Με το νομοσχέδιο του υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου «Τουριστικά πλοία και άλλες διατάξεις» να βρίσκεται μια «ανάσα» από την κατάθεση του στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής για συζήτηση και ψηφοφορία προτού πάρει το δρόμο για την Ολομέλεια, συνεχίζεται η συζήτηση για το ΦΠΑ στα σκάφη αναψυχής. Σημειώνεται πως το «τέλος πλόων» αποσύρθηκε από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και έχει περάσει πλέον στα «χέρια» του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα.
Ο πρόεδρος της Ενωσης Μαρινών Ελλάδας, Σταύρος Κατσικάδης σημειώνει πάντως πως μια μείωση του ΦΠΑ στις παρεχόμενες υπηρεσίες των σκαφών αναψυχής, θα «φρέναρε» την έξοδό τους από τις ελληνικές μαρίνες προς το εξωτερικό, αλλά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την Ελλάδα και ως επικοινωνιακό επιχείρημα για την ανάπτυξη του κλάδου του θαλάσσιου τουρισμού, που μπορεί να δώσει στη χώρα χιλιάδες θέσεις εργασίας σε υποστηρικτικούς για το γιώτινγκ κλάδους της τοπικής οικονομίας.
Όπως λέει σε συνέντευξη στο ΑΠΕ «έχουμε δει στην πράξη, ότι η μείωση του ΦΠΑ στο 6,5% στις κλίνες των ξενοδοχείων αύξησε τη ζήτηση και την επισκεψιμότητα και κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί εδώ και χρόνια και στα σκάφη αναψυχής, προκειμένου ο κλάδος να αποκτήσει σημαντικό προβάδισμα» τονίζοντας ότι «η κρίση και η οικονομική αβεβαιότητα, έχουν επηρεάσει σημαντικά τους μόνιμα ελλιμενιζόμενους στη χώρα, με μείωση των σκαφών και του τζίρου, της τάξης του 25% μέσα σε 3 χρόνια».
Σημειώνει ακόμη πως οι στατιστικές δείχνουν ότι έχουμε περισσότερες πιθανότητες, σκάφη αναψυχής να έρθουν από το εξωτερικό, δηλαδή να είναι σκάφη ξένων ιδιοκτητών και εταιρειών και λιγότερο ελληνικών συμφερόντων, λόγω της μεγάλης και πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης, που βιώνουμε.
Ο κ. Κατσικάδης επιχειρώντας να προσδιορίσει την αξία από τον ελλιμενισμό ενός σκάφους αναψυχής στην εγχώρια αγορά και την ελληνική οικονομία, αλλά και την επιλογή των ξένων ιδιοκτητών να επιλέγουν την Ελλάδα ως αφετηρία εκκίνησης για τα σκάφη τους, λέει ότι για κάθε ένα ευρώ που δαπανάται για ελλιμενισμό σκάφους αναψυχής σε ελληνική μαρίνα, οι δαπάνες που έχει το ίδιο σκάφος κατά την παραμονή του στην Ελλάδα, είναι από 3 έως 12 ευρώ, ανάλογα με τον τύπο και το μέγεθός του.
«Το πρόβλημα των ελληνικών συμφερόντων σκαφών αναψυχής είναι κυρίως ότι δεν δίνονται κίνητρα φορολογικά και αντίστοιχες απαλλαγές, ώστε να ξεκινήσει εκ νέου η ζήτηση από τους εγχώριους πελάτες» αναφέρει και προσθέτει ότι «η μέση αναλογία κατοχής σκαφών αναψυχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ένα σκάφος ανά 164 κατοίκους, όταν στην Ελλάδα η αναλογία είναι ένα σκάφος ανά 621 κατοίκους».
Η σύγκριση αυτή υποδηλώνει ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης του κλάδου στην εσωτερική αγορά, σημειώνει, προσθέτοντας ότι αυτή τη στιγμή στην ανταγωνίστρια Τουρκία, ο ΦΠΑ είναι 0%, ενώ πολλοί ιδιοκτήτες σκαφών που ελλιμενίζουν τα σκάφη τους στην Ελλάδα, ταξιδεύουν στη γειτονική χώρα, προκειμένου να εφοδιαστούν με φθηνό καύσιμο και να επιστρέψουν.
Σχολιάζοντας την πρωτοβουλία του υπουργείου Οικονομικών να επιβάλει τέλος πλόων στα σκάφη αναψυχής άνω των 12 μέτρων σε ξεχωριστό νομοσχέδιο από το υπουργείο Ναυτιλίας, τονίζει ότι μια τέτοια απόφαση θα λειτουργήσει αποτρεπτικά στην αγορά.
«Παρά το γεγονός ότι υπάρχει πρόθεση από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, το τέλος πλόων να είναι πολύ χαμηλότερο απ’ αυτό που αρχικά είχε ανακοινωθεί, πιστεύω ότι το θέμα δεν είναι τάξης μεγέθους, αλλά επικοινωνιακό, καθώς το μήνυμα που στέλνεται προς τα έξω λειτουργεί αρνητικά» εκτιμά.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Μαρινών Ελλάδας, ενόψει και της κατάθεσης, στη Βουλή, του νέου νομοσχεδίου για τον θαλάσσιο τουρισμό, από το υπουργείο Ναυτιλίας, θεωρεί ότι αυτή τη στιγμή, είναι δύσκολο να υπάρξουν φορολογικές αλλαγές και διευκολύνσεις το επόμενο διάστημα στον κλάδο των σκαφών αναψυχής και ότι μάλλον θα πρέπει η πολιτική του υπουργείου να στραφεί στην προσέλκυση των ξένων σκαφών, είτε ευρωπαϊκών είτε τρίτης σημαίας, εκμεταλλευόμενη σωστά τα προβλήματα και τις γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τις γειτονικές χώρες.
Αναφερόμενος στο νέο νομοσχέδιο, εκτιμά ότι θα πρέπει να δοθούν συγκεκριμένα κίνητρα, που θα δίνουν μεν στην ελληνική σημαία το προβάδισμα και την καλύτερη ανταγωνιστικότητα, αλλά όχι με υπέρμετρο προστατευτισμό και μεγάλη διαφορά, όσον αφορά τη ξένη σημαία, διότι έτσι θα λειτουργήσει αποτρεπτικά, στην προσέλκυση των ξένων σκαφών.
Επίσης, τονίζει ότι θα πρέπει να υπάρξει απλούστευση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, ευελιξία στο θεσμικό πλαίσιο και παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη του κλάδου και την προσέλκυση επενδυτών.
Σχολιάζοντας ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο έχει καθυστερήσει εδώ και καιρό, τονίζει ότι πάντοτε για το θέμα του θαλάσσιου τουρισμού υπήρχαν διαφωνίες και διαφορές, όχι μόνο από τα υπουργεία αλλά και από φορείς που δεν μπορούσαν να βρουν κοινή συνισταμένη στους στόχους.