Στέφανος Γ. Μίλλερ: Ο πλούτος σας είναι οι αρχαιότητες, όχι οι υδρογονάνθρακες

Ο Στέφανος Μίλλερ είναι ένας υπομονετικός άνθρωπος. Είναι μια αρετή ωφέλιμη σε κάθε αρχαιολόγο, αλλά ακόμη και αν εκείνος δεν τη διέθετε εγγενώς, όταν το 1942 γεννιόταν στο Γκόσεν της Ιντιάνα, τα σαράντα χρόνια διαμονής του στην Ελλάδα οπωσδήποτε τον προίκισαν με αυτήν. Με την ίδια υπομονή με την οποία με ξεναγεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νεμέας, στον ναό του Δία, στο αρχαίο στάδιο, στα λουτρά, στο ιερό του Οφέλτη, σε όλα όσα υπό τη διεύθυνσή του ήρθαν στο φως μεταξύ 1973 και 2004, ανέμενε την πρόσφατη ανακοίνωση του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για το διευρυμένο ωράριο λειτουργίας σε 33 αρχαιολογικούς χώρους προκειμένου να μάθει την τύχη του δικού του. «Εχουμε αυτή τη στιγμή επτά συμβασιούχους που η σύμβασή τους έχει λήξει και, αν το δικαστήριο απορρίψει τα ασφαλιστικά μέτρα τους, θα μείνουμε με μόνο τρεις φύλακες και ο αρχαιολογικός χώρος θα κινδυνεύσει με κλείσιμο» μου λέει. Ο Μίλλερ απεχθάνεται τους κλειστούς χώρους, τις κλειστές κοινωνίες, τις κλεισμένες στον εαυτό τους ιδέες. Κληρονομιά ίσως του λίαν προοδευτικού Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ, του οποίου επίτιμος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας τυγχάνει ως σήμερα.
Πολιτογραφημένος Ελληνας από το 2005, περνά τον χρόνο του πρωτίστως στην Αρχαία Νεμέα και δευτερευόντως στην Καλιφόρνια, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σκύψει πάνω από τη ρωγμή ενός λίθου, να υποδείξει τη σημασία της κλίσης ενός κίονα, να μιλήσει για την πολυσυζητημένη πιλοτική πρόταση ιδιωτικής ανάπτυξης ανεκμετάλλευτων αρχαιολογικών χώρων, τη γοητεία της αρχαιολογίας και τη σχέση του με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ.


Ας ξεκινήσουμε με τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Ποια είναι η ουσία της πρότασής σας για την εκμετάλλευση αρχαιολογικών χώρων για την οποία έχουν ακουστεί πολλά τον τελευταίο καιρό; «Πριν από έναν χρόνο αισθανόμουν κάπως απογοητευμένος από την όλη κατάσταση και συνέταξα μια λεπτομερειακή εννεασέλιδη πρόταση που δεν αφορούσε αρχαιολογικές τοποθεσίες, όπως της Νεμέας, πολύ περισσότερο δε της Ακρόπολης, αλλά αρχαιότητες σε αγροτικές περιοχές που καταστρέφονται από βανδαλισμούς ή απλώς αγνοούνται –αλλά οπωσδήποτε πάνε χαμένες. Στη διπλανή κοιλάδα, για παράδειγμα, υπάρχει ένας από τους σπάνιους αφιερωμένους στον Ηρακλή ναούς, ο οποίος βρίσκεται στο έλεος του καθενός. Αυτό που πρότεινα, λοιπόν, ήταν η κυβέρνηση να συνάψει συμβόλαια δοκιμαστικού χαρακτήρα με ιδιωτικές εταιρείες, σε πέντε, έξι, δέκα διαφορετικά μέρη ανά την Ελλάδα. Η κυριότητα των τεχνουργημάτων και των αρχαίων χώρων ανήκει πάντοτε στο ελληνικό κράτος, εννοείται. Η ανάδοχος εταιρεία υποχρεούται να μισθώσει τον χώρο από το κράτος, να τον περιφράξει και να τον φυλάττει υπό την επίβλεψη των τοπικών αρχαιολογικών εφοριών. Θα έχει το δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης αυτού και των αρχαιοτήτων του, κινητών και μη, για ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα, ίσως 20-25 έτη. Θα έχει το δικαίωμα να πραγματοποιεί ανασκαφές χρησιμοποιώντας νέους αρχαιολόγους, εγκεκριμένους από το υπουργείο Πολιτισμού, το δικαίωμα να πουλά εισιτήρια σε επισκέπτες που θα ήθελαν να παρακολουθήσουν τη διαδικασία της ανασκαφής, το δικαίωμα, πάλι υπό την έγκριση του υπουργείου, να χτίσει ένα ξενοδοχείο για να στεγάζονται αυτοί οι επισκέπτες. Σκεφτείτε έναν τουρίστα από την Ιρλανδία ο οποίος έρχεται για μία εβδομάδα, παρακολουθεί βήμα βήμα την ανασκαφή και φωτογραφίζεται με ένα αντικείμενο που βγαίνει για πρώτη φορά στο φως έπειτα από 2.000 χρόνια! Είναι κάποιος που θα έρθει και θα ξαναέρθει στη χώρα, γιατί αισθάνεται δεμένος πλέον με αυτό το μέρος, αυτός ο αρχαιολογικός χώρος είναι και δικός του χώρος».
