Συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων, την κυβέρνηση και τους Έλληνες πολίτες ζήτησε ο αρχηγός του Λιμενικού Σώματος κ. Δ. Μπαντιάς «για την θέση στην οποία σας φέραμε», όπως είπε, διαβεβαιώνοντας ωστόσο πως «κάναμε ό,τι μπορούσαμε» για την διάσωση των μεταναστών στο Φαρμακονήσι. Με σπασμένη την φωνή, ο κ. Μπαντιάς είπε ότι η ηγεσία του Λιμενικού Σώματος «είχε το θάρρος να έρθει στην Βουλή ενώπιον των βουλευτών και δεν κρύφτηκε πίσω από τις διοικητικές έρευνες» για την τραγωδία στο Φαρμακονήσι που στοίχισε την ζωή σε 12 μετανάστες μεταξύ των οποίων και μικρά παιδιά, προκαλώντας ακόμη και διεθνείς αντιδράσεις φορέων και οργανισμών οι οποίοι ζήτησαν την διερεύνηση της υπόθεσης.
Την ίδια στιγμή, σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου κ. Μ. Βαρβιτσιώτη και του ΣΥΡΙΖΑ εκδηλώθηκε στην συνεδρίαση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής όπου συζητήθηκε το θέμα με τον πρώτο να κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ ότι εκμεταλλεύεται πολιτικά το θέμα, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Θ. Δρίτσα, ο οποίος του καταλόγισε ότι «αντί να εγγυηθεί την πλήρη και ανεξάρτητη διερεύνηση της υπόθεσης, έσπευσε να δώσει το ΄΄σήμα΄΄ ότι ΄΄η Ελλάς δεν είναι ξέφραγο αμπέλι΄΄, στάση που ενεργοποιεί μη νόμιμες ενέργειες και ο καθένας καταλαβαίνει ποιο είναι το μήνυμα που στέλνει στην ελληνική κοινωνία».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης εμφανίστηκε κατηγορηματικός ότι «δεν έχει δοθεί καμία πολιτική οδηγία ούτε για βίαιες επαναπροωθήσεις, ούτε για απάνθρωπες συμπεριφορές, αλλά για σαφή περιφρούρηση των συνόρων και διάσωση κάθε ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα», απαντώντας έτσι με αφορμή τις καταγγελίες από τους μετανάστες και διεθνείς οργανισμούς ότι το σκάφος του Λιμενικού που επιχείρησε στην περιοχή, προσπάθησε να επαναπροωθήσει το μοιραίο σκάφος με τους μετανάστες στην Τουκρία ασκώντας μάλιστα βία εναντίον τους ρίχνοντας κάποιους στην θάλασσα, κάτι που αμφισβητήθηκε κατηγορηματικά από την πολιτική ηγεσία του ΥΕΝ και την ηγεσία του Λιμενικού που προσήλθε για να ενημερώσει τους βουλευτές.
Μάλιστα ο υπουργός καταφέρθηκε κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέγοντας ότι «πολιτικά πρόσωπα έστησαν λαϊκά δικαστήρια και ζήτησαν κεφαλές επί πίνακι και κάποιοι υπεύθυνοι έφθασαν στο έσχατο σημείο να μιλούν για δολοφονική απόπειρα των ανθρώπων του Λιμενικού Σώματος, όπως στην συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, με τον γραμματέα της (κ. Δ. Βίτσα) να μιλάει για δολοφονική απόπειρα και να λέει ότι επιχαίρουμε για την ανθρώπινη τραγωδία».
Επιπλέον, ο κ. Βαρβιτσιώτης επικαλέστηκε την δημοσίευση πλαστών φωτογραφιών δυστυχισμένων ανθρώπων που εμφανίζονταν να είναι θύματα της τραγωδίας στο Φαρμακονήσι, όπως και τα δημοσιεύματα που μιλούσαν για δήθεν συγκάλυψη του εγκλήματος, επισημαίνοντας πως τέτοιες ενέργειες «δημιουργούν εθνικό πρόβλημα στη χώρα που την δυσφημούν». Όπως είπε ο υπουργός «επιβάλαμε το δόγμα ότι δεν κινδυνεύει καμία ζωή στη θάλασσα, γι’ αυτό σε 18 μήνες σε 140 περιστατικά έγιναν 3.174 διασώσεις και σε 17 μήνες στα 14 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου συνελήφθησαν 10.902 μετανάστες και 152 διακινητές. «Εφαρμόζουμε όλους τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Την συνθήκη Σένγκεν που δεν επιτρέπει την ελεύθερη είσοδο. Τις συνθήκες ασφάλειας της ναυσιπλοΐας. Μία φορτωμένη βάρκα που κινδυνεύει να βουλιάξει είναι παράνομη. Η παράνομη είσοδος μεταναστών στη χώρα είναι επίσης αδίκημα», πρόσθεσε.
