Είναι από τις φορές που το πού μετρά πολύ περισσότερο από το πόσο –και αυτό το πού μπορεί να δείξει ίσως κάποια ημέρα το πότε ένα άτομο θα αναπτύξει μια από τις σοβαρότερες νευροεκφυλιστικές νόσους που «μαστίζουν» (κυριολεκτικώς) τον σύγχρονο κόσμο μας, τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τι εννοούμε; Την εξήγηση δίνει μια μελέτη η οποία διεξήχθη στις ΗΠΑ αλλά φέρει ισχυρή ελληνική υπογραφή, αυτή του καθηγητή Ακτινολογίας στο Κέντρο Βιοϊατρικής Υπολογιστικής Απεικόνισης και Ανάλυσης στην Ιατρική Σχολή Πέρελμαν του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, κ. Χρήστου Νταβατζίκου. Ο κ. Νταβατζίκος και η ομάδα του σε συνεργασία με τη δρα Σούζαν Ρέσνικ, επικεφαλής του Εργαστηρίου Συμπεριφορικών Νευροεπιστημών στο Εθνικό Ινστιτούτο για τη Γήρανση των ΗΠΑ, έκαναν μια σημαντική ανακάλυψη σε ό,τι αφορά το β-αμυλοειδές (πρόκειται για μια πρωτεΐνη η οποία εναποτίθεται με τη μορφή πλακών στον εγκέφαλο των ασθενών με Αλτσχάιμερ αλλά η εναπόθεσή της ξεκινά πολλά χρόνια πριν από την εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως έχουν δείξει μελέτες), η οποία ελπίζεται ότι θα προσφέρει έναν πολύτιμο βιοδείκτη πρώιμης διάγνωσης της νόσου στα χρόνια που έρχονται. Οι ερευνητές είδαν μέσω προηγμένων απεικονίσεων ότι δεν είναι τόσο σημαντική η συνολική ποσότητα του β-αμυλοειδούς που έχει εναποτεθεί στον εγκέφαλο ενός ατόμου αλλά το πού ακριβώς στον εγκέφαλο υπάρχει μεγαλύτερη εναπόθεσή του –η απάντηση στο περιβόητο πού δίνεται με δύο λέξεις, σύμφωνα με τη μελέτη: κροταφικοί λοβοί. Οπως ανέφερε ο κ. Νταβατζίκος στο «Βήμα», η νέα αυτή «στοχευμένη» γνώση ελπίζεται ότι θα προσφέρει μελλοντικά στους επιστήμονες που ασχολούνται με τον σε μεγάλο βαθμό άπιαστο στόχο, που δεν είναι άλλος από τη νόσο Αλτσχάιμερ, τα «βέλη» που χρειάζονται για να τη διαγιγνώσκουν έγκαιρα και ίσως να την αντιμετωπίζουν αποτελεσματικότερα.
Πώς «γεννήθηκε» η μελέτη
Για να κατανοήσουμε τα πόσο και τα πού της Αλτσχάιμερ, ας δούμε και τα πώς: για την ακρίβεια, ο έλληνας καθηγητής εξηγεί στο «Βήμα» πώς οδηγήθηκε στη διεξαγωγή αυτής της μελέτης η οποία δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούλιο στο επιστημονικό έντυπο «Neurobiology of Aging» (παρουσιάστηκε επίσης τον ίδιο μήνα κατά τη διάρκεια διεθνούς συνεδρίου για την Αλτσχάιμερ στη Βοστώνη). «Οταν πρωτοεντοπίστηκε η σύνδεση του β-αμυλοειδούς και της εναπόθεσής του στον εγκέφαλο με την Αλτσχάιμερ υπήρξε ενθουσιασμός καθώς αρχικώς όλοι πίστεψαν ότι θα είχαμε πια στα χέρια μας το «εργαλείο» για την πρώιμη διάγνωση της νόσου. Οι αρχικές προσδοκίες όμως διαψεύστηκαν από περαιτέρω μελέτες αφού φάνηκε ότι η συνολική εναπόθεση της πρωτεΐνης στον εγκέφαλο δεν είναι επαρκούς προγνωστικής αξίας για τη μελλοντική εμφάνιση της Αλτσχάιμερ. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ ανθρώπων που είχαν αντίστοιχες ποσότητες β-αμυλοειδούς συνολικά στον εγκέφαλο, κάποιοι ανέπτυξαν στην πορεία έκπτωση των γνωσιακών ικανοτήτων και κάποιοι όχι –συγκεκριμένα πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι το ένα τρίτο των ατόμων με εναπόθεση πλακών στον εγκέφαλο δεν εμφανίζει σημάδια έκπτωσης των γνωσιακών ικανοτήτων. Με βάση αυτό το δεδομένο σκεφτήκαμε λοιπόν να διερευνήσουμε αν παίζει σημαντικότερο ρόλο το πού ακριβώς βρίσκονται οι μεγαλύτερες εναποθέσεις του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο και αν αυτό φαίνεται να συνδέεται με προβλήματα στη γνωστική ικανότητα, τα οποία αποτελούν προάγγελο της νόσου».