Αφήνοντας στην άκρη όσους έσπευσαν να σας κατηγορήσουν για «ιδιωτικοποίηση της αρχαιολογίας», τι αντιδράσεις είχατε από αρμόδιους ή φορείς με τους οποίους μοιραστήκατε την ιδέα σας; «Αρχισα να επεξεργάζομαι την πρόταση τον Μάρτιο του 2013, την έστειλα τότε σε 20-25 συναδέλφους έλληνες αρχαιολόγους και έλαβα τα σχόλιά τους. Κάποια ιδιαίτερα θετικά, ειδικά από πανεπιστημιακούς, κάποια λιγότερο ενθουσιώδη από όσους εργάζονταν στο υπουργείο Πολιτισμού, κάποια αρνητικά, αλλά έντιμα παρ’ όλα αυτά. Μίλησα με ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στον επιχειρηματικό κόσμο και όλοι ήταν θετικοί. Το απογοητευτικό για εμένα είναι ότι υπέβαλα την πρότασή μου στον Πρωθυπουργό με αντίγραφα για τον υπουργό Πολιτισμού, τον υπουργό Τουρισμού, τον υπουργό Οικονομικών, τον υπουργό Ανάπτυξης και ενώ περίμενα έστω κάτι σαν «πολύ ενδιαφέρον, ευχαριστούμε πολύ», δεν έλαβα απολύτως τίποτε».
Και θεωρείτε ότι πρόκειται για μια χαμένη ευκαιρία. «Για εμένα ο πλούτος της Ελλάδας είναι οι αρχαιότητές της, όχι οι ίσως και φρούδες ελπίδες για υδρογονάνθρακες και πετρέλαια. Από πού θα αντλήσει η χώρα τα μέσα για να επιπλεύσει οικονομικά; Από τον τουρισμό. Γιατί όχι, λοιπόν, από τον αρχαιολογικό τουρισμό;».
Σε μια χώρα που είναι παγκόσμιος προορισμός ήδη… «Εκείνο που κάποιοι Ελληνες δεν καταλαβαίνουν είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι μόνο ελληνική. Κατά μία έννοια, ανήκει σε όλους μας! Εντάξει, κάποιοι έρχονται για να κολυμπήσουν στα νησιά, αλλά η πρωταρχική έλξη της για εμάς τους Δυτικούς οφείλεται στο ότι εδώ άρχισαν όλα. Από εδώ προέρχεται το λεξιλόγιό μας. Οι λέξεις για τη δημοκρατία, την ολιγαρχία, το δράμα, τον αθλητισμό, όλες εμφανίστηκαν εδώ. Γι’ αυτό και ερχόμαστε, για να δούμε τις ρίζες μας!».


