Tης τηλεφώνησα νωρίς το πρωί μιας Κυριακής στο ξενοδοχείο της στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, όπου βρισκόταν για παραστάσεις. Απόγευμα για εκείνη, με δεδομένες τις οκτώ ώρες διαφοράς, βρισκόταν σε διάλειμμα από την πρόβα της. Αφορμή για την κουβέντα μας στάθηκαν οι επικείμενες νέες εμφανίσεις της στην Αθήνα, στη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, όπου η Σιλβί Γκιλέμ θα «ξεδιπλώσει» τις δύο διαφορετικές πτυχές της χορευτικής της προσωπικότητας: τη σύγχρονη και την κλασική.
Το «Sacred Monsters» του –επίσης ιδιαίτερα αγαπητού στην Ελλάδα –Ακραμ Καν που θα παρουσιαστεί με τον ίδιο να συμπρωταγωνιστεί επί σκηνής με τη σουπερστάρ γαλλίδα χορεύτρια και το «Μαργαρίτα και Αρμάνδος» του Φρέντερικ Αστον, ένα μπαλέτο που δημιουργήθηκε ειδικά για το δίδυμο Νουρέγεφ – Φοντέιν το 1963 και εν προκειμένω ερμηνεύεται από την Γκιλέμ και τον πρώτο χορευτή της Σκάλας του Μιλάνου Μάσιμο Μούρου πλαισιωμένους από τα Μπαλέτα του Τόκιο, θα δώσουν την ευκαιρία στο αθηναϊκό κοινό να απολαύσει τα δύο διαφορετικά της πρόσωπα. Με αφορμή τα επικείμενα ελληνικά της Χριστούγεννα, λοιπόν, η Σιλβί Γκιλέμ μιλά για τις επιλογές της, τη σχέση της με τη χώρα μας, την πορεία της στον χρόνο αλλά και για τα ενδιαφέροντά της κάτω από τη σκηνή…
Μια που έχετε έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα, υπάρχει κάτι, άραγε, που διατηρείτε ιδιαίτερα στη μνήμη σας από τη χώρα μας;
«Δεν θα το έλεγα. Εχω έλθει πολλές φορές, πράγματι: με διαφορετικούς συνεργάτες, σε διαφορετικές συνθήκες, σε διαφορετικά μέρη. Η Ελλάδα είναι ένα μέρος στο οποίο αισθάνομαι λίγο σαν στο σπίτι μου. Το ίδιο και το Λονδίνο, όπου έζησα για χρόνια και ένιωθα πολύ άνετα, παρότι είμαι γαλλίδα. Ενα τέτοιο μέρος για μένα είναι επίσης η Ιαπωνία, όπου έχω πάει 25-30 φορές. Περίπου την ίδια αίσθηση έχω και για την Ελλάδα. Επιστρέφω πάντα με μεγάλη χαρά…».
Να μιλήσουμε λίγο για τα δύο διαφορετικά προγράμματα που θα παρουσιάσετε; Τι είναι αυτό που σας έκανε να επιστρέψετε, κατά κάποιον τρόπο, στο κλασικό μπαλέτο;
«Δεν συμφωνώ τόσο με τον όρο επιστροφή. Στα μάτια του κόσμου ίσως φαίνεται έτσι, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι έτσι. Ουσιαστικά δεν έφυγα ποτέ από το κλασικό μπαλέτο. Οταν ήλθε ο Νουρέγεφ στην Οπερα του Παρισιού προσκάλεσε χορογράφους από το εξωτερικό, «άνοιξε» το ρεπερτόριο, μας έδωσε τη δυνατότητα να πειραματισθούμε, να δοκιμάσουμε πράγματα… Εκείνη την εποχή έκανα κατά βάση κλασικό μπαλέτο αλλά ήθελα να ανοιχτώ και σε νέα πεδία, στο σύγχρονο».
Και μετά;
«Κάποια στιγμή έφυγα από την Οπερα του Παρισιού όπου ήμουν ήδη πρώτη χορεύτρια, επομένως όλοι με ήθελαν για το κλασικό ρεπερτόριο το οποίο είναι δεδομένο, συγκεκριμένο σε όλες τις μεγάλες ομάδες. Δεν είχα λοιπόν την ευκαιρία να πειραματίζομαι όπως έκανα στο Παρίσι επί Νουρέγεφ. Ημουν μόνη και προσπαθούσα να πείσω τους ανθρώπους στο Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου να κάνουμε καινούργια πράγματα. Δεν ήταν όμως εύκολο. Μοιραία, λοιπόν, ασχολήθηκα βασικά με το κλασικό. Εφθασε όμως μια εποχή που ένιωσα ότι με κούρασε, το έκανα από τα 19 μου. Ετσι στράφηκα περισσότερο στο σύγχρονο, έκανα δικά μου πρότζεκτ. Δεν σημαίνει όμως αυτό ότι εγκατέλειψα το κλασικό. Οταν βρίσκω κάτι που με ενδιαφέρει επιστρέφω. Πριν από δύο χρόνια, για παράδειγμα, έκανα τη «Μανόν» στη Σκάλα, πέρυσι, πάλι στην Ιταλία, έκανα μια χορογραφία του Φορσάιθ σε πουέντ. Απλώς δεν μπορώ να κάνω τα πάντα παράλληλα».
