Απεβίωσε στη Λάρισα η πεζογράφος Βασιλική Παπαγιάννη σε ηλικία 87 ετών.
Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1927 και στη διάρκεια της Κατοχής ανέλαβε ενεργό αντιστασιακό ρόλο ενταγμένη στην ΕΠΟΝ. Οι εμπειρίες της Κατοχής και της Αντίστασης κατέχουν κεντρική θέση στο λογοτεχνικό της έργο και καθοδήγησαν και τη σχετικές ιστοριοδιφικές έρευνες για τη συλλογή προφορικών μαρτυριών για πρόσωπα και γεγονότα της εποχής. Έζησε για μια δεκαετία στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε οικονομικές και πολιτικές επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Στα γράμματα εμφανίστηκε με διήγημά της το 1952.
Καλλιέργησε τη μικρή φόρμα, κυρίως το διήγημα. Έγραψε επίσης νουβέλες, ένα μυθιστόρημα και συνέλεξε προφορικές αφηγήσεις και μαρτυρίες για την περίοδο 1940-1949, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Αντί μεταξύ 1977 και 1979, στην εφημερίδα Ημερήσιος Κήρυκας της Λάρισας και στη συλλογική έκδοση Γυναίκες στην Αντίσταση. Μαρτυρίες (1982). Τα πεζογραφήματά της ακολουθούν την ηθογραφική παράδοση, όπου η περιγραφή ενός κόσμου και η ψυχογράφηση των χαρακτήρων που κινούνται μέσα σε αυτόν συνταιριάζονται με την ιστορική κατάθεση και τη γυναικεία οπτική. Χαρακτηριστική είναι η γλώσσα της, μια ποιητικότροπη ρυθμική δημοτική με πολλές λαϊκές λέξεις και επιρροές από το δημοτικό τραγούδι.
Εξέδωσε τα πεζογραφήματα Καταχνιά (1964), Ανάγνωσμα πριν από τη βραδυνή προσευχή (1972), Το επιφώνημα της φωτιάς (1979), Επαρχιώτες (1984), Ώριμη νιότη (1974), Χαλάσματα (1992), το μυθιστόρημα Ξένη (1999) εμπνευσμένο από τη ζωή της λαρισαίας ζωγράφου Ξένης Ματούση, τη μυθιστορηματική βιογραφία Κυράνω. Μνήμη της μητέρας μου (1990) και τις μαρτυρίες Οι ηττημένοι. Χρονικό Βαγγέλη Γιαννόπουλου (1988), Achtung. Καταγραφές από την εποχή της νύχτας (1999), Κραυγές της μνήμης (2005).
Η κηδεία της θα γίνει την Τετάρτη 12 Μαρτίου, στις 12 το μεσημέρι, στο Νέο Κοιμητήριο της Λάρισας.