Θέμα ημερών είναι η εισαγωγή του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου σε δεύτερη ανάγνωση, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και εν συνεχεία στην Ολομέλεια, όπως διαβεβαίωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χαράλαμπος Αθανασίου, μιλώντας στη Βουλή.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης κλήθηκε, με επίκαιρη ερώτηση της βουλευτή της ΔΗΜΑΡ, Μαρίας Γιαννακάκη, να απαντήσει γιατί έχει καθυστερήσει η συζήτηση και ψήφιση του νομοσχεδίου για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, καθώς, ενώ είχε κατατεθεί στη Βουλή και είχε ολοκληρωθεί η πρώτη ανάγνωσή του στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, δεν έχει ακόμη εισαχθεί προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια.
Ο κ. Αθανασίου απέδωσε την καθυστέρηση στο φόρτο εργασίας του υπουργείου Δικαιοσύνης, που έπρεπε να προωθήσει επείγουσες ρυθμίσεις, αλλά και στις υποχρεώσεις του ιδίου στο συμβούλιο των υπουργών Δικαιοσύνης, λόγω ευρωπαϊκής προεδρίας.
Ανέφερε, ωστόσο, ότι «ήδη επιδεικνύει μεγάλο ενδιαφέρον τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών για το νομοσχέδιο αυτό, διότι πράγματι και στην ΕΕ μας ρωτούν συχνά τι θα γίνει».
Η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, Μ.Γιαννακάκη, κάλεσε την κυβέρνηση να απαντήσει αν πίσω από την καθυστέρηση ψήφισης του αντιρατσιστικού νόμου κρύβεται η πρόθεση αλλαγών στις διατάξεις, όπως αυτές είχαν περιληφθεί στο σχέδιο νόμου και έλαβε κατηγορηματική διάψευση από τον υπουργό για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Ωστόσο, ο κ. Αθανασίου άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο κάποιων νομοτεχνικών βελτιώσεων. «Θα είναι τεχνικές και μόνο. Δεν θα αφαιρεθεί κάποια διάταξη, δεν θα γίνει τροποποίηση επί της ουσίας» επέμεινε.
Στο ερώτημα της βουλευτή, αν στο αντιρατσιστικό θα περιληφθούν και οι περιπτώσεις βίας για τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ο υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι θα περιληφθεί ως ποινικό αδίκημα στο νομοσχέδιο, «όπως έχει δεσμευτεί και δεν πρόκειται να κάνει πίσω».
Για το σύμφωνο συμβίωσης των ομόφυλων ζευγαριών, ο κ. Αθανασίου είπε ότι πρόκειται για ένα ζήτημα του οικογενειακού δικαίου, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί σε νομοσχέδιο για το ποινικό δίκαιο, αλλά μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο των αλλαγών που μελετώνται στο αστικό δίκαιο. Σε κάθε περίπτωση, όπως τόνισε ο υπουργός, είναι ένα ζήτημα που απασχολεί την Εκκλησία και την κοινωνία, διότι αφορά κύριες δομές της και μια τέτοια ρύθμιση θέλει περισσότερη προσοχή και συζήτηση.