Οταν στις 30 Δεκεμβρίου 2006 η Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης εγκαινίαζε τις «ζωντανές» αναμεταδόσεις παραγωγών της σε επιλεγμένους πολιτιστικούς χώρους ανά τον κόσμο, ο –νέος τότε –γενικός διευθυντής του θεάτρου Πίτερ Γκελμπ είχε να αντιμετωπίσει την κριτική ουκ ολίγων οι οποίοι θεωρούσαν ότι το δαπανηρό, πέραν όλων των άλλων, εγχείρημα θα αποτύχει.
Η πορεία του προγράμματος, του γνωστού πλέον «The Met: Live in HD», ήρθε να τους διαψεύσει: όχι μόνο το δίκτυο χωρών που «αγκαλιάζει» το πρότζεκτ διευρύνεται διαρκώς έχοντας πλέον φτάσει τις 64 (μεταξύ αυτών η Ελλάδα και η Κύπρος όπου αναμεταδίδεται με την υποστήριξη του Ομίλου AΝΤ1) αλλά η Μετροπόλιταν βρήκε και μιμητές: από τη Βασιλική Οπερα της Αγγλίας ως το Μπαλσόι της Μόσχας και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου, οι κορυφαίοι διεθνείς οργανισμοί προχώρησαν σε αντίστοιχα προγράμματα αναμεταδόσεων με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία… Η τάση, μάλιστα, υπερέβη τα όρια της μουσικής αγγίζοντας και το θέατρο, με το αντίστοιχο πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας –το οποίο αναμεταδίδεται επίσης στην Αθήνα και το Μέγαρο Μουσικής σε συνεργασία με το Βρετανικό Συμβούλιο –να δίνει τον τόνο…
Λόγος και αντίλογος
Παρ’ όλη την επιτυχία του προγράμματος, εν τούτοις κατά καιρούς ο αντίλογος δεν λείπει προκαλώντας νέους γύρους συζητήσεων μέσω των media. Τελικά η αναμετάδοση λειτουργεί εναντίον του «ζωντανού» θεάματος; Η δυνατότητα του κοινού να παρακολουθήσει μια μεγάλη παραγωγή «από την άνεση του κινηματογράφου της γειτονιάς» σύμφωνα με παλαιότερο σλόγκαν της Μετροπόλιταν το αποθαρρύνει, άραγε, από το να πάει στο θέατρο; Ο ίδιος ο Γκελμπ, πάντως, έχει επανειλημμένως απαντήσει στο ερώτημα λέγοντας πως, προφανώς, η «ζωντανή» εμπειρία είναι αναντικατάστατη. Ο ρόλος του προγράμματος είναι να προσφέρει την ευκαιρία στο κοινό που είτε δεν βρίσκει εισιτήριο είτε δεν έχει τη δυνατότητα να ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη, να παρακολουθήσει μια από τις επιλεγμένες παραστάσεις του διάσημου θεάτρου…
Προ ημερών, το θέμα ήρθε εκ νέου στη δημοσιότητα με τις δηλώσεις πρώην στελέχους του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας που άσκησε κριτική στο αντίστοιχο πρόγραμμα του National Theatre λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν πρόκειται ούτε για θέατρο ούτε για κινηματογράφο, είναι κάτι ενδιάμεσο. Δεν λέω ότι δεν έχει αξία, είναι όμως κάτι πολύ παράξενο». Ο ίδιος αναγνώρισε τα «συν» του προγράμματος –την ευκαιρία, για παράδειγμα, που προσφέρει σε ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται μακριά να δουν μια παραγωγή –αλλά πρόσθεσε: «Δεν είναι, όμως, σε καμία περίπτωση το ίδιο με το να βρίσκεσαι στο θέατρο. Οταν είσαι σε μια αίθουσα την ώρα που παίζεται η παράσταση, κάθε άνθρωπος επιλέγει το προσωπικό του πλάνο ή την προσωπική αίσθηση που του αφήνει το γεγονός… Στην περίπτωση της αναμετάδοσης, το στιγμιότυπο είναι για όλους το ίδιο: αυτό που επιλέγει ο σκηνοθέτης».
Οπερα και για τους νεότερους
Από την πλευρά του ο Γκελμπ σε πρόσφατες δηλώσεις του στο πρακτορείο Reuters επισήμανε τη συνεισφορά του προγράμματος στα οικονομικά της Μετροπόλιταν ενώ τόνισε ότι η ύπαρξή του βοηθά το θέατρο στο να εξασφαλίσει τους κορυφαίους διεθνώς τραγουδιστές για τις παραγωγές του. Επιπροσθέτως, το πρότζεκτ ενδεχομένως βοηθά στο να γίνει η όπερα προσβάσιμη σε νεότερο σε ηλικία κοινό.
«Οταν ανέλαβα τη Μετροπόλιταν», είπε συγκεκριμένα, «ο μέσος όρος ηλικίας των θεατών ήταν τα 65 χρόνια και χρόνο με τον χρόνο μεγάλωνε. Τώρα, έχει κατέβει μερικά χρόνια: στα 59 ή στα 61 αν δεν κάνω λάθος και σίγουρα το πρόγραμμα αναμεταδόσεων έχει συμβάλει σε αυτό. Νομίζω ότι θέσαμε ένα τέρμα στη γήρανση του κοινού. Ασφαλώς, δεν μπορούμε να σταματήσουμε τον κόσμο από το να μεγαλώνει αλλά φρενάραμε το να παρακολουθούν το είδος όλο και μεγαλύτεροι άνθρωποι».
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 13 Ιανουαρίου 2014
HeliosPlus