Ιδιαίτερα προσεκτικοί θα πρέπει να είναι οι καταναλωτές στα ψιλά γράμματα των συμβολαίων προτού τα υπογράψουν. Μπορεί οι διαφημίσεις των ασφαλιστικών εταιρειών και των τραπεζών να υπόσχονται… τα πάντα, ωστόσο σε αρκετές περιπτώσεις η πραγματικότητα είναι διαφορετική από την πρώτη εικόνα που μεταδίδεται. Η αλήθεια είναι ότι κάθε περίπτωση ασφαλισμένου είναι ξεχωριστή. Ως εκ τούτου κάθε πρόγραμμα προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες ανάγκες και στα χαρακτηριστικά του πελάτη.
Οπως επισημαίνουν καταναλωτικές οργανώσεις, το στάδιο της προσυμβατικής ενημέρωσης είναι πολύ σημαντικό. Στο πλαίσιο αυτό οι υποψήφιοι πελάτες θα πρέπει να ζητούν από τους εκπροσώπους των ασφαλιστικών εταιρειών ή τους διαμεσολαβούντες μεσίτες ασφαλειών αναλυτική ενημέρωση για το κάθε προϊόν που τους προτείνεται. Με τον τρόπο αυτόν θα καταστεί εφικτή και η σύγκριση προγραμμάτων που προσφέρουν διάφορες ασφαλιστικές εταιρείες ώστε να γίνει η συμφερότερη επιλογή.
Το Ινστιτούτο Καταναλωτή τονίζει ότι ο υποψήφιος πελάτης πρέπει, από τη στιγμή που θα αποφασίσει να συνάψει μια ασφαλιστική σύμβαση, να αναζητήσει εναλλακτικές προτάσεις από διαφορετικές ασφαλιστικές εταιρείες, να συγκρίνει και να επιλέξει την ασφάλιση που ανταποκρίνεται πραγματικά στις ανάγκες του. Στο πλαίσιο αυτό ο ασφαλιστικός πράκτορας οφείλει να δώσει στον ενδιαφερόμενο πριν από τη σύναψη της σύμβασης ενημερωτικό έντυπο πληροφοριών. Κατά την παράδοση του συμβολαίου ο καταναλωτής πρέπει να διαβάσει αναλυτικά και προσεκτικά τη σύμβαση, τους γενικούς όρους και να ελέγξει αν το ασφαλιστήριο περιέχει τις καλύψεις που εκείνος ζήτησε και αν το ύψος των ασφαλίστρων είναι ανάλογο των στοιχείων της σύμβασης και των καλύψεων που αυτή του παρέχει.
Δικαιώματα
Ο ασφαλισμένος έχει δικαίωμα να ακυρώσει το συμβόλαιο παίρνοντας πίσω τα χρήματά του αν:
1. Η κάλυψη που του δόθηκε παρεκκλίνει από αυτήν που ζήτησε (προθεσμία ένας μήνας για εναντίωση).
2. Δεν ενημερώθηκε για τους ασφαλιστικούς όρους ή δεν του δόθηκαν οι απαιτούμενες πληροφορίες από τη σύναψη της σύμβασης (προθεσμία περίπου 14 ημερών για εναντίωση).
Οι εταιρείες υποχρεούνται να έχουν ενημερώσει τον ασφαλισμένο για τα δικαιώματά του αυτά με σημείωση με έντονα γράμματα που να διακρίνεται από τα υπόλοιπα στην πρώτη σελίδα του ασφαλιστηρίου και να του έχουν χορηγήσει υποδείγματα των δηλώσεων εναντίωσης.