Πώς νιώθει ένας νεαρός αρχαιολόγος που στα 29 του χρόνια έρχεται να αναζητήσει την Αρχαία Ελλάδα και μάλιστα βρίσκεται να βαδίζει στα ανασκαφικά βήματα ενός μεγάλου κλασικού της αρχαιολογίας, του Καρλ Μπλέγκεν, ο οποίος είχε σκάψει στη Νεμέα τη δεκαετία του 1920; «Νιώθει κάπως φοβισμένος. Χωρίς, όμως, να θεωρηθεί αυτό ασέβεια προς τον Καρλ Μπλέγκεν, όταν ξεκίνησα να διαβάζω τα ημερολόγιά του, βρήκα κενά –πράγματα που δεν έκανε. Αυτό δεν αφαιρεί τίποτε από την αξία του, σημαίνει απλώς ότι υπήρχε χώρος για βελτιώσεις. Και μόνο η γνώση ότι μπορεί κάποιος να κάνει κάτι λίγο καλύτερα, όχι πολύ, λίγο μόνο, από τον Καρλ Μπλέγκεν, αποτελούσε μεγάλη ενθάρρυνση».
Αλλά είχατε ήδη εργαστεί στην Ελλάδα νωρίτερα, στις ανασκαφές της Αρχαίας Αγοράς. «Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 σκάβαμε πέρα από τις γραμμές του σιδηροδρόμου, το στενό εκείνο κομμάτι μεταξύ των γραμμών και της οδού Αδριανού, όπου βρίσκονται και οι δύο είσοδοι της Αγοράς. Σκάψαμε εκεί τέσσερα χρόνια και ήμουν παρών όταν ήρθε στο φως η πέτρα όπου ο Σωκράτης στάθηκε μπροστά στη Βασιλική Στοά, πριν από την προκαταρκτική διαδικασία της δίκης του. Είναι μια πέτρα με μήκος περίπου τρία μέτρα, κάτι λιγότερο από ένα μέτρο πλάτος, κάτι λιγότερο από ένα μέτρο ύψος. Είναι, όμως, η ίδια πέτρα που αναφέρεται από τον Αριστοτέλη, από τον Παυσανία, από τον Πλάτωνα στην «Απολογία του Σωκράτη». Θα μου μείνει αξέχαστη σε όλη μου τη ζωή αυτή η εμπειρία. Και επανέρχομαι σε αυτό που σας έλεγα πριν, πιστεύω ότι εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι θα ήθελαν να δουν αυτή την πέτρα, να νιώσουν αυτή την ανατριχιαστική αίσθηση. Δεν μπορούν, όμως, γιατί αυτό το τμήμα της ανασκαφής είναι ακόμη κλειστό για το κοινό, 45 χρόνια μετά την ανακάλυψη».


Πόσο λεπτομερής και πόσο αργή είναι η διαδικασία της αποκάλυψης όσων έχουν καλυφθεί από τη σκόνη του χρόνου; «Εξαρτάται. Στο στάδιο της Νεμέας δουλέψαμε με εκσκαφείς. Στο Ιερό του Οφέλτη, με οδοντόβουρτσες και οδοντογλυφίδες. Ο αληθινός αρχαιολόγος, ο αληθινός ανασκαφέας, ο αληθινός εργάτης, που ξέρει πώς είναι τα πράγματα, μπορεί να σκάψει με κλειστά τα μάτια και να αισθάνεται κάτω από το χέρι του τις αλλαγές της γης, εκεί που έχουν πατήσει άνθρωποι πριν από 2.500 χρόνια και έχουν αφήσει μια μικρή κρούστα, μια μικρή επιφάνεια. Είναι ακριβώς όπως η χειρουργική. Το ζήτημα δεν είναι να βρεις κάποια τυχαία πράγματα, είναι να ανακαλύψεις ευρήματα στα συμφραζόμενά τους, εκεί όπου αποτέθηκαν, να διαχωρίσεις τα διαφορετικά στρώματα μεταξύ τους».