Προκειμένου να διερευνήσουν την υπόθεσή τους οι ειδικοί ανέλυσαν τομογραφίες εκπομπής ποζιτρονίων (PET scan) οι οποίες είχαν διεξαχθεί με χρήση ενός νέου ραδιοϊσοτόπου που αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ (Pittsurgh compound B – PiB) και επιτρέπει την απεικόνιση των πλακών β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο, αποτελώντας άκρως χρήσιμο «εργαλείο» για τη διάγνωση της Αλτσχάιμερ. Οι τομογραφίες PET ανήκαν σε 64 άτομα με μέσο όρο ηλικίας τα 76 έτη τα οποία συμμετείχαν σε μια από τις σημαντικότερες μακροχρόνιες μελέτες σχετικά με τη γήρανση –πρόκειται για την Baltimore Longitudinal Study of Aging η οποία, όπως μας πληροφορεί ο κ. Νταβατζίκος, ξεκίνησε το 1993. «Είναι πολύ σημαντική μελέτη καθώς οι συμμετέχοντες παρακολουθούνται ήδη επί 20 συναπτά έτη και λαμβάνονται δεδομένα σχετικά με την υγεία τους κάθε χρόνο. Ετσι υπάρχει ένα πολύ καλό και πλούσιο υλικό». Σημειώνεται ότι κανένας από τους συμμετέχοντες στη μελέτη δεν έχει εμφανίσει ως σήμερα συμπτώματα Αλτσχάιμερ.
Τι έδειξε το PET
Στις απεικονίσεις αυτές που προέκυψαν μετά από τομογραφία ΡΕΤ αποτυπώνεται ο εγκέφαλος ατόμων που εμφανίζουν, σύμφωνα με ειδικό γνωστικό τεστ, έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών (επάνω σειρά) καθώς και ατόμων που δεν εμφανίζουν έκπτωση (κάτω σειρά). Φαίνεται ότι στην επάνω σειρά καταγράφεται μεγαλύτερη και πιο έντονη συσσώρευση β-αμυλοειδούς στους κροταφικούς λοβούς και στον προσφηνοειδή λοβό του εγκεφάλου (κόκκινο χρώμα), κάτι που δεν παρατηρείται με τέτοια ένταση στον εγκέφαλο των ατόμων της κάτω σειράς. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: NEUROBIOLOGY OF AGING)
Εχοντας ως «μαγιά» αυτά τα στοιχεία, οι ερευνητές κατάφεραν να συνθέσουν μια μοναδική εικόνα του εγκεφάλου των ασθενών συνδυάζοντας και αναλύοντας τις τομογραφίες ΡΕΤ οι οποίες αποτύπωναν την πυκνότητα και τον όγκο των πλακών β-αμυλοειδούς καθώς και το πώς αυτές ήταν κατανεμημένες μέσα στον εγκέφαλο. Η ουσία PiB, η οποία προσδένεται στο β-αμυλοειδές, ήταν εκείνη που επέτρεψε στους ειδικούς να εκτιμήσουν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια το «ταξίδι» της πρωτεΐνης, τις αλλαγές στην εναπόθεσή της στον εγκέφαλο μέσα στον χρόνο. «Η συγκεκριμένη ουσία χρησιμοποιείται τα τελευταία περίπου 5-7 χρόνια και έχει φέρει επανάσταση σε ό,τι αφορά την απεικόνιση του εγκεφάλου σχετικά με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Μάλιστα, το συγκεκριμένο πεδίο ανθεί και πέρυσι έλαβε έγκριση από την αρμόδια Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (Food and Drug Administration, FDA) άλλη μια αντίστοιχη ουσία που ονομάζεται florbetapir και η οποία αναπτύχθηκε από συναδέλφους εδώ στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. Η ουσία αυτή έχει μεγάλο χρόνο ημίσειας ζωής και μπορεί να χρησιμοποιηθεί πιο εύκολα ευρέως στα νοσοκομεία. Εκτιμούμε ότι θα βοηθήσει επίσης στην πολύτιμη απεικόνιση για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ» επισημαίνει ο καθηγητής.