Τα περισσότερα παράπονα των καταναλωτών στην ΕΚΠΟΙΖΩ αφορούν το θέμα των αυξήσεων στα ασφάλιστρα των νοσοκομειακών καλύψεων. Οπως αναφέρει η καταναλωτική οργάνωση, σε αρκετές περιπτώσεις οι αυξήσεις αυτές κυμαίνονται σε διψήφιο ποσοστό. Ειδικότερα σημειώνει ότι με τις αυθαίρετες αναπροσαρμογές ο καταναλωτής αιφνιδιάζεται και καλείται να καταβάλει ασφάλιστρο που διαμορφώνεται μονομερώς από την ασφαλιστική εταιρεία και το οποίο ο ίδιος δεν είχε υπολογίσει. Η ΕΚΠΟΙΖΩ αναφέρει ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, η αναπροσαρμογή του ασφαλίστρου θα πρέπει να γίνεται με βάση κριτήρια που θα εμπεριέχονται στη σύμβαση και θα είναι εύλογα για τον καταναλωτή που θα μπορεί να ελέγχει την εγκυρότητα της αύξησης του ασφαλίστρου. Επιπλέον, τονίζει ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες επικαλούνται για τις αυξήσεις, πέραν των άλλων, τις υψηλές αποζημιώσεις που καταβάλλουν, τον ιατρικό πληθωρισμό, μαθηματικά αποθέματα κτλ.
Εξάλλου ο Αρειος Πάγος έκρινε καταχρηστικό γενικό όρο που έδινε το δικαίωμα στην ασφαλιστική εταιρεία να αυξάνει κάθε έτος μονομερώς τα ασφάλιστρα νοσοκομειακής κάλυψης. Τον γενικό αυτόν όρο χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί πλήθος ασφαλιστικών εταιρειών. Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να προβαίνουν μονομερώς σε αυξήσεις των ασφαλίστρων νοσοκομειακής κάλυψης. Για να επιτρέπεται η αύξηση θα πρέπει να αναφέρονται στο συμβόλαιο συγκεκριμένα και εύλογα για τους ασφαλισμένους κριτήρια ώστε η αύξηση να είναι προβλέψιμη όταν συνάπτουν τα συμβόλαιά τους.
Σαφής ενημέρωση θα πρέπει να υπάρχει και για το ενδεχόμενο εξαγοράς ενός συμβολαίου ζωής πριν από τη λήξη του. Σε αυτή την περίπτωση ο ασφαλισμένος θα ζημιωθεί καθώς στα συμβόλαια προβλέπεται ότι θα λάβει λιγότερα χρήματα από όσα κατέβαλε. Σε γενικές γραμμές, πάντως, δεν συμφέρει η πρόωρη λήξη ενός τέτοιου συμβολαίου.
Σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος θα πρέπει να ειδοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν η ασφαλιστική εταιρεία και σε κάθε περίπτωση μέσα σε οκτώ ημέρες, εκτός και αν προβλέπεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο συμβόλαιο. Βέβαια, και σε αυτή την περίπτωση ο ασφαλισμένος μπορεί να επικαλεστεί αδυναμία ειδοποίησης και να λάβει την αποζημίωση. Φυσικά ο ασφαλισμένος δεν θα πρέπει να αρκεστεί στην άρνηση της εταιρείας να καταβάλει την αποζημίωση αλλά να προσπαθήσει να εξακριβώσει αν οι όροι που επικαλείται η τελευταία είναι παράνομοι ή καταχρηστικοί.
Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να επιδεικνύεται αναφορικά με τις εξαιρέσεις στην καταβολή αποζημίωσης, οι οποίες μπορεί να είναι διαφορετικές από αυτές που ορίζει η ελληνική νομοθεσία. Αυτές θα πρέπει να αναφέρονται στο ασφαλιστήριο ευκρινώς στην πρώτη σελίδα και όχι στους γενικούς και ειδικούς ασφαλιστικούς όρους. Ως εκ τούτου οι καταναλωτές θα πρέπει να αναζητούν αναλυτική ενημέρωση. Για παράδειγμα, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν καλύπτουν ασθένειες που αφορούν αιτίες προϋπάρχουσες, εκτός και αν ο ασφαλισμένος δικαιολογημένα τις αγνοούσε.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