Νόμο-προστασία από κάθε ρατσιστική εκδήλωση και ενέργεια εισάγει με νομοσχέδιο το υπουργείο Δικαιοσύνης. Στις γενικές αρχές και διατυπώσεις έχουν συμφωνήσει και τα στελέχη του ΠαΣοΚ. Το τελικό κείμενο με έξι άρθρα του λεγόμενου «αντιρατσιστικού» νομοσχεδίου αποκαλύπτει σήμερα «Το Βήμα», στο οποίο έχουν συμφωνήσει τουλάχιστον οι κυβερνητικοί εταίροι. Σε μία από τις βασικές διατάξεις του προβλέπεται ότι το πρόσωπο που προκαλεί ή προτρέπει σε πράξεις οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν διακρίσεις και μίσος εναντίον των προσώπων που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή ή το χρώμα, ακόμη και τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τιμωρείται με φυλάκιση ως τρία χρόνια και χρηματική ποινή που μπορεί να φθάσει τα 20.000 ευρώ.Αντίστοιχα, ακόμη και αναστολή λειτουργίας αλλά και μεγάλες χρηματικές ποινές ως 100.000 ευρώ και αποκλεισμό από κάθε δημόσια χρηματοδότηση προβλέπει το νέο σχέδιο νόμου για τις αξιόποινες ρατσιστικές πράξεις που έγιναν για όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου (επομένως ακόμη και κόμματος). Με τη νέα νομοθεσία απαιτείται αμετάκλητη παραπομπή σε δίκη και όχι αμετάκλητη απόφαση, όπως προβλεπόταν από την προηγούμενη. Σε περίπτωση υποτροπής, τα πρόστιμα διπλασιάζονται. Ο υπουργός Δικαιοσύνης δύναται να επιβάλει τις ποινές σωρευτικά ή διαζευκτικά.
Με τις αρχικές ποινές για τα φυσικά πρόσωπα τιμωρείται και εκείνος που με πρόθεση, δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο, εγκωμιάζει ή εκμηδενίζει τη σημασία των εγκλημάτων πολέμου, καθώς και του Ολοκαυτώματος και του ναζισμού, υπό τον όρο ότι αυτά έχουν αναγνωριστεί αμετάκλητα με απόφαση ελληνικού ή διεθνούς δικαστηρίου.
Με ειδικό άρθρο προστατεύονται οι υπήκοοι τρίτων κρατών που είναι θύματα ή ουσιώδεις μάρτυρες εγκληματικών πράξεων.
Τα ρατσιστικά εγκλήματα
Στο άρθρο 1 του νομοσχεδίου περιγράφονται με λεπτομέρειες ποια εγκλήματα θεωρούνται δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους. Αναφέρονται επί λέξει τα εξής:
«1. Οποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή διά του Τύπου, μέσω του Διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τη σωματική ή πνευματική αναπηρία, τον σεξουαλικό προσδιορισμό ή την ταυτότητα του φύλου, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών έως τριών ετών και με χρηματική ποινή 5.000-20.000 ευρώ.
2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται όποιος με πρόθεση και με τα μέσα και τους τρόπους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παροτρύνει, προκαλεί ή διεγείρει σε πράξη φθοράς ή βλάβης πραγμάτων που πραγματοποιείται αποκλειστικά από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη.
3. Αν η πράξη των προηγουμένων παραγράφων είχε ως αποτέλεσμα την τέλεση εγκλήματος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή 15.000-30.000 ευρώ.
4. Οποιος συγκροτεί ή συμμετέχει σε οργάνωση ή ένωση προσώπων οποιασδήποτε μορφής που επιδιώκει συστηματικά την τέλεση πράξεων των παραγράφων 1 και 2 τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη».