Η ανασκαφή είναι το πρώτο στάδιο της αρχαιολογίας. Τι συμβαίνει στη συνέχεια, όταν κανείς πρέπει να συνδέσει τα διάσπαρτα ευρήματα και να τα ερμηνεύσει; «Η ανασκαφή σε μεγάλο βαθμό είναι το ευχάριστο μέρος της αρχαιολογίας. Πιο δύσκολο, αλλά ίσως και γι’ αυτό πιο ευχάριστο ακόμη, είναι το άλλο μέρος, όταν πρέπει να αναλύσεις τι βρήκες. Για παράδειγμα, στη Νεμέα βρήκαμε κάποτε ένα στρώμα γεμάτο αρχαίους οικοδομικούς λίθους, σπασμένους και καμένους, στάχτες και βέλη. Είναι απόηχος κάποιου βίαιου γεγονότος. Αποτελεί, όμως, προς το παρόν μεμονωμένο εύρημα. Την επόμενη χρονιά βρίσκουμε περισσότερα, τη μεθεπόμενη ακόμη περισσότερα και ούτω καθεξής. Τεκμηριώσαμε ότι πρόκειται για βίαιη καταστροφή, τώρα πρέπει να δούμε τι λένε οι αρχαίες πηγές.

Υπάρχει και η αντίστροφη δυνατότητα, να αναφέρει κάτι μια αρχαία πηγή και να το ταυτίζεις με κάτι που εντόπισες. Ισως η πιο συναρπαστική ανακάλυψή μου ήταν εκείνη που έγινε στο υπόγειο ενός γυμναστηρίου στο Μπέρκλεϊ. Εκεί είχε αποθηκευτεί μια προτομή με την επιγραφή «Πλάτων» που θεωρείτο από όλους πλαστή επειδή έφερε μια ταινία γύρω από το κεφάλι του. Τι δουλειά έχει ο Πλάτωνας με μια ταινία; Από την ενασχόλησή μου με τα Νέμεα, τους Αγώνες της Νεμέας, γνώριζα ότι οι νικητές αθλητικών αγώνων έφεραν παρόμοιες ταινίες. Επέστρεφα στην Ελλάδα πετώντας κάπου πάνω από τις Αλπεις και διάβαζα Πλάτωνα, το τέλος της «Πολιτείας», όπου αναφέρει ακριβώς ότι αν ζήσει κανείς με τον ενδεδειγμένο τρόπο, στο τέλος της ζωής του θα φέρει τιμητική ταινία στο κεφάλι του, κάνοντας έναν ιδεατό γύρο του θριάμβου. Να, λοιπόν, τι συμβολίζει η προτομή του Μπέρκλεϊ –τον Πλάτωνα να κάνει τον γύρο του θριάμβου. Και να πώς φυσικά και λογοτεχνικά τεκμήρια αλληλοσυμπληρώνονται».


Πόσο εύκολα αναιρείται ή ανασκευάζεται μια αποδεκτή αρχαιολογική ερμηνεία; Ρωτώ γιατί διάβαζα πρόσφατα για μια νέα πρόταση ανάγνωσης της ζωφόρου του Παρθενώνα από την αρχαιολόγο Τζόαν Μπρέτον Κόνελι που δεν αποδέχεται ότι απεικονίζει την πομπή των Παναθηναίων… «Αν εργαστεί κανείς με τον ορθό τρόπο, είναι πολύ δύσκολο μια ερμηνεία να αλλάξει. Χωρίς να είμαι ειδικός στη ζωφόρο του Παρθενώνα, θα σας πω ότι το 1977 μεταξύ των φοιτητών μου εδώ στη Νεμέα ήταν μια κοπέλα με το όνομα Πίνκι Κόνελι. Εσείς τη γνωρίζετε ως Τζόαν Μπρέτον Κόνελι και είναι η συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο αναφέρεστε. Η Πίνκι Κόνελι ήταν πολύ ενεργητικός άνθρωπος, γεμάτη ζωή, και είχε πολλές και διάφορες ιδέες. Εχω πολλά χρόνια να τη δω, αλλά δεν μου φαίνεται ότι έχει αλλάξει και πολύ από τότε… Προσωπικά, δεν είμαι σίγουρος για τις ιδέες της, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει απαραίτητα άδικο. Πάντως, τον 2ο αιώνα μ.Χ. ήρθε στην Ελλάδα ένας περιηγητής, ο Παυσανίας, ο οποίος περιέγραψε πολλά μνημεία και μάλιστα τις ιδιαιτερότητές τους. Μεταξύ άλλων, μίλησε και για τον Παρθενώνα. Αν η ζωφόρος του απεικόνιζε κάτι τόσο περίεργο και διαφορετικό, όπως αυτό που ισχυρίζεται η Κόνελι, δεν θα το είχε επισημάνει; Αυτή είναι η δική μου άποψη. Το βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι αυτό που έκανε η Κόνελι θα προξενήσει περισσότερο διάλογο για το ζήτημα και αυτό είναι καλό».


