Άκρως παρεμβατική εμφανίζεται η κυβέρνηση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στο ζήτημα της έκθεσης της Επιτροπής Τσίλκοτ (Chilcot Inquiry) που διερευνά εδώ και τέσσερα χρόνια την εμπλοκή της Μεγάλης Βρετανίας και το ρόλο του τότε πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ στην αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003.
Σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Independent, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ υπονομεύει την αξιοπιστία και την δημοσιοποίηση του πορίσματος της επιτροπής. «Αγκάθι» ΄αίνεται ότι είναι οι κατ’ ιδίαν συνομιλίες του Μπλερ με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους για το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής επέμβασης.
Η εφημερίδα, επικαλούμενη ανώνυμη διπλωματική πηγή, υποστηρίζει πως ο νυν Συντηρητικός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον αντιμετωπίζει «το ντροπιαστικό ενδεχόμενο να πρέπει να απαγορεύσει τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, εκτός αν πρώτα λάβει άδεια από την αμερικανική κυβέρνηση».
«Οι ΗΠΑ είναι πολύ κτητικές όσον αφορά σε έγγραφα που σχετίζονται με έναν πρόεδρό τους, τέως ή νυν. Σε αυτές τις συνομιλίες εμπλέκεται ο Τόνι Μπλερ και στην άλλη άκρη της γραμμής είναι ασφαλώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Και η βρετανική κυβέρνηση δεν έχει καμία δικαιοδοσία να δημοσιοποιήσει τις λεπτομέρειες των συνομιλιών αυτών», αναφέρει η ανωτάτη αυτή διπλωματική πηγή, καταλήγοντας πως «κανείς στο Λονδίνο, ούτε καν ο Τσίλκοτ, δεν θα αποφασίσει ποιά ακριβώς έγγραφα θα δοθούν στη δημοσιότητα, που πιθανώς εμπλέκουν τον αμερικανό πρόεδρο».
Η ανεξάρτητη επιτροπή ξεκίνησε τις εργασίες της το Νοέμβριο του 2009 κι εξέτασε την περίοδο από τον Ιούλιο του 2001 έως και τον Ιούλιο του 2009, ανακρίνοντας εκατοντάδες μάρτυρες από τον χώρο της πολιτικής, τον στρατό, τη διπλωματία, τον Τύπο και τις μυστικές υπηρεσίες.
Η έκθεση θα απαντήσει στο ερώτημα κατά πόσο ο Μπλερ είπε εν γνώσει του ψέματα το 2003, ώστε να υπερψηφιστεί η πρότασή του να εμπλακεί το Ηνωμένο Βασίλειο σε έναν παράνομο πόλεμο, χωρίς επαρκή στοιχεία για τα «όπλα μαζικής καταστροφής» που δήθεν διέθετε ο Σαντάμ Χουσείν και χωρίς την απαραίτητη εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ο Μπλερ είχε υπεραμυνθεί της νομιμότητας της εισβολής και είχε καταφερθεί εναντίον όσων κατήγγηλαν ότι «σύρθηκε» στον πόλεμο από τον Μπους και τους ακροδεξιούς ιέρακες που κυβερνούσαν τότε στην Ουάσιγκτον.