Οι απεικονίσεις του εγκεφάλου των συμμετεχόντων συγκρίθηκαν με τα σκορ τους σε ειδικό τεστ μέτρησης των γνωστικών ικανοτήτων (California Verbal Learning Test), προκειμένου να προσδιοριστεί η έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών τους σε μάκρος χρόνου. Η σύγκριση αυτή κατέστη δυνατή με βάση ειδικό μαθηματικό μοντέλο που ανέπτυξαν οι ερευνητές με επικεφαλής τον κ. Νταβατζίκο το οποίο και μπορεί να προσδιορίσει τη σχέση μεταξύ της εναπόθεσης β-αμυλοειδούς σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου και την επίδρασή της στη γνωστική ικανότητα.
Στη συνέχεια οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δύο υπο-ομάδες: σε αυτούς που έδειχναν μεγαλύτερη σταθερότητα με βάση τα σκορ τους στις γνωστικές εξετάσεις και σε εκείνους που παρουσίαζαν τη μεγαλύτερη κάμψη (26 άτομα).
«Κλειδί» της πρόγνωσης οι κροταφικοί λοβοί
Τι προέκυψε από αυτή την ενδελεχή αναζήτηση; Παρ’ ότι δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές στη συνολική ποσότητα β-αμυλοειδούς που είχε εναποτεθεί στον εγκέφαλο των εθελοντών των δύο υπο-ομάδων, τα μοτίβα σχετικά με το «πού» της εναπόθεσης των πλακών της πρωτεΐνης ήταν διαφορετικά. «Τα άτομα που ήταν «σταθερά» ως προς την έκπτωση των γνωστικών ικανοτήτων παρουσίαζαν μεγαλύτερη εναπόθεση β-αμυλοειδούς στους πρόσθιους λοβούς ενώ εκείνα που εμφάνιζαν σημαντικότερη έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών είχαν μεγαλύτερη εναπόθεση της πρωτεΐνης στους κροταφικούς λοβούς, οι οποίοι είναι περιοχές-«κλειδιά» σε ό,τι αφορά τη μνήμη» λέει ο καθηγητής και προσθέτει: «Οπως είδαμε αναλυτικότερα, οι περιοχές του εγκεφάλου οι οποίες εμφανίζουν νωρίτερα εναπόθεση πλακών β-αμυλοειδούς περιλαμβάνουν τις πλευρικές κροταφικές περιοχές και το μεσολόβιο ενώ ο ινιακός λοβός και ο κινητικός φλοιός επηρεάζονται αργότερα κατά την εξέλιξη της νόσου».
Κατά τον κ. Νταβατζίκο τα ευρήματα αυτά μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην κατανόηση της σχέσης μεταξύ της έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών και της περιοχής εναπόθεσης του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο. «Η κατανόηση αυτή εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στη χρήση της απεικόνισης σχετικά με τη θέση του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο ως βιοδείκτη για την πιο έγκαιρη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ».
Το επόμενο βήμα για τους ερευνητές είναι να μελετήσουν περισσότερα άτομα με ήπια γνωστική διαταραχή αλλά να συνεχίσουν και σε βάθος χρόνου τη μελέτη στους εθελοντές της Baltimore Longitudinal Study of Aging, διεξάγοντάς τους νέες απεικονιστικές εξετάσεις. «Οι συμμετέχοντες στη διαχρονική μελέτη της Βαλτιμόρης μπορούν να μας βοηθήσουν να ρίξουμε ακόμη περισσότερο φως στους τρόπους πρώιμης ανίχνευσης της Αλτσχάιμερ».