Σας ενοχλεί ή σας κολακεύει το γεγονός ότι το πρότυπο του αρχαιολόγου για το ευρύ κοινό ήταν εδώ και 30 χρόνια η φιγούρα του Ιντιάνα Τζόουνς; «Α, θα σας διηγηθώ μια ιστορία για αυτό. Οταν δίδασκα στο Μπέρκλεϊ, πρέπει να ήταν το 1975 ή το 1976, ήρθε και με βρήκε ένας απόφοιτος που ήταν παλαιότερα φοιτητής μου και μου ζήτησε να μιλήσουμε για την αρχαιολογία και τη ζωή μου ως αρχαιολόγος. Μιλήσαμε για την καταγωγή μου από την Πολιτεία της Ιντιάνα, για το πώς έγινα αρχαιολόγος. Τον ρώτησα γιατί κάνουμε αυτή τη συζήτηση και μου είπε ότι δουλεύει με έναν τύπο ονόματι Σπίλμπεργκ. Τότε δεν ήξερα τον Σπίλμπεργκ, τον Ιντιάνα Τζόουνς τον είδα με οκτώ χρόνια καθυστέρηση και άρχισα να αναρωτιέμαι, λες;.. Πριν από μερικά χρόνια έγραψα ένα βιβλίο για λογαριασμό του Καζίνου Λουτρακίου, με τον τίτλο «Ο Ιντιάνα Μίλλερ και ο Ναός του Νεμείου Διός».

Δεν ήθελα και τόσο να το γράψω, είναι η αλήθεια, οπότε προτείνοντας αυτόν τον τίτλο νόμιζα ότι θα το απέφευγα, αλλά τους άρεσε και έπεσα στην ίδια μου την παγίδα. Είμαι από την Ιντιάνα, με λένε Μίλλερ, έσκαψα τον Ναό του Διός, όλα στον τίτλο είναι γεγονότα. Εστειλα λοιπόν το βιβλίο στον Σπίλμπεργκ –και μου επιστράφηκε χωρίς καμία απάντηση! Δεν προσβλήθηκα, απλώς ξαφνιάστηκα κάπως. Αναρωτιέμαι αν μου χρωστάει εκατομμύρια δολάρια σε δικαιώματα…».

Ηρθατε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στα χρόνια των συνταγματαρχών το 1967 και εγκατασταθήκατε από το 1973. Πώς βλέπετε να έχει αλλάξει σε αυτά τα 40 και πλέον χρόνια; «Οταν ήρθα στην Ελλάδα, εδώ στην Αρχαία Νεμέα υπήρχε μόνο ένα αυτοκίνητο. Οι πλουσιότεροι είχαν φρέζες. Ολοι οι υπόλοιποι γαϊδούρια. Στην ανασκαφή είχαμε ένα χωράφι που λειτουργούσε ως πάρκινγκ γαϊδουριών. Σε όλο το χωριό υπήρχε μόνο μία τηλεόραση. Ηρθε ο πρόεδρος της κοινότητας και μου είπε: «Ελα αύριο το βράδυ στο καφενείο, θέλουμε να σε τιμήσουμε που βρίσκεσαι μαζί μας». Πηγαίνω λοιπόν στο καφενείο, όλες οι καρέκλες είναι τοποθετημένες με πρόσωπο σε έναν τοίχο όπου βρίσκεται η μοναδική τηλεόραση του χωριού. Με βάζουν στην πρώτη σειρά και μου λένε «θέλουμε να είσαι στην τιμητική θέση για να δεις μαζί μας το ‘Πέιτον Πλέις’ στην τηλεόραση». Η Ελλάδα άλλαξε τρομερά σε αυτά τα 40 χρόνια –πάρα πολύ και πάρα πολύ γρήγορα».
