Hew Strachan Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος Μετάφραση Νικόλαος Λαζαρίδης.
Εκδόσεις Γκοβόστη, 2013,
σελ. 445, τιμή 29,80 ευρώ
Αν έχει ισχύ ο αφορισμός του Ελίας Κανέτι ότι «κάθε πόλεμος περιέχει όλους τους προηγούμενους πολέμους», αυτός ισχύει κατ’ εξοχήν για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με την έννοια αυτή ήταν ένας πόλεμος περιττός αλλά ουδείς αμφιβάλλει ότι δημιούργησε τα δεδομένα τα οποία διαμόρφωσαν τον σημερινό κόσμο σηματοδοτώντας το τέλος ενός παρατεταμένου αιώνα, του 19ου, που άρχισε πρώιμα το 1789 με τη Γαλλική Επανάσταση και έληξε καθυστερημένα το 1914. Ο 20ός που ακολούθησε ήταν κατά τον Χομπσμπάουμ ένας αιώνας σύντομος, αφού έκλεισε το 1991 με τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης.
Τα όσα ζούμε σήμερα εξηγούν το αυξημένο ενδιαφέρον για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα στη Μεγάλη Βρετανία, μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην έκβασή του. Οχι μόνο γιατί ο φόρος αίματος που πλήρωσε η ανθρωπότητα ήταν τεράστιος, ούτε γιατί ο πόλεμος διεξήχθη με αφάνταστα απεχθή τρόπο, αλλά και γιατί οι αλλαγές που επέφερε στον παγκόσμιο πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό χάρτη υπήρξαν τεράστιες. Τις είχαν αντιληφθεί οι εμπόλεμοι; Είχαν σκεφθεί το κόστος προτού τον αποφασίσουν; Και αν ναι, τι προσδοκούσαν από το μέλλον;
Ισως δεν υπήρχε καταλληλότερος να δώσει απαντήσεις σε αυτά και άλλα συναφή ερωτήματα από τον Χιου Στράχαν, καθηγητή της Στρατιωτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το βιβλίο του Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόνο με ένα άλλο σημαντικό, ομότιτλο έργο μπορεί να συγκριθεί: εκείνο του συμπατριώτη του Τζον Κίγκαν που πέθανε το 2012.
Εμείς είμαστε μεγαλωμένοι με άλλες αξίες ενδεχομένως, οι οποίες όμως υπήρξαν κληροδότημα της πείρας που μας μεταβιβάστηκε μετά τους δύο μεγάλους πολέμους του 20ού αιώνα. (Σήμερα δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι ο πρώτος πόλεμος προετοίμασε και τον δεύτερο.) Για να καταλάβουμε εν τούτοις τι ακριβώς συνέβη και πώς συμπεριφέρθηκαν όσοι έζησαν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Στράχαν λέει πως «επιβάλλεται να σκεπτόμαστε όπως αυτοί και όχι όπως εμείς τώρα». Προεκτείνοντας τη σκέψη του θα προσθέταμε πως μόνο έτσι μπορούμε να καταλάβουμε και τη δική μας εποχή –και ίσως να μην επαναλάβουμε τα σφάλματα των προγενεστέρων.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε με μυθιστορηματικό τρόπο. Την Κυριακή 28 Ιουνίου 1914 ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας πραγματοποιούσε μαζί με τη σύζυγό του Σοφία επίσημη επίσκεψη στο Σαράγεβο. Μέλη της σερβικής επαναστατικής οργάνωσης φοιτητών και μαθητευομένων Νέα Βοσνία είχαν μεταβεί στην πόλη με σκοπό να τους δολοφονήσουν. Ενας από αυτούς ονόματι Νεντέλτζκο Καμπρίνοβιτς έριξε μια βόμβα στο αυτοκίνητο του ζεύγους που έσκασε στο πίσω μέρος τραυματίζοντας τους ακολούθους του αρχιδούκα και μερικούς παρευρισκομένους. Το αυτοκίνητο άλλαξε δρομολόγιο. Σε κάποιο σταυροδρόμι βρισκόταν ένας 19χρονος φθισικός, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, μέλος κι εκείνος της οργάνωσης, που είδε αιφνιδίως το αυτοκίνητο του αρχιδούκα να σταματά μπροστά του. Ο Πρίντσιπ τότε πλησίασε και πυροβόλησε εξ επαφής σχεδόν τον Φραγκίσκο Φερδινάνδο και τη Σοφία, οι οποίοι πέθαναν μέσα σε λίγα λεπτά.