Στη φάση που βρίσκεστε σήμερα θα λέγατε ότι προσεγγίζετε διαφορετικά το κλασικό μπαλέτο από πλευράς τόσο σωματικής όσο και συναισθηματικής;
«Για μένα το κλασικό μπαλέτο είναι μεγάλη χαρά. Κάθε φορά όμως που συνεργάζομαι με μια ομάδα συνειδητοποιώ πόσο ίδια παραμένουν τα πράγματα: δεν αλλάζει τίποτε. Ο,τι συνέβαινε πριν από 20 χρόνια, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σήμερα. Οσο για μένα, το σώμα μου υποφέρει με τον ίδιο τρόπο όπως και στο παρελθόν: τόσο η σωματική προσέγγιση όσο και η συναισθηματική – διανοητική είναι η ίδια. Ο,τι είναι σκληρό είναι σκληρό και αν θέλεις να το κάνεις καλά απαιτεί κόπο».
Αλήθεια, πώς επιλέγετε ένα νέο πρότζεκτ;
«Εδώ και αρκετά χρόνια έχω αποφασίσει πως οτιδήποτε κάνω στη σκηνή θα πρέπει να μου αρέσει, να με πείθει. Αν είναι κλασικό ή σύγχρονο δεν με απασχολεί, αρκεί να παθιάζομαι με αυτό, να νιώθω πολύ έντονα. Και να έχω κάτι να μάθω από αυτό. Το τελευταίο με ενδιαφέρει πολύ, ίσως περισσότερο από όλα».
Θα λέγατε πως κάνετε μακροπρόθεσμα σχέδια;
«Οχι, δεν είμαι καθόλου καλή σε αυτό. Μάλλον με φοβίζει… Οταν βρίσκω κάτι που μου αρέσει, αφοσιώνομαι ολοκληρωτικά. Είμαι αρκετά παρορμητική».
Αλήθεια, ύστερα από τόσα χρόνια στη σκηνή, εξακολουθείτε να αισθάνεστε πίεση λίγο προτού βγείτε;
«Η πίεση πριν από την παράσταση είναι κάτι που δεν αντιμετωπίζεται ποτέ, δεν ξεπερνιέται. Τις περισσότερες φορές εγώ η ίδια είμαι που πιέζω τον εαυτό μου. Οσο περισσότερο καιρό βρίσκεσαι στο προσκήνιο τόσο μεγαλύτερες προσδοκίες έχει το κοινό. Εχεις να αντιμετωπίσεις τον ίδιο σου τον εαυτό, το παρελθόν σου, την εικόνα που έχεις χτίσει. Ο κόσμος περιμένει να δει αν παραμένεις το ίδιο καλός. Δεν μπορείς να μην έχεις άγχος με όλο αυτό. Οταν όμως πατώ το πόδι μου στη σκηνή, τότε τα ξεχνώ όλα».
Πόσο διαφορετική είστε επάνω και κάτω από τη σκηνή;
«Πολύ διαφορετική και ταυτόχρονα πολύ ίδια. Από τη μια πλευρά, θέλεις να είσαι διαφορετικός: καλείσαι να δημιουργήσεις έναν διαφορετικό χαρακτήρα. Την ίδια στιγμή, όμως, αυτός ο διαφορετικός χαρακτήρας έχει στοιχεία και από σένα τον ίδιο. Θέλεις να δείξεις πώς σκέπτεσαι, πώς αντιμετωπίζεις τα πράγματα. Επομένως είσαι εσύ μέσα στη ζωή κάποιου άλλου. Είναι λίγο σχιζοφρενικό όλο αυτό…».