Σε οικονομικό επίπεδο… «Οι ανέσεις της ζωής είναι ευπρόσδεκτες, αν και δεν είμαι σίγουρος ότι η τεχνολογική πρόοδος μας ωφελεί πραγματικά σε βάθος χρόνου. Ας πούμε, αν πάθει κάποια ζημιά η ηλεκτρική εγκατάσταση σήμερα, ποιος ξέρει να την επιδιορθώσει; Σε κοινωνικό επίπεδο, έχω να πω ότι ο θρίαμβος της τηλεόρασης στην Ελλάδα, όπως και στην Αμερική, αποξένωσε τους ανθρώπους. Επίσης, και στις δύο κοινωνίες, θα έλεγα ότι στο παρελθόν είχαμε ήρωες, ηγέτες που μας φαίνονταν πανίσχυροι και παντογνώστες. Σήμερα, δεν τους βλέπω πουθενά. Οι Ελληνες είναι απογοητευμένοι από την πολιτική κατάσταση, αναζητούν το νέο, το διαφορετικό, και δεν το βρίσκουν. Διάβαζα προτού συναντηθούμε ένα άρθρο που έλεγε ότι Το Ποτάμι, προτού καν κατονομάσει τους υποψηφίους του ή ορίσει μια πολιτική πλατφόρμα, εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις να ψηφίζεται από το 9%. Γιατί; Γιατί είναι κάτι καινούργιο σε μια εποχή που οι άνθρωποι ψάχνουν το καινούργιο και δεν βρίσκουν τίποτε. Δεν βλέπω, ωστόσο, άνδρες του αναστήματος πολιτικών του παρελθόντος και δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό οφείλεται στο ότι δεν υπάρχουν. Περισσότερο οφείλεται ίσως στο ότι δεν είμαστε εμείς, σήμερα, διατεθειμένοι να παραδεχθούμε πια ότι υπάρχουν ανάμεσά μας».
Πώς προέκυψε η αναβίωση των Νεμέων Αγώνων, στη διοργάνωση των οποίων παίξατε σημαντικό ρόλο; «Οταν ήρθα εδώ το 1973, συνάντησα τον Παρμενίωνα Δημητρίου, κοινοτάρχη της Νεμέας, το όνειρο του οποίου ήταν η ανασκαφή του αρχαίου σταδίου, αλλά το υπουργείο Πολιτισμού τον είχε διώξει με την κατηγορία ότι ήθελε να μετατρέψει τον χώρο σε γήπεδο ποδοσφαίρου. Με τη δική του βοήθεια απαλλοτριώσαμε τη γη. Ως όρο μού έθεσε να πραγματοποιήσω την ανασκαφή και να αναβιώσω τους Αγώνες. Δέχθηκα. Οι ανασκαφές ολοκληρώθηκαν, δωρίσαμε το στάδιο στο κράτος και στην τελετή που έγινε το 1994 πραγματοποιήσαμε μια μίνι αναβίωση των Αγώνων. Πίστευα ότι έκανα το χρέος μου. Ο Μένιος είχε πια πεθάνει, αλλά η επιτυχία της εκδήλωσης ήταν τέτοια ώστε αποφασίσαμε με τον γιο του, τον Κώστα Δημητρίου, και άλλους περίπου 20 ανθρώπους της περιοχής να ιδρύσουμε τον Σύλλογο για την Αναβίωση των Αρχαίων Νεμέων Αγώνων. Από τότε, τους έχουμε διοργανώσει πέντε φορές με μεγάλη επιτυχία, όσο πιο αυθεντικά μπορούμε, με εθελοντές και με συμμετοχή πλήθους ανθρώπων από όλον τον κόσμο. Και σας διαβεβαιώνω, όταν τρέχει κανείς σήμερα μέσα από την «κρυπτήν έσοδον», το αρχαίο τούνελ που οδηγούσε στο στάδιο, με ανθρώπους από άλλα μέρη του κόσμου δίπλα του, βιώνει μια αίσθηση κατανόησης της κοινής μας ανθρωπιάς».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.