Ολοκαύτωμα και Διαδίκτυο
Σημαντικό είναι και το άρθρο 2 για τον δημόσιο εγκωμιασμό και την άρνηση εγκλημάτων. Σε αυτό αναφέρεται επί λέξει:
«Οποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή διά του Τύπου, μέσω του Διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται τη σοβαρότητα γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού, που έχουν αναγνωριστεί από διεθνή ή ελληνικά δικαστήρια με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή με απόφαση της Βουλής των Ελλήνων, και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή […] τιμωρείται με ποινές της παραγράφου 1 του προηγουμένου άρθρου».
Ειδικό άρθρο ρυθμίζει τα εγκλήματα μέσω Διαδικτύου και απαιτείται ο δράστης να είναι παρών στην Ελλάδα και το υλικό που χρησιμοποιεί να φιλοξενείται σε σύστημα πληροφορικής που βρίσκεται στη χώρα μας.
«Καίει» το κόμμα η παραπομπή σε δίκη
Στην ευθύνη νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων αναφέρεται το άρθρο 4 και αυτό αποκτά την ιδιαίτερη σημασία του στην τρέχουσα συγκυρία. Ειδικότερα προβλέπει:
«1. Αν κάποια από τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου τελέσθηκε προς όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου ή ενώσεως προσώπων από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος νομικού προσώπου […] επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο ή στην ένωση προσώπων με κοινή απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωση αρμοδίου υπουργού σωρευτικά ή διαζευκτικά μετά από αμετάκλητη παραπομπή σε δίκη οι ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις: πρόστιμο από 10.000 έως 100.000 ευρώ, αναστολή της άδειας λειτουργίας, απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής ιδιότητας […] Σε περίπτωση υποτροπής οι κυρώσεις μπορεί να προσαυξηθούν μέχρι του διπλασίου του ανωτάτου ορίου».
Στο άρθρο αυτό υπάρχει πρόβλεψη και για «εκπομπές μίσους» από ραδιοτηλεοπτικά μέσα, ενώ οι εισαγγελείς οφείλουν πλέον να ενημερώνουν τον υπουργό. Ειδικότερα αναφέρεται:
«4. Εάν η πράξη έχει τελεσθεί σε ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή, οι κυρώσεις που προβλέπονται […] επιβάλλονται από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.
5. Οι εισαγγελικές αρχές ενημερώνουν τον υπουργό Δικαιοσύνης και Διαφάνειας μετά την αμετάκλητη παραπομπή για υποθέσεις στις οποίες υπάρχει εμπλοκή φυσικού προσώπου υπό την έννοια των παραγράφων 1 και 2, και του κοινοποιούν τις εκδιδόμενες σχετικές δικαστικές αποφάσεις».
Ο νόμος
Αυτεπάγγελτες οι διώξεις
Στο άρθρο 5 προβλέπεται ότι οι πράξεις που περιγράφονται στον νόμο διώκονται αυτεπάγγελτα και ο παθών δεν καταβάλλει παράβολο υπέρ του Δημοσίου είτε στην υποβολή της έγκλησης είτε αν παρίσταται ως πολιτική αγωγή.
Αυτεπάγγελτες οι διώξεις
Στο άρθρο 5 προβλέπεται ότι οι πράξεις που περιγράφονται στον νόμο διώκονται αυτεπάγγελτα και ο παθών δεν καταβάλλει παράβολο υπέρ του Δημοσίου είτε στην υποβολή της έγκλησης είτε αν παρίσταται ως πολιτική αγωγή.
Για το τελικό περιεχόμενο του νομοσχεδίου έγιναν διαβουλεύσεις της ηγεσίας του υπουργείου με βουλευτές και στελέχη του ΠαΣοΚ. Σε αυτές συμετείχαν ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Χαράλαμπος Αθανασίου και οι γενικοί γραμματείς του υπουργείου κκ. Νικόλας Κανελλόπουλος και Μαρίνος Σκανδάμης και από το ΠαΣοΚ ήταν παρόντες οι κκ. Χρήστος Πρωτόπαππας, Γιώργος Πεταλωτής, Ι. Ιωαννίδης, η κυρία Θεοδώρα Τζάκρη και νωρίτερα ο κ. Παναγιώτης Ρήγας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