Ο όρος σταρ τι σημαίνει για σας;
«Δεν σημαίνει τίποτα, όπως άλλωστε και η λέξη ήρωας. Δεν σκέπτομαι με τέτοιους όρους. Υπάρχουν διαφορές στο πώς αντιλαμβάνεται κανείς την έννοια του σταρ. Για κάποιον μπορεί να σημαίνει ένα άτομο πολύ ξεχωριστό, χαρισματικό. Για κάποιον άλλον έναν άνθρωπο πολύ γνωστό, αναγνωρίσιμο στον δρόμο. Για έναν τρίτο μπορεί να σημαίνει αυτόν που έχει πολλά χρήματα, δημιουργεί σκάνδαλα και τέτοιου είδους πράγματα. Για μένα τα αστέρια είναι στον ουρανό, εδώ στη γη τα πράγματα είναι λίγο-πολύ δεδομένα».
Και η επιτυχία; Τι σημαίνει για εσάς;
«Η επιτυχία είναι για τους άλλους. Εγώ απλώς ξυπνώ νωρίς το πρωί, πάω στο στούντιο, δουλεύω σκληρά, κάνω έρευνα, προσπαθώ διαρκώς να βελτιώνομαι. Αν είμαι επιτυχημένη, είμαι στα μάτια των άλλων».
Εκτός χορού, άραγε, τι υπάρχει για εσάς;
«Μου αρέσει πολύ η κηπουρική, η φύση γενικότερα. Επίσης αγαπώ το διάβασμα, τα ζώα… Με ενδιαφέρουν πολύ οι άνθρωποι που κάνουν πράγματα με τα χέρια τους. Και, φυσικά, ό,τι έχει να κάνει με Τέχνη».
Η πολιτική σάς απασχολεί καθόλου; Ολο αυτό που συμβαίνει σήμερα, η κρίση…
«Δεν μπορεί να μη σε απασχολεί. Ζούμε μέσα σε αυτό. Είναι αδιανόητο να κρύβεις το κεφάλι στην άμμο. Αυτό κάναμε τόσα χρόνια, για αυτό φθάσαμε εδώ που φθάσαμε. Για πάρα πολλά χρόνια κλείναμε τα μάτια στην πραγματικότητα, την κρύβαμε κάτω από το χαλί. Για πολύ μεγάλο διάστημα θεωρούσαμε ότι ο άνθρωπος είναι παντοδύναμος, το μοναδικό πλάσμα στον πλανήτη. Εκμεταλλευόμασταν ασυλλόγιστα τα πάντα, καταναλώναμε πολύ, καταστρέφαμε την ισορροπία. Ο,τι κάναμε στη φύση, το ίδιο κάναμε και στην κοινωνία. Δεν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε κομμάτι ενός μεγαλύτερου συνόλου από την κοινωνία την οποία εμείς οι ίδιοι φτιάξαμε».
Θεωρείτε δηλαδή ότι για όλο αυτό που ζούμε έχουν, έχουμε ευθύνη και εμείς οι πολίτες;
«Ασφαλώς. Είμαστε πολύ υπεύθυνοι για ό,τι μας συμβαίνει και αυτό όχι μόνο γιατί ψηφίζουμε τους πολιτικούς που ψηφίζουμε. Για μεγάλο διάστημα μας βόλευε αυτή η κατάσταση. Η πολιτική ποτέ δεν με ενδιέφερε ιδιαιτέρως γιατί στη Γαλλία, τουλάχιστον, είναι σκέτη δημαγωγία. Οι πολιτικοί λένε στους πολίτες αυτό που θέλουν να ακούσουν. Είναι βέβαια ευχάριστο και εύκολο αυτό, όμως φθάσαμε σε ένα σημείο που δεν μπορεί πλέον να γίνεται κάτι τέτοιο. Ο πλανήτης χρειάζεται αρμονία, ισορροπία. Εμείς, από την άλλη, φθάσαμε στην απόλυτη ανισορροπία. Εξ ου και η άνοδος των άκρων».
Δηλαδή;
«Σε τέτοιες εποχές, η κοινωνία αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους. Κοιτώ γύρω μου και συνειδητοποιώ ότι ελάχιστοι είναι πραγματικά οι άνθρωποι που έχουν συμπόνια για τον διπλανό τους, τον συνάδελφο, τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, τα απροστάτευτα ζώα. Τα μάτια δεν είναι ανοιχτά, ανοίγουν μόνο για να δουν ό,τι είναι ακριβώς μπροστά τους, δεν κοιτούν παραπέρα. Οταν όμως σκέπτεσαι μόνο τον εαυτό σου, δεν υπάρχει ισορροπία».
