Ακριβά έχει πληρώσει το Ελληνικό Δημόσιο την ακύρωση των διαπραγματεύσεων με τη Hochtief για την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος» το φθινόπωρο του 2011, όταν και ενεργοποιήθηκε το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), το οποίο θεώρησε τότε ότι μπορεί να επιτύχει καλύτερο τίμημα. Δύο χρόνια αργότερα η αξία της χώρας είναι πολύ χαμηλότερη, οι νέοι μέτοχοι του «Ελ. Βενιζέλος» βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση και το ΤΑΙΠΕΔ προσλαμβάνει νέους συμβούλους για να υποστηρίξουν τους υφιστάμενους.
Η σύμβαση που… σκόνταψε
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Δημοσίου και Hochtief είχαν ξεκινήσει το 2011 και στόχευαν στην επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του αεροδρομίου κατά 20 έτη. Το τίμημα θα προσέγγιζε ως και τα 250 εκατ. ευρώ, ενώ θα υπήρχε μεγαλύτερη συμμετοχή του Δημοσίου στα κέρδη. Στόχος ήταν η από κοινού κάθοδος των δύο μετόχων στις διεθνείς αγορές για την πώληση των ποσοστών τους. Μάλιστα το υπουργείο Οικονομικών είχε κάνει δηλώσεις στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2011 ότι θα ανακοίνωνε το κλείσιμο της συμφωνίας. Και αυτό διότι συνδυαστικά υπήρχε τόσο ισχυρότερη διαπραγματευτική ικανότητα όσο και ευθυγραμμισμένα συμφέροντα από τα δύο μέρη.
Αυτό όμως δεν συνέβη καθώς το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο τότε ξεκινούσε τα πρώτα βήματά του, θεώρησε το τίμημα μικρό και πίστεψε ότι θα μπορούσε να επιτύχει ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Η διοίκηση της Hochtief ανέκρουσε πρύμναν, η συμφωνία κατέρρευσε και ο καθένας πήρε τον δρόμο του. Η Hochtief βγήκε στην αγορά για να πουλήσει τα μερίδιά της στα αεροδρόμια, κάτι που κατάφερε την άνοιξη του 2013. Οι νέοι αγοραστές, δηλαδή η καναδική PSP Investments, πήραν αντί 1,5 δισ. ευρώ τη θυγατρική της γερμανικής εταιρείας, Hochtief Airports, και τα έξι αεροδρόμια που αυτή ελέγχει.
Το ΤΑΙΠΕΔ είχε επιχειρήσει να προσεγγίσει εκ νέου τη Hochtief με την ελπίδα να επιτύχει την επέκταση της σύμβασης αλλά και τη συμπόρευση στην ταυτόχρονη πώληση των μεριδίων τους στις αγορές. Μάλιστα η ελληνική πλευρά είχε μείνει με την εντύπωση ότι η Εσση συμφωνούσε με αυτή την πρωτοβουλία, ως βέβαια το πρωί της ανακοίνωσης της πώλησης στην PSP, όπου το ΤΑΙΠΕΔ έπεσε από τα σύννεφα. Πλέον το ΤΑΙΠΕΔ επιδιώκει την πώληση του ποσοστού του Δημοσίου στους Καναδούς και έχει λάβει διαβεβαίωση από την Οτάβα ότι θα συμμετάσχουν στον σχετικό διαγωνισμό που αναμένεται ως το τέλος του έτους.
Λεφτά υπάρχουν για συμβούλους
Το 2011 το υπουργείο Οικονομικών είχε προσλάβει ως συμβούλους για την αποκρατικοποίηση του «Ελ. Βενιζέλος» την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) και την BNP Paribas για το οικονομικό σκέλος της αποκρατικοποίησης, καθώς και τα νομικά γραφεία M. & P. Bernitsas Law Office (εθνικό δίκαιο) και Clifford Chance (διεθνές δίκαιο). Ετσι, προβληματισμό προκάλεσε στην αγορά η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην οποία προχώρησε την Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013 το ΤΑΙΠΕΔ έχοντας κρίνει ότι δύο χρόνια μετά «είναι αναγκαία η συνδρομή του ΤΑΙΠΕΔ και του Δημοσίου από εξειδικευμένους νομικούς συμβούλους σε θέματα ελληνικού δικαίου».
Και αυτό διότι, όπως αναφέρεται, «το προς ανάθεση συμβουλευτικό έργο αφορά τη νομική συνδρομή του ΤΑΙΠΕΔ και του Δημοσίου και των συμβούλων τους για όλα τα θέματα ελληνικού δικαίου σε σχέση με την περαιτέρω αποκρατικοποίηση της εταιρείας, ήτοι για την αξιοποίηση ως και του 55% του μετοχικού κεφαλαίου που κατέχει το ΤΑΙΠΕΔ (30%) και το Δημόσιο (25%), με ή χωρίς την τροποποίηση ή και παράταση της διάρκειας» της σύμβασης παραχώρησης του διεθνούς αερολιμένα.
Ο νέος σύμβουλος θα αναλάβει ό,τι και ο υφιστάμενος, δηλαδή τη μελέτη, την αξιολόγηση, την προετοιμασία, την υποστήριξη και τη γνωμοδότηση του πρότζεκτ. Θα πρέπει να έχει «κύρος και εμπειρία» σε αποκρατικοποιήσεις, συγκεντρώσεις και συμβάσεις παραχώρησης, να απασχολεί τουλάχιστον πέντε συνεργάτες και να διαθέτει τουλάχιστον έναν συνεργάτη με δεκαετή και έναν με εξαετή εμπειρία στα εν λόγω πεδία. Ο προϋπολογισμός εκτιμάται στις 200.000 ευρώ.
Οπως μεταδίδουν κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών, στις αποκρατικοποιήσεις τα νομικά γραφεία πληρώνονται με πάγια ημερήσια αποζημίωση με πλαφόν το οποίο, όταν ξεπεραστεί, η εργασία παρέχεται δωρεάν. Οι οικονομικοί σύμβουλοι αμείβονται με προμήθεια που προκύπτει από ποσοστό επί της αξίας της συναλλαγής. Αν αυτή είναι μεγάλη, το ποσοστό είναι μικρό, ενώ σε αντίθετη περίπτωση ή αν το ρίσκο της συναλλαγής είναι ισχυρό, αυτό μεγαλώνει. Για παράδειγμα, στο «Ελ. Βενιζέλος» οι οικονομικοί σύμβουλοι θα εισπράξουν ποσό μικρότερο από 1,5% επί της αξίας της συναλλαγής.
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 15 Οκτωβρίου 2013
HeliosPlus