Ο 29χρονος Ερμής Χαλβατζής και η 28χρονη Νατάσα Λιανού αποδεικνύουν περίτρανα ότι ένα ζευγάρι μπορεί να λειτουργεί εξίσου αρμονικά τόσο σε θέματα καρδιάς, όσο και σε θέματα δουλειάς. Απόφοιτοι της Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας το 2009 και της Architectural Association στο Λονδίνο, όπου έλαβαν Masters in Architecture and Urbanism με άριστα το 2011. Δούλεψαν για διεθνείς διαγωνισμούς όπως το Europan 11, όπου βραβεύθηκαν για το πρότζεκτ Climath σε συνεργασία με την Αλίσα Αντράσεκ. Από εκεί, σειρά είχε η μετακόμισή τους στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκαν στο Vito Acconci Studio.
Επέστρεψαν στο Λονδίνο ύστερα από πρόταση του Πάτρικ Σουμάχερ να εργαστούν στο γραφείο της Ζάχα Χαντίντ, όπου δουλεύουν ως σήμερα, αποτελώντας μέρος της βασικής ομάδας σχεδιασμού της διάσημης αρχιτέκτονος. Εχουν συμμετάσχει σε πολλά σημαντικά διεθνή πρότζεκτ: ουρανοξύστες, ξενοδοχεία, συγκροτήματα κατοικιών και τελευταία για το Ολυμπιακό Στάδιο του Τόκιο. Παράλληλα συνεργάζονται με ελληνικές εταιρείες για σχεδιασμό προϊόντων και φωτιστικών με την υπογραφή τους, προωθώντας το ελληνικό ντιζάιν. Μας μίλησαν για τη φιλοσοφία τους γύρω από το φως, τα μελλοντικά τους σχέδια και για το πώς θα μπορούσε να ομορφήνει η ταλαιπωρημένη Αθήνα.
Πόσο σημαντικό είναι για εσάς να συμμετέχετε σε μια τόσο μεγάλη έκθεση;
«Το φωτιστικό RIZA είναι το πρώτο από τη σειρά φωτιστικών που έχουμε σχεδιάσει για την Bright S.A. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε μια από τις μεγαλύτερες εκθέσεις στην EuroShop Retail Trade Fair στο Ντύσελντορφ της Γερμανίας στις 16-20 Φεβρουαρίου καθώς επίσης θα παρουσιαστεί και στην μεγαλύτερη έκθεση φωτιστικών στην Messe στην Φρανκφούρτη στο τέλος του Μαρτίου από την Bright.
Η ιδέα πίσω από το φωτιστικό RIZA είναι ό,τι γεννιέται και αναπτύσσεται από την οροφή και όπως το όνομα του υποδηλώνει, ελίσσεται και συστρέφεται, δημιουργώντας ένα παιχνίδι με την βαρύτητα και την ισορροπία. Μπορεί να σταθεί είτε ως αυτόνομη μονάδα είτε ως πληθυσμός, όπου οι μονάδες συνομιλούν μεταξύ τους, επαναπροσδιορίζοντας την έννοια του πολυελαίου.
Μέσα από την συνεργασία των Lianou | Chalvatzis Architects με την Bright, θέλουμε να προωθήσουμε το υψηλής αισθητικής ελληνικό design σε συνδυασμό με την ποιοτική ελληνική παραγωγή. Το γεγονός ότι προβάλλεται το πρώτο φωτιστικό σε μία τόση μεγάλη διεθνή έκθεση, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα για εμάς, καθώς έτσι μας δίνεται η δυνατότητα να επικοινωνήσουμε το έργο και τις ιδέες μας σε ένα πολύ μεγάλο κοινό».
Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που διαθέτει φως με το τράβηγμα μιας κουρτίνας, τα φωτιστικά άργησαν να πάρουν τη θέση που τους αξίζουν. Για εσάς, το να παίζεις με το φως και τη σκιά σε έναν χώρο, είναι καλλιτεχνική έκφραση από μόνη της;
«Το φως και η σκιά αποτελούν υλικά αρχιτεκτονικής και είναι ιδέες που μας απασχολούν στην δουλειά μας. Κάποια στιγμή, δουλεύαμε έναν ουρανοξύστη στο Tromso της Νορβηγίας και όλη η ιδέα εκτυλισσόταν στο πώς το ίδιο το κτίριο θα αποτελεί ένα αστικό φωτιστικό, το οποίο θα συγκεντρώνει κατά την διάρκεια των σκοτεινών και κρύων μηνών του χειμώνα, τον μισό πληθυσμό της πόλης στο εσωτερικό του και έτσι η φωτεινότητα που εκπέμπει θα αποτελεί κοινωνικό συνεκτικό στοιχείο. Για αυτό το πρότζεκτ o Frederic Migayrou (Director, Centre Georges Pompidou, Chair Professor of Architecture, UCL) είχε σχολιάσει ότι είναι σαν να «χτίζουμε το φως».
