Σαν να μπαίνεις σε ένα μικρό ξωκλήσι, αισθάνεσαι καθώς περνάς την πόρτα για την έκθεση του Χρήστου Μποκόρου, στο Μουσείο Μπενάκη. Η δυναμική του χώρου επιβάλλει την κατάνυξη, ο τόνος της φωνής αυτόματα χαμηλώνει και οδηγεί σε μία σχεδόν σιωπηλή παρατήρηση των εικόνων.
Ο Χρήστος Μποκόρος ζωγραφίζει για μία ακόμα φορά σε παλιά, φθαρμένα ξύλα, με καθαρά πάνω τους τα σημάδια και τα ίχνη του χρόνου. Παλιότερα, με την άψογη τεχνική του, ζωγράφιζε μικρές φλόγες και κλαδιά ελιάς, λινές πετσέτες και πιο παλιά «ωά». Πάντα τα στοιχειώδη. Κι αυτή τη φορά, πάνω στα μακρόστενα ξύλα από γεφύρια, πιθανόν της Ηπείρου, με «τα στοιχειώδη» καταπιάνεται, εκείνα που δημιουργούν την εικόνα μιας λιτής ευημερίας.
Στο πρώτο δωμάτιο της έκθεσης μία σειρά από έξι μορφές ξαπλωμένες στη φύση μάς κοιτάζουν στα μάτια όταν δεν στρέφουν το βλέμμα στον έναστρο ουρανό ή στα ανοιξιάτικα χαμομήλια. Μία ξύλινη πόρτα με το φως του πίσω δωματίου να φαίνεται από τις χαραμάδες της, μας οδηγεί νοητά (στο δεύτερο δωμάτιο της έκθεσης) στα ενδότερα. Μετά τον εξωτερικό χώρο, ο εσωτερικός: το σπίτι. Εκεί ένα τρίπτυχο, πάντα σε σανίδες από γεφύρια, πραγματεύεται τα στοιχειώδη του οίκου: στο πρώτο πάνελ του τρίπτυχου ένα ξέστρωτο κρεβάτι, στο δεύτερο μία πετσέτα, ένα καθρεφτάκι και ένα σαπούνι μόλις χρησιμοποιημένο, και στον τρίτο ένα τραπέζι με ένα κομμάτι ψωμί, δυο πιάτα φασολάδα και δύο ποτήρια κρασί. Ο Μποκόρος ζωγραφίζει τη λεπτομέρεια αλλά ταυτοχρόνως επιμένει σε μία αφαίρεση, που καθηλώνει. Είδα πολλούς θεατές της έκθεσης που επιχειρούσαν να αγγίξουν τις ζωγραφιές. Για να βεβαιωθούν ότι είναι ζωγραφική και όχι πραγματικά αντικείμενα. Η υγρασία που αφήνει το βρεγμένο σαπούνι πάνω στο ξύλο όπου μόλις ακούμπησε, οι πτυχές της πετσέτας που ακόμα δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή του τσαλακωμένου σεντονιού που είναι ακόμα ζεστό από τον ύπνο: η ευαισθησία του ζωγράφου αποτυπωμένη σε ένα φθαρμένο ξύλο.
Σε μια εποχή που το περιττό έχει γίνει κομμάτι της καθημερινότητάς μας, που συνεχώς απομακρυνόμαστε από τα στοιχειώδη, τα βασικά και τα πρωταρχικά, σε μια εποχή που, κατά τον ζωγράφο, «για να μάθουμε τον καιρό δεν κοιτάμε πια τον ουρανό αλλά τοinternet», η ματιά στα στοιχειώδη μοιάζει με κάθαρση.
Με την έκθεση του Μποκόρου δεν θέλαμε να δούμε τίποτε άλλο εκείνη τη μέρα στο Μουσείο Μπενάκη. Μήπως μας προκάλεσε μια ψυχική ανάταση;
Hέκθεση διαρκεί έως την Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014