Και η Τέχνη; Μπορεί να παίξει κάποιον ρόλο σε όλα αυτά;
«Οσο γίνεται από όσους και για όσους την έχουν πραγματική ανάγκη, η Τέχνη θα εξακολουθεί να υπάρχει. Είτε γίνεται στη σκηνή είτε στον δρόμο θα παραμένει ζωντανή ως μέσο για να ονειρεύεται κανείς, για να αντιδρά στα προβλήματά του. Ακόμη και με λιγότερα χρήματα».
Αλήθεια, εσείς έχετε χρόνο να είστε θεατής; Παρακολουθείτε παραστάσεις;
«Τώρα όχι πολύ συχνά αλλά δεν είναι θέμα χρόνου. Είναι περισσότερο θέμα απογοήτευσης. Εβλεπα πολλά πράγματα αλαζονικά, δήθεν, βαρετά. Πράγματα που γίνονταν απλώς για να γίνουν. Ωστόσο, ό,τι αντέξει στον χρόνο θα γίνει μόνο από ανθρώπους που είναι ταγμένοι σε αυτό. Που δεν μπορούν να ζήσουν παρά μόνο κάνοντας Τέχνη. Αν το κάνουν απλώς για να βγάλουν χρήματα ή για να γίνουν γνωστοί, είναι λάθος λόγοι».

Οι θυσίες, οι συνάδελφοι και ο Νουρέγεφ
Στη διάρκεια της κουβέντας μας με τη Σιλβί Γκιλέμ, ο Ρούντολφ Νουρέγεφ και η επιρροή του στην προσωπικότητά της επανέρχονται διαρκώς. «Ο Νουρέγεφ ήταν ο άνθρωπος που μου είπε για πρώτη φορά αυτό…», «τον θυμάμαι που μου έλεγε εκείνο…» λέει συνέχεια. Ποια ήταν, στ’ αλήθεια, η συμβολή του θρύλου του χορού στη γενικότερη «διάπλασή» της;

«Ηταν στ’ αλήθεια ένας άνθρωπος-κλειδί»
λέει η 48χρονη χορεύτρια. «Ημασταν πολύ τυχεροί που έγινε διευθυντής του μπαλέτου της Οπερας του Παρισιού, αν και εκείνη την εποχή ήταν σκάνδαλο το γεγονός ότι το ανέλαβε ένας μη Γάλλος. Κι όμως: ήταν τα καλύτερα χρόνια του συγκροτήματος, τα πιο «ζωντανά»… Ηταν ένας άνθρωπος πανέξυπνος, είχε πάθος με αυτό που έκανε, είχε όραμα και σεβασμό. Γι’ αυτό ήταν τόσο σημαντικός. Κυριολεκτικά σφράγισε αυτό που είμαι!..».
Υστερα από τόσα χρόνια καριέρας θεωρεί, άραγε, ότι έχει κάνει θυσίες για να βρεθεί και να παραμείνει στην κορυφή; «Οχι, ποτέ» απαντά κοφτά. «Δούλεψα πολύ σκληρά για να διατηρηθώ σε ένα επίπεδο αλλά δεν ήταν θυσία. Ηταν συνειδητή επιλογή. Ο,τι κι αν έκανα, ήταν επειδή έτσι το αποφάσισα, γι’ αυτό δεν μετανιώνω. Συνειδητά αποφάσισα να ακολουθήσω αυτή την καριέρα, να μην κάνω παιδί και ένα σωρό άλλα πράγματα… Ετσι σκεφτόμουν όταν ήμουν νεότερη. Και τώρα, όμως, που δεν είμαι τόσο νέα, πάλι με τον ίδιο τρόπο σκέπτομαι…».

πότε & πού:
Οι παραστάσεις της Σιλβί Γκιλέμ θα δοθούν το διάστημα 19-30 Δεκεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Το πρόγραμμα έχει ως εξής: Από 19 ως 23/12 θα παρουσιαστεί το «Sacred Monsters» (Σιλβί Γκιλέμ – Ακραμ Καν – Ζωντανή Ορχήστρα). Από 25 ως 30/12 θα παρουσιαστεί το «Μαργαρίτα και Αρμάνδος» (Σιλβί Γκιλέμ – Μάσιμο Μούρου – Ντέιβιντ Καμπάσι στο πιάνο) και το «Etudes» (Μπαλέτο του Τόκιο). Από 25 ως 30/12 το Μπαλέτο του Τόκιο θα παρουσιάσει σε απογευματινές – παιδικές παραστάσεις την «Ωραία Κοιμωμένη». Προπώληση εισιτηρίων στα ταμεία του Μεγάρου Μουσικής, στα Public και στην Ομήρου 8. Aγορά μέσω internet στο www.megaron.gr. Τηλεφωνικές κρατήσεις στο 210-7282.333. Πληροφορίες στο 210-7258.510

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