Η ποίηση της τέχνης

Ο προκείμενος τίτλος θέτει ένα κρίσιμο, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα για τις προφανείς και τις λανθάνουσες σχέσεις ποίησης και τέχνης στην καβαφική παραγωγή, επικεντρωμένη κυρίως στα 154 ποιήματα του γνωστού Κανόνα.

Ο προκείμενος τίτλος θέτει ένα κρίσιμο, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα για τις προφανείς και τις λανθάνουσες σχέσεις ποίησης και τέχνης στην καβαφική παραγωγή, επικεντρωμένη κυρίως στα 154 ποιήματα του γνωστού Κανόνα. Με έγκυρο πάντα οδηγό τα Ανέκδοτα Σημειώματα Ποιητικής και Ηθικής του Αλεξανδρινού, παρουσιασμένα από τον στυλοβάτη των καβαφικών σπουδών Γ. Π. Σαββίδη πριν από τριάντα χρόνια στις εκδόσεις ΕΡΜΗΣ. Στην προκειμένη ωστόσο περίπτωση αντιστρέφονται η καθιερωμένη σειρά και η εξάρτηση των δύο επίμαχων όρων: «Η Τέχνη της Ποιήσεως», όπως την καθιέρωσε κεφαλαιογράμματη ο Καβάφης, τρέπεται εδώ σε «ποίηση της τέχνης». Αν και πώς δικαιολογείται η αντιστροφή αυτή, θα φανεί, ελπίζω, στη συνέχεια.
Στο μεταξύ, με αφορμή και τη λήγουσα ήδη επέτειο Καβάφη (όπου η καβαφολογία σαφώς ξεχείλωσε), αξίζει ίσως τον κόπο να θυμηθούμε ποιες ταξινομήσεις της καβαφικής ποίησης ελέγχονται στις μέρες μας σταθερές και ποιες, δικαίως ή αδίκως, αμφιβάλλονται. Αναμφίβολη παραμένει η υπόδειξη του ποιητή για τριπλή μοιρασιά της ποιητικής του παραγωγής σε στοχαστικά, ιστορικά και ηδονικά ποιήματα. Δεδομένη θεωρείται και η φιλολογική πρόταση για εξελικτική πορεία από τον καθαρεύοντα ρομαντισμό στον δημώδη συμβολισμό και εφεξής στον γυμνό ρεαλισμό. Με την προϋπόθεση ότι ενισχύονται καθ’ οδόν τα ίχνη μιας αυθεντικής ποιητικής φωνής, ανεπανάληπτης στον χώρο της νεοελληνικής, και όχι μόνον, ποίησης.
Αποδεκτή, όσο βλέπω, έγινε και η διάγνωση ότι με τον Καβάφη ιδρύεται και ασκείται ιδιοφυώς ο διπλότυπος του «αναγνώστη-ποιητή» και του «ποιητή-αναγνώστη», διακριτός τόσο στα αρχαιόμυθα και αρχαιόθεμα ποιήματα όσο και στα ιστορικά. Δεν έλειψαν ωστόσο και τολμηρότερες προτάσεις: για εμφάνιση ιδιόρρυθμου και προδρομικού μοντερνισμού, ενίοτε και απελεύθερου μεταμοντερνισμού, που ανιχνεύεται σε κάποια απροκάλυπτα ερωτικά ποιήματα.
Γενικότερα, μέρα με τη μέρα, επαυξάνεται η ταξινομική όρεξη, σε βαθμό ενίοτε αδηφαγίας, τείνοντας να ακυρώσει τον κοινό παρονομαστή της καβαφικής ποίησης, προς όφελος κάθε φορά ενός εναλλακτικού αριθμητή, ανάλογα με τα επίκαιρα ενδιαφέροντα και γούστα –δικά μας και ξένα. Γεγονός ωστόσο παραμένει ότι στην περίπτωση του Καβάφη έχουμε να κάνουμε με πολύτροπο ποιητή στις επιλογές και στη γραφή του, θυμίζοντας απρόβλεπτους ελιγμούς του πολύτροπου Οδυσσέα, που δαιμόνιζαν τον μονότροπο μάλλον Αχιλλέα.
Σ’ αυτήν πάντως την καβαφική πολυτροπία ανήκει και η προτεινόμενη εδώ διάκριση ανάμεσα στην ομολογημένη από τον ποιητή «Τέχνη της Ποιήσεως» και στη λανθάνουσα «ποίηση της τέχνης». Τροπές διαγνώσιμες και οι δύο στο εσωτερικό της καβαφικής ποίησης, όπου λειτουργούν συμπληρωματικά –ο δεύτερος συχνά ως άλλοθι του πρώτου. Προτού περάσω σε ένα παραδειγματικό ποίημα, συνοψίζω κάποια στοιχεία συχνότητας των δύο εναλλακτικών όρων: με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα της η Ποίησις εμφανίζεται στα ποιήματα του Κανόνα τέσσερις φορές, και άλλες τόσες με μικρό –συνολικά οκτώ. Η τέχνη (με κεφαλαίο ή μικρό το πρώτο γράμμα της) συνολικά δεκατρείς. Ζευγαρωμένοι οι δύο όροι ως Τέχνη της Ποιήσεως τουλάχιστον τρεις φορές. Ισως δεν είναι συμπτωματική η στατιστική υπεροχή της τέχνης, που υποστηρίζει τον λογότυπο της έντεχνης ποίησης.
Συστήνεται, προς το παρόν αυτόνομο, το υπεσχημένο παράδειγμα. Τιτλοφορείται «Τυανεύς Γλύπτης», εκφέρεται απαρχής μέχρι τέλους σε πρώτο πρόσωπο, και αρθρώνεται σε τέσσερις ανισόστιχες στροφές, όπου πλεονάζουν οι διασκελισμοί. Αντιγράφεται επακριβώς, με εξαίρεση το μονοτονικό:

