Η ψυχοθεραπεία αποδεικνύεται εξίσου αποτελεσματική με την φαρμακευτική αγωγή στην αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας, αποφαίνονται βρετανοί ερευνητές σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «The Lancet».
Ομάδα ειδικών, με επικεφαλής τον δρ Άντονι Μόρισον από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, υπέβαλαν για 18 μήνες 74 ασθενείς με σχιζοφρένεια σε γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η τακτική αυτή αποφέρει τα ίδια αποτελέσματα με τα αντιψυχωσικά φάρμακα. Συγκεκριμένα, η ψυχοθεραπεία ήταν αποτελεσματική για το 46% των ασθενών, ποσοστό σχεδόν ίδιο με αυτό των ατόμων που είχαν θετική ανταπόκριση στα ψυχοφάρμακα.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι, μέχρι σήμερα ένα μικρό ποσοστό ασθενών με σχιζοφρένεια ή παρεμφερή πάθηση υποβάλλεται σε ψυχοθεραπεία, καθώς οι γιατροί προτείνουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τη θεραπεία με φάρμακα.
Ωστόσο, τα αντιψυχωσικά σκευάσματα δεν είναι αποτελεσματικά σε όλες τις περιπτώσεις, ενώ μακροπρόθεσμα μπορούν να επιφέρουν και παρενέργειες, όπως εμφάνιση διαβήτη τύπου ΙΙ, μυϊκούς σπασμούς, κίνδυνο εμφράγματος και αύξηση του σωματικού βάρους.
Εξάλλουν, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι, τουλάχιστον οι μισοί ασθενείς με σχιζοφρένεια, καταλήγουν να μην παίρνουν τα φάρμακά τους, επειδή δεν είναι αποτελεσματικά. Οι βρετανοί ερευνητές πιστεύουν λοιπόν ότι, η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία θα μπορούσε να βοηθήσει κυρίως αυτούς τους ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στην φαρμακευτική αγωγή.
«Θαυματουργές» συνεδρίες
Η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία απομονώνει επιμέρους προβλήματα του ασθενούς, όπως τις παρανοϊκές σκέψεις και την ακραία αντικοινωνικότητα, προσπαθώντας να τα εξαλείψει με το να ωθήσει στον ασθενή να υιοθετήσει νέες νοητικές στάσεις και συμπεριφορές.
«Παρατηρήσαμε ότι η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία όντως μειώνει τα συμπτώματα και επίσης βελτιώνει την προσωπική και κοινωνική λειτουργία του ασθενούς. Αποδείξαμε πολύ πειστικά ότι είναι μια ασφαλής και αποτελεσματική θεραπεία», τονίζει ο δρ Μόρισον υπογραμμίζοντας όμως πως, παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, «αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι ασθενείς με σχιζοφρένεια μπορούν ή θα έπρεπε να σταματήσουν την φαρμακευτική τους αγωγή».
Ο καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου του Νιούκασλ, Ντάγκλας Τέρκινγκτον, που συμμετείχε στην έρευνα προσθετει ότι «ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματά μας ήταν ότι όταν τους δίνεται η δυνατότητα επιλογής, οι περισσότεροι ασθενείς συμφωνούν να δοκιμάσουν τη γνωσιακή θεραπεία».
Όπως εξηγεί ο δρ Τέρκινγκτον, η καλύτερη θεραπεία για ένα ασθενή με σχιζοφρένεια είναι τελικά ο συνδυασμός φαρμάκων και γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας. Όμως, τονίζει ότι, ενώ σχεδόν σε κάθε ασθενή προσφέρονται φάρμακα, σε ελάχιστους δίνεται η επιλογή της ψυχοθεραπείας.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, ο καθηγητής Ρόμπιν Μάρεϊ του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου επισημαίνει ότι «σε πολλούς ασθενείς δεν αρέσει να παίρνουν αντιψυχωτικά φάρμακα σε βάθος χρόνου, πράγμα όχι παράξενο, καθώς αυτά έχουν σημαντικές παρενέργειες. Οπότε τι γίνεται με τους ασθενείς που συνεχίζουν να έχουν ψυχωτικά συμπτώματα, αλλά δεν θέλουν να πάρουν αντιψυχωτικά φάρμακα; Μέχρι τώρα, αυτό που συνήθως γινόταν, ήταν να τους λέμε πόσο ανόητη είναι αυτή η άρνησή τους. Όμως η νέα μελέτη δείχνει ότι μπορεί να υπάρχει μια καλύτερη επιλογή και ότι η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία είναι καλύτερη από το να αφήνει κανείς τους ασθενείς στην τύχη τους».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, από σχιζοφρένεια πάσχει περίπου το 1% του πληθυσμού παγκοσμίως, που εμφανίζει συμπτώματα όπως ψευδαισθήσεις, παραισθήσεις, παράνοια, συναισθηματικές διαταραχές, αδυναμία κοινωνικοποίησης και σοβαρή δυσκολία εκτέλεσης καθημερινών δραστηριοτήτων.
Οι ασθενείς έχουν στην διάθεσή τους περίπου 20 αντιψυχωτικά φάρμακα (όπως ρισπεριδόνη, αλοπεριδόλη, κλοζαπίνη κ.α.), που συχνά είναι αποτελεσματικά στην πρόσκαιρη μείωση των συμπτωμάτων.
Η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται με αρκετά αποτελεσματικό τρόπο κατά της κατάθλιψης, της αγχώδους διαταραχής και άλλων ψυχικών – νοητικών προβλημάτων. Ορισμένοι ψυχίατροι και ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι μπορεί να αξιοποιηθεί και στην περίπτωση της σχιζοφρένειας, κάτι που έρχεται να επιβεβαιώσει η νέα βρετανική έρευνα. Όμως, δεν δείχνουν όλοι οι ψυχίατροι έτοιμοι να αποδεχτούν ότι μια ψυχοθεραπευτική τεχνική μπορεί να έχει συγκρίσιμα αποτελέσματα με τα φάρμακα για τη σχιζοφρένεια.