Η δολοφονία του αρχιδούκα αντιμετωπίστηκε στην Αυστρία σχεδόν με αδιαφορία. Οι Βιεννέζοι συνέχισαν εκείνη την Κυριακή να διασκεδάζουν. Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος ούτως ή άλλως δεν ήταν δημοφιλής. Ωστόσο σε κυβερνητικό επίπεδο και σε επίπεδο ευρωπαϊκών κρατών τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Η κυβέρνηση της Αυστροουγγαρίας θεώρησε υπεύθυνη τη Σερβία και έστειλε ένα τελεσίγραφο με δέκα όρους, που ήξερε εκ των προτέρων πως δεν επρόκειτο να γίνουν αποδεκτοί. Το τελεσίγραφο έληγε στις 28 Αυγούστου, ενώ στο μεταξύ στο παρασκήνιο των ευρωπαϊκών δυνάμεων διεξάγονταν πολλές συζητήσεις για το τι έπρεπε να γίνει. Η Σερβία δέχθηκε τους οκτώ από τους δέκα όρους.
Οταν έληξε το τελεσίγραφο, η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο στη Σερβία. Η Ρωσία, που έβλεπε ότι κινδύνευε να μειωθεί η επιρροή της στα Βαλκάνια, μπήκε αμέσως στον πόλεμο. Ακολούθησαν η Γερμανία, η Γαλλία, η Αγγλία, η Τουρκία και οι μικρές ευρωπαϊκές χώρες, και προς το τέλος οι ΗΠΑ, με αποτέλεσμα ένας ευρωπαϊκός, όπως τον ονόμαζαν ως τότε οι Αμερικανοί, πόλεμος να γίνει παγκόσμιος. Είχε στο μεταξύ μεταφερθεί και στις ευρωπαϊκές αποικίες της Αφρικής και της Ασίας.
Οταν ο πόλεμος έληξε στις 11 Νοεμβρίου 1918 άφησε πίσω του μόνο στα πεδία των μαχών 10 εκατομμύρια νεκρούς, ενώ ο αριθμός των θυμάτων ακόμη και σήμερα παραμένει άγνωστος. Πάντως το σύνολο των νεκρών και των τραυματιών υπολογίζεται σε περίπου 37 εκατομμύρια.
Η πρωτοτυπία του βιβλίου του Χιου Στράχαν έγκειται στο γεγονός ότι αποδεικνύει με στοιχεία και επιχειρήματα πως ο πόλεμος δεν έγινε παγκόσμιος μόνον όταν εισήλθαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά είχε εξαρχής αυτόν τον χαρακτήρα επειδή αφορούσε ολόκληρο το σύστημα των αποικιακών κτήσεων από το οποίο εξαρτιόνταν η οικονομία και η πολιτική και στρατιωτική δύναμη πολλών ευρωπαϊκών κρατών.
Μολονότι τα περισσότερα θύματα τα είχαμε στο Δυτικό Μέτωπο, δεν ήταν μόνο εκείνη η παρατεταμένη σύγκρουση που καθόρισε τόσο την έκβαση όσο και τα μέσα διεξαγωγής του. Ο Στράχαν εξηγεί πειστικά γιατί προάγγελός του ή, καλύτερα, εκείνος που συνδέει τα μακροχρόνια και τα βραχυχρόνια αίτιά του ήταν ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος. Τα Βαλκάνια ονομάστηκαν «η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης», αλλά αυτό εισπράττεται συνήθως ως αποτέλεσμα της αστάθειας στην περιοχή. Το βιβλίο του αποδεικνύει πως εδώ συγκρούστηκαν οι επιδιώξεις των τότε μεγάλων χωρών, της Ρωσίας και της Γερμανίας κατ’ εξοχήν. Οι Γερμανοί θεωρούσαν ότι στην πραγματικότητα οι Ρώσοι διεξήγαγαν εκείνο τον πόλεμο «μέσω πληρεξουσίων».
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα όσα παραθέτει ο συγγραφέας για την επικρατούσα κατάσταση στη Γερμανία. Μια χώρα της οποίας οι νέοι βρίσκονταν στα χαρακώματα, στα μετόπισθεν παρέπαιε ανάμεσα στον μιλιταρισμό και στον φιλελευθερισμό. Οσο οι παρεμβάσεις του στρατού στη διοίκηση του κράτους αυξάνονταν τόσο μειωνόταν η δύναμη όχι του Ράιχσταγκ αλλά του Κάιζερ. Στην πραγματικότητα οι Γερμανοί θεωρούσαν πραγματικό ηγέτη της χώρας τους τον στρατάρχη Χίντεμπουργκ.
Από την ανάλυση των γεγονότων που αφορούν τις κινήσεις στον στρατιωτικό και στον διπλωματικό τομέα, την κατάσταση στα μετόπισθεν, τη στάση του γενικού πληθυσμού σε κάθε χώρα, τη σύγκρουση των συμφερόντων, τους όρους και τον τρόπο με τον οποίο σχηματίστηκαν οι συμμαχίες προκύπτει ένα συμπέρασμα που συνήθως δεν το λαμβάνουμε υπόψη αλλά είναι προσδιοριστικό του χαρακτήρα και της ταυτότητας αυτού του πολέμου. Δεν ήταν πόλεμος συμφερόντων αλλά ιδεών. Με το τέλος του άλλαξε ο χάρτης της Ευρώπης. Ανασυστήθηκαν εθνικά κράτη που δεν υπήρχαν, δημιουργήθηκαν άλλα, εξαφανίστηκαν τρεις δυναστείες και διαλύθηκαν τρεις αυτοκρατορίες (η αυστροουγγρική, η γερμανική και η οθωμανική), ενώ η Ρωσία περνούσε με δραματικό τρόπο σε άλλη εποχή με την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Οι ΗΠΑ έπαψαν να είναι μια χώρα που μένει μακριά από τις διεθνείς εξελίξεις και έθεσαν τις βάσεις να γίνουν παγκόσμια δύναμη.
