Τη νύχτα πριν «γεννηθεί» η νεότερη χώρα του κόσμου, το Νότιο Σουδάν, ο γλύπτης Νταβίντ Μόρμπε, εργάστηκε μέχρι τις 11 το βράδυ προκειμένου να τελειώσει το άγαλμα του πατέρα του έθνους και της χώρας, Τζον Γκάρανγκ. Όταν το ρολόι χτύπησε 12 και άρχισε να κυλά η 9η Ιουλίου 2011, ο Μόρμπε γιόρταζε μαζί με τους συμπολίτες στους δρόμους την ανεξαρτησία του Νότιου Σουδάν.

«Τότε ο κόσμος έκλαιγε από χαρά και είχα κι εγώ χαρά στην καρδιά μου» λέει σήμερα στη βρετανική εφημερίδα Guardian, ο 36χρονος γλύπτης. Ομως η πραγματικότητα γρήγορα γκρεμισε τις ελπίδες. Δυόμισι χρόνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Νότιου Σουδάν, το κράτος-όνειρο έχει ήδη γίνει εφιάλτης.
Μία μάχη πολιτικών «εγώ» εξελίχθηκε σε εθνοτική σύγκρουση, που έχει στοιχίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους. Δεκάδες χιλιάδες ξεριζωμένοι βρίσκονται στριμωγμένοι σε καταυλισμούς, φοβούμενοι για την ασφάλειά τους. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ένα μήνας συγκρούσεων έχει πάει την χώρα μία δεκαετία πίσω. «Η εθνική σημαία ακόμη κυματίζει και το τεσσάρων μέτρων άγαλμα του Γκάρανγκ ακόμη υψώνεται σε ένα σκονισμένο οικόπεδο γεμάτο σκουπίδια, αλλά όπως ανακάλυψε ο Guardian, το να πλησιάσεις απλά μπορεί να καταλήξει σε σύντομη κράτηση και την απειλή 200 χτυπημάτων με ραβδί» αναφέρει το ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας.
Όπως είπε ο Μόρμπε, το 2011, οι άνθρωποι στο Νότιο Σουδάν ήλπιζαν σε μία καλύτερη ζωή. «Αισθάνομαι ότι πήραμε λάθος δρόμο σαν χώρα. Τώρα αυτές οι εθνοτικές συγκρούσεις απειλούν να μας κάνουν ένα αποτυχημένο κράτος» σχολίασε. Η δημιουργία του κράτους του Νοτίου Σουδάν, αναφέρει το δημοσίευμα, αποτελεί αποτέλεσμα πολλών παραγόντων αλλά υπήρξε ένας βασικός παίκτης που κίνησε τις διεργασίες για το δημοψήφισμα για ανεξαρτησία και αυτός ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το πετρέλαιο της περιοχής μπορεί να αποτέλεσε για την Ουάσινγκτον ισχυρό κίνητρο. Όμως τώρα είναι η Κίνα και όχι οι ΗΠΑ, που ελέγχει τον πετρελαϊκό τομέα.
Επίσης επικριτές κατηγορούν τις ΗΠΑ ότι η πολιτική της οικοδόμησης κρατών που ακολούθησε σε μία σειρά περιπτώσεων, όπως στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, χαρακτηρίστηκε από αποτυχία και στο Νότιο Σουδάν. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν ότι έδωσαν περισσότερη σημασία στα τεχνικά προβλήματα, όπως οι υποδομές και οι υπηρεσίες, και λιγότερη σε παράγοντες όπως η διαφθορά, η καλή διακυβέρνηση, η ομοιόμορφη κατανομή των πόρων και η εθνική συμφιλίωση σε αυτό που η μή κυβερνητική οργάνωση International Crisis Group αποκαλεί «ένα δίκτυο βαθιά ριζωμένων εθνοτικών εντάσεων».

«Ταξιδέψαμε στη Νέα Υόρκη και μιλήσαμε με πρεσβευτές στα Ηνωμένα Έθνη, συμπεριλαμβανομένης της Αμερικανίδας Σούζαν Ράις. Τους είπαμε: «Σας παρακαλούμε αντιμετωπίστε τη διχόνια που υπέβοσκε στο σκοτάδι εξαιτίας του πολέμου της ανεξαρτησίας. Αλλά σκέφτηκαν μόνο την ανάπτυξη και την οικονομία και είπαν: «Ας δώσουμε χρήματα»» λέει στον Guardian ο Έντμουντ Γιακάνι, ακτιβιστής και διευθυντής της οργάνωσης Community Empowerment for Progress Organisation (CEPO) στην πρωτεύουσα Τζούμπα.
Και καταλήγει: «Τα μέσα ενημέρωσης εστίασαν στην ανάπτυξη και στις υπηρεσίες. Η κυβέρνηση όμως είναι η πρόκληση για το Νότιο Σουδάν. Μετά την ανεξαρτησία δεν δώσαμε στους εαυτούς μας τον χρόνο να ψάξουμε πώς θα ζήσουμε ειρηνικά όλοι μαζί. Δεν μάθαμε από τα λάθη του Σουδάν».