Καθώς που θα το ακούσατε, δεν είμ’ αρχάριος. / Κάμποση πέτρα από τα χέρια μου περνά. / Και στην πατρίδα μου, τα Τύανα, καλά / με ξέρουνε∙ κι εδώ αγάλματα πολλά / με παραγγείλανε συγκλητικοί.
//

Και να σας δείξω / αμέσως μερικά. Παρατηρείστ’ αυτήν την Ρέα∙ / σεβάσμια, γεμάτη καρτερία, παναρχαία. / Παρατηρείστε τον Πομπήιον. Ο Μάριος, / ο Αιμίλιος Παύλος, ο Αφρικανός Σκιπίων. / Ομοιώματα, όσο που μπόρεσα πιστά. / Ο Πάτροκλος (ολίγο θα τον ξαναγγίξω). / Πλησίον στου μαρμάρου του κιτρινωπού / εκείνα τα κομμάτια, είν’ ο Καισαρίων. //

Και τώρα καταγίνομαι από καιρό αρκετό / να κάμω έναν Ποσειδώνα. Μελετώ / κυρίως για τ’ άλογά του, πώς να πλάσσω αυτά. / Πρέπει ελαφρά έτσι να γίνουν που / τα σώματα, τα πόδια των να δείχνουν φανερά / πως δεν πατούν την γη, μον τρέχουν στα νερά. //

Μα νά το έργον μου το πιο αγαπητό / που δούλεψα συγκινημένα και το πιο προσεκτικά∙ / αυτόν, μια μέρα του καλοκαιριού θερμή / που ο νους μου ανέβαινε στα ιδανικά, / αυτόν εδώ ονειρεύομουν τον νέον Ερμή.
Συνεχίζεται. Στο μεταξύ, το παραδειγματικό αυτό ποίημα, μοντέλο έντεχνης ποίησης, προσφέρεται για μια βδομάδα στη διάθεσή σας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.