«Η ελληνική ναυτιλία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τομείς της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας. Ο ελληνικός ναυτιλιακός κλάδος συνεισφέρει σε σύνολο περίπου €13,4 δισ. ετησίως στο ελληνικό ΑΕΠ βάσει στατιστικών του 2010, ενώ υπολογίζεται ότι απασχολεί περί τα 165.000 άτομα». Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, έρευνα της διεθνούς συμβουλευτικής εταιρείας The Boston Consulting Group υπό τον τίτλο «Εκτίμηση του αντίκτυπου της ναυτιλίας στην ελληνική οικονομία και κοινωνία» που παρουσιάστηκε τη Δευτέρα.
Στην έρευνα σημειώνεται πως «η άμεση συνεισφορά του βασικού ναυτιλιακού κλάδου υπολογίζεται στα περίπου €7,6 δισ., ποσό που αντιστοιχεί σε 3,5% του ελληνικού ΑΕΠ. Από αυτά η ποντοπόρος ναυτιλία έχει τη μεγαλύτερη συνεισφορά, προσφέροντας €6,5 δισ. Επιπροσθέτως, ο ελληνικός ναυτιλιακός κλάδος συνεισφέρει έμμεσα, μέσω των υποστηρικτικών υπηρεσιών της ναυτιλίας, €2,3 δισ., ενώ €3,4 δισ. είναι τα υπολογιζόμενα επαγωγικά οφέλη. Συνολικά, ο ναυτιλιακός κλάδος συνεισφέρει περίπου €13,4 δισ., ποσό που αντιστοιχεί στο 6% του ελληνικού ΑΕΠ, βάσει στατιστικών του 2010».
Κατά την παρουσίαση της έρευνας επισημάνθηκε ότι η συνολική συνεισφορά του ελληνικού ναυτιλιακού κλάδου στο ΑΕΠ παραμένει σταθερή διαχρονικά, γεγονός που υποδεικνύει ότι η συνολική συνεισφορά του για το έτος 2012 θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε περισσότερο από 7% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας δεδομένης της συρρίκνωσης του ελληνικού ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα ο ελληνικός ναυτιλιακός κλάδος υπολογίζεται ότι απασχολεί περισσότερα από 165.000 άτομα, δηλαδή το 3,5% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα και σημειώνεται πως «ενδεικτικές της συνεισφοράς στην οικονομία είναι και οι ετήσιες εισπράξεις στο Εμπορικό Ισοζύγιο Υπηρεσιών. Οι εισπράξεις των θαλάσσιων μεταφορών στο Εμπορικό Ισοζύγιο Υπηρεσιών ανήλθαν την τελευταία δεκαετία στα €136 δισ.».
Τονίστηκε επιπλέον ότι η ελληνική ναυτιλία, με εισπράξεις που ανήλθαν σε €12,7 δισ. το 2011, κατέχει την πρώτη θέση στο Εμπορικό Ισοζύγιο Υπηρεσιών. «Αξίζει να σημειωθεί πως οι κεφαλαιακές ανάγκες της ελληνικής ναυτιλίας καλύπτονται από ιδιωτικά κεφάλαια, χωρίς χρηματοδότηση ή επιδοτήσεις από την κυβέρνηση, σε αντίθεση με τον τουρισμό που κατατάσσεται δεύτερος με εισπράξεις €10,5 δισ.».
Στην έρευνα αναφέρεται επίσης ότι υπάρχουν πέντε συγκεκριμένες δράσεις που μπορούν ενισχύσουν τη ναυτιλιακή δραστηριότητα στην Ελλάδα και ως αποτέλεσμα να αυξήσουν τον αντίκτυπο της στην ελληνική οικονομία. Πρόκειται για ένταξη του ναυτιλιακού τομέα στη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πολιτική της χώρας, απλοποίηση διαδικασιών έναρξης επιχειρήσεων και μείωση γραφειοκρατίας, σταθερό και ανταγωνιστικό θεσμικό πλαίσιο λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού που υπάρχει για τη νηολόγηση πλοίων και για την προσέλκυση εγκατάστασης ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, αύξηση εγγραφών σε ναυτικές σχολές με απώτερο σκοπό να ενισχυθεί η απασχόληση των ελλήνων στη Ναυτιλία και αναβάθμιση ποιότητας εκπαίδευσης και δυνατότητα ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Ο επικεφαλής της εταιρείας στην Ελλάδα κ. Βασίλης Αντωνιάδης τόνισε ότι «τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι η ναυτιλία, έχοντας ήδη σημαντική συμβολή στο ελληνικό ΑΕΠ, μπορεί να αποτελέσει βασικό μοχλό ανάπτυξης, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης, υποστηρίζοντας την ελληνική οικονομία σε ρευστότητα, απασχόληση, συνεισφορά στο ΑΕΠ και επενδύσεις, τόσο στη ναυτιλία όσο και σε άλλους κλάδους της οικονομίας όπως και στο παρελθόν. Ενδεικτικά παραδείγματα ήδη από τη δεκαετία του 1960 αποτελούν η ίδρυση ναυπηγείων και διυλιστηρίων, αερομεταφορών, μεγάλες επενδύσεις σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα».
Επίσης η επικεφαλής των ναυτιλιακών μελετών για την Νοτιοανατολική Ευρώπη κυρία Καμίλ Ιγκλοφ-Γκίκα επεσήμανε ότι «η Ναυτιλία αποτελεί έναν από τους κλάδους στην Ελλάδα με παγκόσμιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το μέσο λειτουργικό κόστος του ελληνόκτητου στόλου είναι 23% ανταγωνιστικότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα για την προσέλκυση επενδύσεων στον κλάδο, την πρώτη προτεραιότητα για την ελληνική οικονομία αυτή την περίοδο».