Με βάση αυτό το σχόλιο και μεταφερόμενοι στην Ελλάδα, η οποία είναι μια χώρα πλημμυρισμένη από φως, η αρχιτεκτονική των κτιρίων όσο και τα εσωτερικά τους σχεδιάζονται ισορροπώντας μεταξύ φωτός και σκιάς ή φωτός και μη φωτός. Το μέσα με το έξω, το φως και η σκιά, συνομιλούν, συνυπάρχουν και εκεί που τελειώνει το ένα συμπληρώνει το άλλο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της χώρας μας, αποτελούν τα κυκλαδίτικα σπίτια και η νησιώτικη παράδοση, όπου η λευκή αρχιτεκτονική είναι χαρακτηριστική και το φως αποτελεί «κτιστό στοιχείο» με την έννοια ότι συμπληρώνει, τονίζει ή σκιάζει, και άρα μεταβάλλει κατά την διάρκεια της ημέρας το εξωτερικό όσο και το εσωτερικό περιβάλλον. Αυτή είναι για εμάς η έννοια του φωτός και κατ’επέκταση του φωτιστικού, τόσο δομική όσο και ή ανάγκη για κατοίκηση, κοινωνική συναναστροφή και ζωή.
Πάνω σε αυτή την ιδέα βασιζόταν και η πρόταση «Meta-Dreams» που κάναμε για το περίπτερο της φετινής Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας όπου λαμβάνοντας το φως ως «κτιστό στοιχείο» προτείναμε τη δημιουργία μιας εγκατάστασης σμιλευμένων από το φως κτιρίων του ελληνικού μοντερνισμού σε μορφή λευκών αφαιρετικών μακετών».
Ποια είναι τα προσεχή σας σχέδια σε Ελλάδα και εξωτερικό;
«Μέσα στους επόμενους μήνες θα ολοκληρωθεί μια εξοχική κατοικία στην Άνδρο που έχουμε σχεδιάσει και αυτή την περίοδο δουλεύουμε διεθνείς διαγωνισμούς διαφόρων κλιμάκων. Μας ενδιαφέρει να ασχολούμαστε με διαφορετικές κλίμακες από masterplan, ουρανοξύστες και κατοικίες μέχρι έπιπλα και φωτιστικά, διότι πιστεύουμε ότι υπάρχει ένα κοινό νήμα που διαπερνά όλες τις κλίμακες, που είναι η ανάγκη για φρέσκες και πρωτοπόρες λύσεις υψηλής αισθητικής και λειτουργικότητας τις οποίες ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός προσφέρει».
Τί σκεφτήκατε για την εικόνα της Αθήνας την τελευταία φορά που την επισκεφθήκατε;
«Η σκέψη μας για την Αθήνα είναι ότι βρίσκεται σε μια μεταβατική κατάσταση. Παρατηρούμε ότι το επίπεδο κοινωνικότητας των Αθηναίων αλλά και η επίγνωση τους για την κατάσταση της πόλης έχει αυξηθεί. Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι έχουν ξεκινήσει διάλογοι για την πόλη. Πιστεύουμε ότι είναι πολύ σημαντική η ενεργοποίηση και δράση σε επίπεδο γειτονιάς πλέον. Πρέπει να δημιουργηθούν νέες «τοπικές» ταυτότητες / brands που θα συνθέσουν το παζλ και την εικόνα της Αθήνας, δημιουργώντας μικροπυρήνες με ποικίλους χαρακτήρες. Η Αθήνα είναι μια σύγχρονη μητρόπολη και αξίζει να την διαχειριστούμε ως τέτοια. Όμοια με αναπτυξιακά έργα που λαμβάνουν χώρα στο Παραλιακό μέτωπο και στην Πανεπιστημίου, θα μπορούσαν να συμβούν και σε όλη την έκταση της πόλης αλλάζοντας το υπάρχον skyline της, δημιουργώντας νέες πυκνώσεις και αραιώσεις. Ελευθέρωση χώρων για δημιουργία πράσινων ζωνών αλλά και συγκέντρωση ψηλών κτιρίων, ουρανοξυστών, παράγοντας διαφοροποιήσεις στην κοινωνικότητα αλλά και στον αστικό ιστό της Αθήνας.
Τέλος, όπως έχουμε αναφέρει, στην Αθήνα και κατ’επέκταση σ’όλη την Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα νέο σχέδιο για τις τουριστικές αστικές και μη υποδομές, με σκοπό τόσο την δημιουργία σύγχρονων τουριστικών υποδομών, όσο και την μεγιστοποίηση της τουριστικής δυνατότητας της χώρας μας και των οικονομικών οφελών που αυτή συνεπάγεται. Το παράδειγμα του ΕΟΤ των δεκαετιών ’50 και ’60 μπορεί να αποτελέσει οδηγό στο σήμερα των αλλαγών».