Βέβαια, εκτός από τη σημαντική επιστημονική παράμετρο υπάρχει και η πρακτική –οι τομογραφίες ΡΕΤ είναι ακριβές και οι συγκεκριμένοι τομογράφοι υπάρχουν σε λίγα κέντρα ανά τον κόσμο. Το γεγονός αυτό παραδέχεται και ο έλληνας καθηγητής ο οποίος όμως προτείνει μια ευκολότερη και φθηνότερη εναλλακτική, τη μαγνητική τομογραφία (MRI). Οπως λέει, μελέτη της ομάδας του που δημοσιεύθηκε το 2009 στο επιστημονικό έντυπο «Brain» και βασίστηκε σε χρήση MRI συνέδεσε ατροφία που παρατηρείται λόγω καταστροφής των νευρώνων σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου με την Αλτσχάιμερ. «Τα μοτίβα που προέκυψαν από εκείνη τη μελέτη συμπίπτουν με αυτά που παρατηρήσαμε κατά την τελευταία μελέτη με τις τομογραφίες ΡΕΤ. Η ατροφία καταγράφεται και μέσω της ΜRI κυρίως στους κροταφικούς λοβούς σε άτομα που δεν έχουν εμφανίσει ακόμη συμπτώματα Αλτσχάιμερ».
Μαγνητική τομογραφία, κατάλληλη για πρόγνωση
Ποια θα ήταν λοιπόν η λύση; Η διεξαγωγή μαγνητικής τομογραφίας ακόμη και σε υγιή άτομα κάποια στιγμή στη ζωή τους προκειμένου να αποτυπωθεί η κατάσταση του εγκεφάλου τους και η πιθανή εναπόθεση β-αμυλοειδούς στις περιοχές του που φαίνεται να είναι «υψηλού κινδύνου»; Ο κ. Νταβατζίκος επισημαίνει ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο από οικονομικής απόψεως να γίνει στον γενικό πληθυσμό. «Αν πάντως υπήρχε η οικονομική δυνατότητα, θα μπορούσε να διεξάγεται μια μαγνητική τομογραφία αναφοράς στα 50-55 έτη –όταν δηλαδή αρχίζουν να εμφανίζονται λόγω ηλικίας και οι πρώτες αλλαγές στον εγκέφαλο –και να γίνεται επανάληψη της εξέτασης στα 60 έτη ώστε να αποτυπώνεται η πορεία ενός ατόμου. Πάντως με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, θα ήταν τουλάχιστον καλό να γίνεται η εξέταση σε άτομα με βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό της νόσου καθώς και σε άτομα με άλλα νοσήματα που αυξάνουν τον κίνδυνο για Αλτσχάιμερ όπως οι αγγειοπάθειες και ο διαβήτης που προκαλούν βλάβες στα αγγεία, συμπεριλαμβανομένων αυτών του εγκεφάλου».
Σε κάθε περίπτωση, ο έλληνας ερευνητής τονίζει πως διαφορετικές προσπάθειες όπως εκείνες της ομάδας του κάνουν τους ειδικούς τα τελευταία χρόνια να χαμογελούν σε ό,τι αφορά τη διάγνωση του Αλτσχάιμερ, κάτι, που όπως λέει, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχα χαμόγελα στο πεδίο της θεραπείας της νόσου. «Διαγνωστικά είμαστε πλέον πολύ πιο μπροστά σε σύγκριση με τη θεραπεία. Διαφορετικές τεχνικές μπορούν να προσφέρουν πρώιμη διάγνωση –πιθανόν ως και κατά 10 χρόνια πριν από την εμφάνιση συμπτωμάτων. Αυτό το «παράθυρο» είναι μεγάλο και προσφέρει χρόνο για δράση. Ωστόσο θεραπευτικά δεν έχουμε αντίστοιχα καλά «όπλα». Οι δοκιμές διαφορετικών θεραπειών αποτυγχάνουν η μία μετά την άλλη και ελπίζουμε όλοι ότι κατανοώντας ακόμη καλύτερα τη νόσο και την εξέλιξή της, θα μπορέσουμε μια ημέρα να έχουμε και καλύτερες θεραπείες».
Τα καθημερινά προληπτικά «όπλα»
Ως τότε ο καθηγητής σημειώνει ότι υπάρχουν απλά, καθημερινά «όπλα» που ο καθένας έχει στη… φαρέτρα του ώστε να αποφύγει κατά το δυνατόν την επίσκεψη της Αλτσχάιμερ.
