικός του Πυροβολικού. Αυτές μάλιστα τον έκαναν γνωστό σε όλη τη Ρωσία. Και δεν είναι τυχαίο που αξιοποίησε τις εκεί εμπειρίες του για να γράψει το ανεπανάληπτο έπος του Πόλεμος και Ειρήνη.
Η πτώση της Σεβαστούπολης, στην οποία πολέμησαν και περίπου χίλιοι Ελληνες, το 1856, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Νικολάου Ι, σήμανε και το τέλος του πολέμου. Ο γιος του Αλέξανδρος Γ΄ που τον διαδέχτηκε αναγκάστηκε να υπογράψει μια ταπεινωτική ειρήνη στο Παρίσι, η οποία έβαλε ουσιαστικά τέλος στα πανσλαβιστικά οράματα του πατέρα του, τουλάχιστον στην κλίμακα που είχε ονειρευτεί ο τελευταίος. Η ήττα της Ρωσίας είχε και ένα αποτέλεσμα που θα φαινόταν αργότερα: την ανάδυση της Γερμανίας ως ευρωπαϊκής δύναμης.
Ο Φιτζέζ περιγράφει συνοπτικά και τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά το τέλος του πολέμου στα Βαλκάνια, ιδιαίτερα όσα αφορούσαν τις σχέσεις της Ρωσίας με τη Σερβία και τη Βουλγαρία, ως τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και λίγο αργότερα, θεωρώντας τα τρόπον τινά επακόλουθα του πολέμου της Κριμαίας.
Το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, το τι θα γινόταν με τον «μεγάλο ασθενή», την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα το «έλυναν» αργότερα, όπως το έλυσαν εν πάση περιπτώσει, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Πάντως, η Βρετανία δεν ήθελε κατά την περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου τη διάλυσή της γιατί αυτό θα ενίσχυε τη Ρωσία και θα έθετε σε κίνδυνο τα δικά της συμφέροντα.
Η Κριμαία και τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας από τον καιρό ακόμη της Μεγάλης Αικατερίνης ήταν ζωτικής σημασίας για τη Ρωσία. Σήμερα ο Πούτιν κατηγορείται γιατί επενέβη στην Κριμαία προκαλώντας μάλιστα την ανεξαρτητοποίησή της, γεγονός το οποίο μπορεί να πυροδοτήσει απρόσμενες εξελίξεις σε χώρες με πολυπληθείς μειονότητες. Αλλά στην Κριμαία (που έχει χάσει τον παλαιό πολυεθνικό της χαρακτήρα) κατοικούν Ρώσοι –και με ρωσική εθνική συνείδηση. Είναι αδύνατον να ανατραπούν τα αποτελέσματα των εθνοκαθάρσεων της περιοχής που εξαπολύθηκαν τη σταλινική εποχή, όταν μεγάλα τμήματα του γηγενούς πληθυσμού εκτοπίστηκαν στην Κεντρική Ασία.
Ομως πέραν αυτών υπάρχει ένα γεγονός που δεν αναφέρεται σχεδόν από κανέναν: η Κριμαία βρίσκεται σήμερα σε «ξένη γη», «ως αποτέλεσμα της μεταφοράς της στην Ουκρανία από τον Νικίτα Χρουστσόφ το 1954 και της διακήρυξης της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας έπειτα από τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991» όπως γράφει ο Φιτζέζ. Για να μας θυμίσει λίγο παρακάτω ότι «οι εθνικιστές προπαγανδίζουν δραστήρια την επιστροφή της Κριμαίας στη Ρωσία, το ίδιο και οι εθνικιστές της Σεβαστούπολης που παραμένει μια αμιγώς ρωσική πόλη».

Η «νήσος» Κριμαία!
Στις 3 του περασμένου Μαρτίου ένα άρθρο στον New Yorker μας θύμισε το μυθιστόρημα του Βασίλι Αξιόνοφ Το νησί της Κριμαίας. Ο Αξιόνοφ το ολοκλήρωσε στην τότε Σοβιετική Ενωση το 1979, προτού απελαθεί στη Δύση, και κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το 1983. Τίτλος του άρθρου ήταν The Great Novel Τhat Predicts Russia’s Invasion of Crimea (Tο μυθιστόρημα που πρoλέγει την εισβολή των Ρώσων στην Κριμαία).
Είναι πάντοτε εξαιρετικά ενδιαφέρον όταν η μυθοπλασία προηγείται της Ιστορίας και μας «προετοιμάζει», τρόπον τινά, για το μέλλον. Εκείνη την εποχή το βιβλίο θεωρήθηκε ως φαντασιακή σάτιρα πρώτης γραμμής.
Ο Αξιόνοφ φαντάζεται την Κριμαία όχι ως χερσόνησο αλλά ως νησί, ένα είδος Ταϊβάν της Μαύρης Θάλασσας. Δεν έχει καταληφθεί από τους Σοβιετικούς, είναι καπιταλιστική (την κυβερνούν οι Λευκοί), έχει μοντέρνους αυτοκινητόδρομους, ακριβά αυτοκίνητα και ουρανοξύστες και ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, διευθυντής της μεγαλύτερης εφημερίδας της, απολαμβάνει τα αγαθά του συστήματος αλλά ηγείται μιας κίνησης πολιτών να ενωθεί η Κριμαία με τη «μητέρα πατρίδα», τουτέστιν τη Σοβιετική Ενωση. Και βέβαια η Σοβιετική Ενωση κάποια στιγμή εισβάλλει στο «νησί».
Οταν εκδόθηκε το μυθιστόρημα θεωρήθηκε, αυθαίρετα εν πολλοίς, ως ένα είδος σατιρικής αλληγορίας για τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν. Τρεις δεκαετίες αργότερα μας παραπέμπει αλλού. Από τις σελίδες του παρελαύνουν κατάσκοποι της KGB και της CIA, στελέχη της νομενκλατούρας (η Κριμαία ήταν το θέρετρό της κατά τη Σοβιετική εποχή) μαζί με καλοπερασάκηδες, αμοραλιστές και ωραίες γυναίκες, ένα περιβάλλον που υποπτεύεται κανείς πως δεν θα πρέπει να διαφέρει και πολύ από το σημερινό. Είναι ένα θαυμάσιο βιβλίο και αξίζει να εκδοθεί και στη γλώσσα μας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.