Η δακρύβρεχτη, υποκριτική έκκληση «να μη χαθεί το εξάμηνο» που ακούγεται όλο και περισσότερο τις τελευταίες ημέρες για τα δύο μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ελλάδας συνιστά, κατά κάποιο τρόπο, την επιτιμή του λαικισμού της ελληνικής πολιτικής και κρατικής παθογένειας. Κι αυτό, γιατί οι πράξεις έχουν συνέπιες. Οταν δεν έχουν, φτάνουμε εκεί που φτάσαμε σήμερα όχι μόνον στα δύο πανεπιστήμια, αλλά συνολικά ως χώρα.
Η λογική “να μη χαθεί” κάτι που έχει χαθεί, δείχνει ότι, δυστυχώς, στο βάθος τους, τα πράγματα, δεν αλλάζουν ό,τι κι αν συμβεί. Και πώς θα άλλαζαν από τους ίδιους ανθρώπους;. Αντί λοιπόν για τα ψεύτικα δάκρυα περί εξαμήνου, η υπεύθυνη θέση θα ήταν ότι πρέπει να χαθεί το εξάμηνο, επειδή ουδέποτε υπήρξε και επειδή αυτό κάτι σημαίνει για την εκπαίδευση των φοιτητών.
Ας αφήσουμε προς στιγμή στην άκρη το ποιος “φταίει” για την υπόθεση των κλειστών πανεπιστημίων: ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του, πρόκειται για ένα, τελικά, υποκειμενικό ζήτημα εκτίμησης.
Αντιθέτως, το γεγονός ότι το εξάμηνο έχει ήδη κατά το ήμισυ παρέλθει, είναι ένα εντελώς αντικειμενικό γεγονός, στο οποίο ουδείς μπορεί να διαφωνήσει. Εξάμηνο, δεν υπάρχει. Από εδώ και στο εξής, υπάρχει ας, πούμε, τρίμηνο, ή κάτι τέτοιο και με τις γιορτές μπροστά μας.
Οταν λοιπόν το εξάμηνο έχει ήδη χαθεί και εξακολουθεί η υποκριτική έκκληση “να μη χαθεί”, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν:
ή το εξάμηνο είναι στην πραγματικότητα άχρηστο, δηλαδή τα μαθήματα σε αυτό το χρόνο δεν είναι αναγκαία και το πανεπιστήμιο πρέπει να ξανασχεδιαστεί εξαρχής χωρίς αυτά,
ή και πάλι, για μία ακόμα φορά, κοροιδεύουμε τον εαυτό μας, τους άλλους και κυρίως, τους φοιτητές. Αν δηλαδή τώρα πούμε ότι δεν χάνεται το εξάμηνο, λέμε ότι δεν υπάρχουν επιπτώσεις από τις πράξεις, “μπαλώνουμε” την κατάσταση, εις βάρος όμως κάθε αίσθησης ευθύνης που και πάλι μένει μετέωρη.
Κι αυτό είναι και το κορυφαίο πρόβλημα της ελληνικής κρατικής δομής και οργάνωσης: ότι δεν υπάρχουν συνέπιες, ότι ένα μαγικό χέρι εμφανίζεται τελικά από το πουθενά και “σώζει” εξάμηνα που έχουν παρέλθει. Οταν όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο, τελικά, κανείς δεν κρίνεται και το μήνυμα που εκπέμπεται είναι εκείνο της πλήρους ασυδοσίας.
Η πολιτεία, αν είναι πολιτεία και μάλιστα υποτίθεται μεταρρυθμιστική όπως λέει, οφείλει και να το αποδείξει: το υπουργείο απηλεί εδώ και πολλές εβδομάδες, πριν ακόμα από το άνοιγμα των πανεπιστημίων, ότι θα χαθεί το εξάμηνο αν περάσουν 3, ή 5 ημέρες με κλειστά πανεπιστήμια. Εχουν περάσει υπερπολλαπλάσιες. Ας πάρει λοιπόν την ευθύνη να πει ότι το εξάμηνο χάθηκε, με ότι αυτό σημαίνει προς πάσα κατεύθυνση Γιατί χάθηκε. Ταυτόχρονα και οι συνδικαλιστές να πάρουν κι εκείνοι τη δική τους ευθύνη. Αλλά να είναι ευθύνη. Μα και οι καθηγητές να πάρουν θέση με βάση το υπαρκτό κόστος της απώλειας του εξαμήνου.
Φυσικά, οι μόνοι που δεν φταίνε είναι οι φοιτητές, οι οποίοι θα την πληρώσουν. Ας πάρουν όμως κι εκείνοι την ευθύνη τους ως πολίτες και ως φοιτητές, επί της πραγματικότητας, επί του χαμένου εξαμήνου κι ας λάβουν θέση υπέρ του ενός ή υπέρ του άλλου από τις δύο πλευρές, ας ρίξουν το βάρος τους σε μία από τις κατευθύνσεις, ώστε το επόμενο, και κανένα επόμενο εξάμηνο, να μη χαθεί. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τους γονείς των φοιτητών, που, όπως και τα παιδιά τους, είναι τα πιο μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας. Ισως λοιπόν είναι τώρα η στιγμή, με ένα χαμένο εξάμηνο, επιτέλους να μιλήσουν.
Ομως, έτσι, με τα ψέματα, δεν γίνεται. Αυτή η σύμβαση υποκρισίας να μην γίνονται μαθήματα και, τελικά, να είναι σα να είχαν γίνει, πρέπει κάποτε να σπάσει. Γι αυτό πρέπει, επιβάλλεται πια να χαθεί αυτό το δήθεν εξάμηνο. Γιατί αν επικρατήσουν και πάλι τα ψέματα, που, τελικά, βολεύουν και τα δύο μέρη και γι αυτό άλλωστε επικρατούν, ας μην αναρρωτιώμαστε μετά για τα χάλια μας….