Ο κ. Δρίτσας κατηγόρησε τον υπουργό ότι «από την πρώτη στιγμή -δυστυχώς και το Αρχηγείο του Λιμενικού- διατύπωσαν πόρισμα», διερωτώμενος «τι πόρισμα θα βγάλει η ΕΔΕ, η Δικαιοσύνη, η Ναυτοδίκης όταν η πολιτική και φυσική ηγεσία έχουν εγκιβωτίσει την έρευνα;». Και ρώτησε αν τις καταθέσεις από τους μετανάστες «τις πήραν άνθρωποι που έφθασαν με ελικόπτερο» στην περιοχή χωρίς να δώσει διευκρινίσεις.
Αναφερθείς στις δραματικές συνθήκες υπό τις οποίες εξελίχθηκε η επιχείρηση του Λιμενικού στο Φαρμακονήσι ο Διευθυντής του Κέντρου Επιχειρήσεων του Λιμενικού Σώματος κ. Ν. Πατρινός, είπε ότι λόγω των νοτιοανατολικών ανέμων που έπνεαν στην περιοχή και έφταναν τα 5-6 μποφόρ, κρίθηκε προσφορότερη η ρυμούλκηση του αλιευτικού σκάφους με τους μετανάστες προς το Φαρμακονήσι. Προς τούτο δόθηκε εντολή σε δυο στελέχη να επιβιβαστούν στο αλιευτικό σκάφος προκειμένου να προσδέσουν σκοινί ρυμούλκησης και να παραμείνουν στο σκάφος. Λίγο αργότερα ενημέρωσαν ότι αποκολλάται η δέστρα και η άμεση κίνηση από το κλιμάκιο ήταν να τραβήξουν το σκοινί επάνω για να μην τον «ρουφήξουν» οι κινητήρες.
Όπως είπε, ένας εκ των μεταναστών μιλούσε συνεχώς στο κινητό του και λίγο μετά ακούστηκαν οι φωνές του ενώ έδειχνε δυο άτομα στη θάλασσα. Εκείνη την στιγμή υπήρξε ακαριαία μετακίνηση όλων των επιβαινόντων και αυτό έφερε ανατροπή του σκάφους. Το σκάφος του Λιμενικού έκανε κράτει τις μηχανές, με αποτέλεσμα λόγω αδράνειας, το αλιευτικό να βρεθεί πάνω του. Οι περισσότεροι μετανάστες επιβιβάσθηκαν από την πρυμναία πλατφόρμα του σκάφους και η απόσταση ανάμεσα στα δυο σκάφη ήταν 2-3 μέτρα. Έτσι, έπεφταν στη θάλασσα και τους έπιαναν από όπου έβρισκαν, ενώ έριξαν και σκάλα. Μάλιστα το διασωθέν ανήλικο περισυνελέγη από τον μηχανικό του λιμενικού σκάφους μέσα από την θάλασσα όταν εκείνος κρατιόταν από το ρέλι.
Επίσης, αναφέρθηκε στις συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή και την ατυχή συγκυρία, όπως την χαρακτήρισε, με τον πυκνό καπνό που εκδηλώθηκε από το μηχανοστάσιο του σκάφους. Το δίλημμα ήταν να σωθεί το σκάφος, οι 16 επιβαίνοντες και το πλήρωμά του και έτσι προκρίθηκε η ανάγκη να κόψει το σκοινί που κρατούσε το αλιευτικό στην πρύμνη. Ακολούθησαν οι επιχειρήσεις έρευνας διάσωσης με «σούπερ πούμα», ναυαγοσωστικά, ελικόπτερα κλπ.
Νωρίτερα ο αρχιπλοίαρχος κ. Ι. Καραγεωργόπουλος παρουσίασε ένα σημείωμα με οδηγίες που, όπως είπε, βρέθηκε πάνω σε μετανάστη. Σύμφωνα με αυτό ανάμεσα στις οδηγίες ήταν να τρυπήσουν το πίσω μέρος της βάρκας όταν πλησιάσουν στα ελληνικά παράλια, ώστε να αρχίσει να βουλιάζει, να δηλώσουν ότι είναι Παλαιστίνιοι και να χρησιμοποιήσουν ένα κοινό αραβικό όνομα, όπως Αλί Μοχάμεντ.
Κριτική άσκησε ο βουλευτής του ΚΚΕ κ. Σπ. Χαλβατζής, ο οποίος είπε ότι χάθηκαν 12 άνθρωποι και ο χαρακτηρισμός του δυστυχήματος από τον κ. Πατρινό ως «ατυχούς είναι επιεικώς απαράδεκτος». «Χρειάζεται μεγαλύτερη ανησυχία, μεγαλύτερη ευαισθησία», τόνισε.