Εχει φαλλικό σχήμα και αποτρόπαιη μορφή. Με τα χέρια της στραγγαλίζει ένα μικρό λυκάκι. Στην Αϊτή, η Οβίρι είναι η θεά του θανάτου και του θρήνου και το όνομά της σημαίνει «άγρια, βάναυση». Ο Πολ Γκογκέν την έκανε γλυπτό το οποίο είχε θεωρηθεί το καταλληλότερο για να κοσμήσει τον τάφο του στο νησί Χίβα Οα της Γαλλικής Πολυνησίας.
Τελικά εκτέθηκε το 1906 στο Salon d’Automne στο Παρίσι, το είδε ο Πικάσο και αναθεώρησε τις απόψεις του περί γλυπτικής και κεραμικής. «Οι δεσποινίδες της Αβινιόν», που φιλοτέχνησε έναν χρόνο μετά, έφεραν, μεταξύ άλλων, και τη σφραγίδα της επιρροής της γλυπτικής του Γκογκέν και της Οβίρι του.
Δεν είναι η πιο γνωστή πτυχή της τέχνης του γάλλου καλλιτέχνη, δεδομένου ότι είναι περισσότερο αναγνωρίσιμος στο ευρύ κοινό ως ο ζωγράφος που ξεπέρασε τον ιμπρεσιονισμό και με τα στακάτα χρώματα και την εξωτική θεματολογία του θεωρείται, μαζί με τον φίλο του Βαν Γκογκ, προπομπός των Ναμπί, των ζωγράφων δηλαδή που χρησιμοποίησαν επίπεδα χρώματα. Παράλληλα, θεωρείται ότι συνέβαλε στη διαμόρφωση του φοβισμού, επηρεάζοντας τον Ανρί Ματίς, όπως επίσης κατατάσσεται και ως ο ονειροπόλος ρομαντικός που εγκατέλειψε τη βολή της γαλλικής μπουρζουαζίας, μαζί με μια επιτυχημένη καριέρα χρηματιστή και επιχειρηματία, για να βρεθεί στην Πολυνησία, αναζητώντας τον αμόλυντο παράδεισο –και τα νεαρότατα παρθένα κορίτσια του.
Ο Γκογκέν του Νότιου Ειρηνικού Η έκθεση «Gauguin: Metamorphoses», στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης MoMA στη Νέα Υόρκη, επιχειρεί να δώσει μια πανοραμική εικόνα της καλλιτεχνικής δημιουργίας του, εξού και εστιάζει σε μια πτυχή της που δεν είναι ευρέως γνωστή: στα σπάνια χαρακτικά και στα έργα που δημιούργησε με την τεχνική μεταφοράς εικόνας, προβάλλοντας παράλληλα την άρρηκτη σχέση τους με τα ανάγλυφα και τα γλυπτά που φιλοτέχνησε σε ξύλο και κεραμικό, όπως η προαναφερθείσα «Οβίρι». Εργα που προήλθαν από μεγάλα και μικρά μουσεία, αλλά και από ιδιωτικές συλλογές, 150 στο σύνολό τους, τα 120 από αυτά επάνω σε χαρτί, τα υπόλοιπα πίνακες και γλυπτά, «ξεσπάσματα δημιουργικότητας ανάμεσα στο 1889 μέχρι τον θάνατό του, το 1903», όπως περιγράφει το μουσείο.
Οποιαδήποτε τεχνική εξιτάριζε τη φαντασία του τη δοκίμαζε και πειραματιζόταν με αυτή. Η χαρακτική πρώτα απ’ όλα, η οποία προϋποθέτει τη μεταφορά και την αντιγραφή των εικόνων, του έδωσε ιδέες για να αντιμεταθέτει τις παραστάσεις του σε διαφορετικές επιφάνειες. Στον Γκογκέν άρεσαν οι ελαφρώς ανάγλυφες επιφάνειες, τα ομιχλώδη χρώματα, τα οποία προέκυπταν από τις ασυνήθιστες μεθόδους που επινοούσε, γιατί απέδιδαν τη μυστηριώδη και ονειρική όψη της ζωής στον Νότιο Ειρηνικό, αρχικά στην Ταϊτή και εν συνεχεία στις νήσους Μαρκησίες, όπου πέρασε συνολικά 12 χρόνια της ζωής του, από το 1891, οπότε και έφυγε οριστικά από τη Γαλλία.