«Κάθε άνθρωπος μπορεί να προσέχει τη διατροφή του και να ασκείται ώστε να διατηρεί υγιή τον εγκέφαλό του αποφεύγοντας να εμφανίσει προβλήματα όπως η υπέρταση ή η υψηλή χοληστερόλη που βλάπτουν το καρδιαγγειακό σύστημα και τα αγγεία του εγκεφάλου». Εως ότου λοιπόν η επιστήμη μπορέσει να μας χαρίσει αποτελεσματικές θεραπείες, ας μην ξεχνούμε αυτές τις απλές και ζωτικής σημασίας συμβουλές για να μην… ξεχνούμε στο μέλλον.
ΠΡΩΙΜΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Εξέταση που θα «μυρίζει» τη νόσο;
Ο επικεφαλής της πρωτοποριακής μελέτης, καθηγητής Ακτινολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια κ. Χρήστος Νταβατζίκος Πολλές και διαφορετικές ομάδες αναζητούν αποτελεσματικούς τρόπους για την πρώιμη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ και δεν θα μπορούσαμε να μη ρωτήσουμε τον κ. Νταβατζίκο για μια τελευταία «νόστιμη» μελέτη που είδε το φως της δημοσιότητας και αφορά χρήση του φιστικοβούτυρου για… οσφρητική διάγνωση της νόσου.
Πριν από μερικές ημέρες ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Φλόριδας ανέφεραν πως παρατήρησαν μέσα από μελέτη τους ότι ασθενείς με Αλτσχάιμερ σε αρχικά στάδια χάνουν την όσφρησή τους από το αριστερό ρουθούνι ταχύτερα από ό,τι από το δεξιό. Για να εξαγάγουν τα αποτελέσματά τους χρησιμοποίησαν σε δοκιμές τους φιστικοβούτυρο –και αυτό διότι η μυρωδιά του ανιχνεύεται αποκλειστικά από το οσφρητικό μας νεύρο, ενώ οι περισσότερες οσμές ανιχνεύονται και από το τρίδυμο νεύρο που αποτελείται από νευρικές ίνες αισθητικού τύπου μεταφέροντας ερεθίσματα από την περιοχή του προσώπου στον εγκέφαλο. Το οσφρητικό νεύρο, σύμφωνα με τους ειδικούς, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη μελέτη της Αλτσχάιμερ αφού οι βλάβες στο οσφρητικό κέντρο του εγκεφάλου αποτελούν ένα από τα πρώτα σημάδια της νόσου.
Από τις δοκιμές φάνηκε ότι κατά μέσο όρο οι ασθενείς με Αλτσχάιμερ σε πρώιμα στάδια μπορούσαν να μυρίσουν το φιστικοβούτυρο από απόσταση 20 εκατοστών από το δεξιό τους ρουθούνι και από απόσταση μόλις 10 εκατοστών από το αριστερό. Επόμενο βήμα για τους ειδικούς από τη Φλόριδα είναι να χρησιμοποιήσουν το «τεστ του φιστικοβούτυρου» και σε ασθενείς με ήπια γνωστική διαταραχή που δεν έχουν εμφανίσει κανένα σύμπτωμα Αλτσχάιμερ ώστε να δουν αν θα μπορούσαν μέσω της χρήσης του να προβλέψουν ποια άτομα θα εμφανίσουν τη νευροεκφυλιστική νόσο.
Θα μπορούσαν τέτοιου είδους τεστ να χαρίσουν πρώιμη διάγνωση της Αλτσχάιμερ; ήταν το ερώτημά μας προς τον κ. Νταβατζίκο. Εκείνος απάντησε ότι η σύνδεση της όσφρησης με τη νόσο έχει βάση, καθώς το κέντρο όσφρησης του εγκεφάλου έχει την έδρα του στον κογχομετωπιαίο φλοιό ο οποίος εμφανίζει ατροφία στη νόσο Αλτσχάιμερ. «Ωστόσο η όσφρησή μας καθώς και οι διαταραχές της συνδέονται με πλήθος άλλες παραμέτρους και έτσι δεν βλέπω πιθανό να μπορεί να αναπτυχθεί ένα ειδικό τεστ για την Αλτσχάιμερ που θα βασίζεται στην όσφρηση. Ισως τέτοιου είδους τεστ, τα οποία βέβαια είναι πολύ φθηνά –σίγουρα φθηνότερα από οποιαδήποτε απεικονιστική εξέταση -, θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιούνται συνεργικά με άλλα για καλύτερη πρώιμη διάγνωση της νόσου».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