Το πώς διαμορφώθηκε με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών ο παγκόσμιος χάρτης έπαιξε τεράστιο ρόλο έκτοτε –και συνεχίζει να παίζει και σήμερα. Ο Στράχαν λέει στο τελευταίο κεφάλαιο αυτό που ακούγεται μεν αυτονόητο αλλά δεν τονίζεται επαρκώς: ο Χίτλερ δεν θα είχε επιτύχει την υποστήριξη τόσο μεγάλου ποσοστού των Γερμανών, αν δεν είχε επενδύσει στα αισθήματα προσβολής που γέννησε στους πολίτες η ταπεινωτική για τη χώρα τους Συνθήκη των Βερσαλλιών. Δεν ήταν βεβαίως η μόνη αιτία που τον έφερε στην εξουσία –κάτι που η Γερμανία δεν θέλει τώρα να το θυμάται. Αλλά ένας σπουδαίος Βρετανός, ο οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς, ήταν εκείνος που θα κατήγγελλε εκείνη τη συνθήκη ως καταστροφική όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά για όλη την Ευρώπη στο βιβλίο του
Οι οικονομικές συνέπειες της ειρήνης.
Το σύστημα ισορροπιών
Ο συγγραφέας από την εισαγωγή του ακόμη προβαίνει σε οξείες παρατηρήσεις όσον αφορά τα πολιτιστικά, δηλαδή τα κοινωνικά κατ’ επέκταση, τραύματα του πολέμου, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του βρετανού ποιητή Γουίλφρεντ Οουεν που σκοτώθηκε στη μάχη στις 4 Νοεμβρίου 1918. Ο δημοφιλέστερος ποιητής του πολέμου, ο Ρούπερτ Μπρουκ, έγραφε πως είναι καλό να πεθαίνει κανείς για την πατρίδα, απηχώντας τον Οράτιο. Ο Οουεν, ο οποίος σήμερα θεωρείται από τους σημαντικότερους ποιητές της Βρετανίας, λέει ότι αυτό είναι «ένα τεράστιο ψέμα».
Το 1961 ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν ενσωμάτωσε εννέα ποιήματα του Οουεν στη σύνθεσή του War Requiem και από τότε η φήμη τού ως τότε ξεχασμένου ποιητή εκτοξεύθηκε στα ύψη. Αλλά αυτό αποδεικνύει, αν μη τι άλλο, πως για τον πόλεμο υπήρχαν πολλές απόψεις. Ας θυμηθούμε ότι πολλοί από όσους έλαβαν μέρος το έκαναν εθελοντικά, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών συγγραφέων, διανοουμένων και καλλιτεχνών.
Ο πόλεμος ήταν καταστροφικός για τους Αυστριακούς αλλά λυτρωτικός για τους πολίτες των κρατών που ήταν υπήκοοι των Αψβούργων.
Ο Στράχαν θέτει ένα σοβαρό ζήτημα που μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε να συζητείται διεθνώς: Πόσα προβλήματα έλυσε ο πόλεμος αυτός αλλά και πόσα δημιούργησε; Το ότι λ.χ. δεν έλυσε κανένα από τα προβλήματα στη Μέση Ανατολή αποδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό και από τα όσα συμβαίνουν εκεί σήμερα.
Υπάρχει και ένα άλλο συμπέρασμα που δεν περιορίζεται στην τεχνολογία του πολέμου (τη χρήση για πρώτη φορά τεθωρακισμένων και αεροπλάνων) αλλά σε όλο το σύστημα ισορροπιών της εποχής: Ο πόλεμος διεξήχθη με βάση τις ιδέες του παρελθόντος. Η τεχνολογία που παρουσιάστηκε θα χρησιμοποιούνταν αποτελεσματικότερα στον επόμενο πόλεμο αλλάζοντας τον τρόπο διεξεγωγής του. Που σημαίνει ότι προβλέψεις για το μέλλον είτε δεν υπήρχαν καθόλου είτε ήταν εντελώς ανεπαρκείς.
Το βιβλίο του Στράχαν έχει μεταφραστεί εξαίρετα από τον πλέον αρμόδιο: τον αντιστράτηγο ε.α. και επίτιμο γενικό επιθεωρητή Στρατού Νικόλαο Λαζαρίδη. Και περιέχει σπάνιο φωτογραφικό υλικό.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