Η έκθεση είναι η πρώτη επί αμερικανικού εδάφους που κοιτάζει σε βάθος το σύνολο του έργου του και επιλέγει να μη λοξοδρομήσει στα μονοπάτια που αφορούν τη ζωή, τον βίο και την πολιτεία του. Συνδέονται, βέβαια, αναπόφευκτα. Ο Πολ Γκογκέν, που δεν απέκτησε ποτέ καλλιτεχνική κατάρτιση, αλλά ήταν «ζωγράφος του Σαββατοκύριακου», υπήρξε ένας κοσμοπολίτης δημιουργός που έζησε στο Περού, στη Γαλλία και στη Δανία, μέχρις ότου κατέληξε στον προορισμό που αναζητούσε σε όλη του τη ζωή, ακριβώς όπως αναζητούσε τις ανοίκειες τεχνικές που θα του επέτρεπαν να δημιουργήσει πρωτότυπα έργα. Στον Νότιο Ειρηνικό ανακάλυψε έναν πολιτισμό αμόλυντο από τα ευρωπαϊκά ήθη. Εκεί η τέχνη δεν ήταν μιμητική και ρομαντική, όπως τη φιλοτεχνούσαν οι ιμπρεσιονιστές φίλοι του, αλλά ενείχε έναν βαθύ συμβολισμό και μια γνήσια σκληρότητα.
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την παρόρμηση πρέπει να έπαιξε η παιδική ηλικία στη Λίμα του Περού μαζί με την αγάπη της μητέρας του για την προκολομβιανή κεραμική. Η κυρία Γκογκέν, χήρα από τότε που ο γιος της Ανρί-Πολ ήταν 18 μηνών, συνέλεγε αγγεία των Ινκας τα οποία οι αποικιοκράτες ομοϊδεάτες της θεωρούσαν πρωτόγονα και βαρβαρικά. Αυτού του είδους η γλυπτική έδωσε μορφή στον πριμιτιβισμό που χαρακτήρισε τα σπουδαία έργα του με τις πανέμορφες αισθησιακές Ταϊτινές και διευκόλυνε και τη σύνδεση, αλλά και τον δεσμό του, με τον πολιτισμό που εκείνος θεωρούσε αμόλυντο από συμβάσεις και συντηρητισμό, εκεί όπου οι θεές ήταν γυμνές και ζωώδεις, σε επαφή με τα πρωτόγονα ένστικτά τους –όπως ήλπιζε ότι θα ήταν και ο κόσμος που τις λάτρευε μέσα από τις τελετές του.
Την πρώτη φορά που κολύμπησε γυμνός μέσα στη φύση στης Αϊτής, συγκεκριμένα σε ένα ρέμα, εμφανίστηκε ένας αστυνομικός και του ζήτησε να πληρώσει πρόστιμο για προσβολή δημοσίας αιδούς. Η Ταϊτή που επιθυμούσε υπήρχε εξάλλου μόνο στα όνειρά του, καθώς η επέλαση των γάλλων αποικιοκρατών είχε αλλοιώσει τον χαρακτήρα του νησιού. Στην έκθεση που είχε διοργανώσει πριν από περίπου τέσσερα χρόνια η Tate Modern, στα δημοσιεύματα των εφημερίδων η έμφαση είχε δοθεί στην πλάνη του Γκογκέν, τις φαντασιώσεις του οι οποίες έβρισκαν διέξοδο στους πίνακές του. Ο Γκογκέν τούς είχε ξεγελάσει όλους, όπως ακριβώς ισχυριζόταν παλαιότερα η συγγραφέας του βιβλίου «Paul Gauguin: An Erotic Life» (εκδ. Yale University Press), το οποίο παρουσίαζε τον ρομαντικό ζωγράφο ως έναν σαδιστή που έδερνε τη δανέζα γυναίκα που του χάρισε τα πέντε παιδιά του. Οπως επίσης ότι οι γυναίκες της Πολυνησίας δεν κυκλοφορούσαν ημίγυμνες, διαθέσιμες για έρωτα ανά πάσα στιγμή ούτε πρόσφεραν υποταγμένες φρούτα μέσα σε γαβάθες. Αντίθετα, ήταν σεμνές και η συναίνεσή τους στις ερωτικές συναναστροφές με τον ζωγράφο ήταν μάλλον αμφίβολη και διεξαγόταν διά της βίας. Η άξεστη «Οβίρι» είχε υποταχθεί στις βουλές των πολιτισμένων και οι γυναίκες πήγαιναν τις Κυριακές στην εκκλησία.
Η δισέγγονή του βγήκε να τον υπερασπιστεί. «Δεν ήταν βάναυσος, δεν ήταν παιδεραστής, δεν πέθανε από σύφιλη» φώναξε, χωρίς τις αποδείξεις που ούτως ή άλλως ουδείς διαθέτει. Θα ήταν όντως κρίμα αν ο εγγονός της Φλόρα Τριστάν, μιας από τις πρώτες αγωνίστριες για τα δικαιώματα των γυναικών, γκρέμιζε αυτά που εκείνη έχτιζε. Ακόμη και αν κάτι τέτοιο ίσχυε, θα μείωνε την κομβική σημασία του έργου του στην Ιστορία της τέχνης και την αδιαμφισβήτητη αξία του ως ένας από τους σπουδαιότερους εικαστικούς που υπήρξαν ποτέ; Είναι μεγάλη η συζήτηση και οι «μεταμορφώσεις» του πολλές. Δεν τις χώρεσαν ούτε τα 54 χρόνια της ζωής του.
*
«Gauguin: Metamorphoses»: ΜοΜΑ, Νέα Υόρκη, 8/3-8/6.**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 1 Μαρτίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