Η ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε την έντονη τουρκική αντίδραση. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να συμβεί διαφορετικά καθώς την περίοδο αυτή οι σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ βρίσκονται στο ναδίρ, παρά τις προσπάθειες της Ουάσιγκτον να γεφυρωθεί το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί. Τις αντιτουρκικές διαθέσεις προσωπικά του ισραηλινού πρωθυπουργού είχε άλλωστε την ευκαιρία να διαπιστώσει η ελληνική αντιπροσωπεία κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην Ιερουσαλήμ. Ετσι ο Ταγίπ Ερντογάν, εκδηλώνοντας προφανώς την ενόχλησή του με επανειλημμένες δηλώσεις του, επανήλθε στη γνωστή διαμάχη για τους μουφτήδες της Θράκης δηλώνοντας παράλληλα ότι δεν θα ανοίξει την Εκκλησιαστική Σχολή της Χάλκης αν η ελληνική κυβέρνηση δεν επιτρέψει στην Τουρκία να ανακαινίσει δύο τεμένη που υπάρχουν στην Αθήνα και «αποτελούν οθωμανική κληρονομιά»! Αναιρώντας με τον τρόπο αυτόν την υπόσχεση που είχε δώσει τον προηγούμενο Μάιο στον πρόεδρο Ομπάμα (αλλά και παλαιότερα) ότι είχε την πρόθεση να ανοίξει την ιστορική αυτή σχολή. Δεν παρέλειψε μάλιστα να αποστείλει και μια τουρκική φρεγάτα με το όνομα «Χάλκη» (!) να παραβιάσει τα ελληνικά χωρικά ύδατα κοντά στο Σούνιο.
Γνωστό είναι ότι χωρίς τη λειτουργία της Σχολής της Χάλκης ουσιαστικά υπονομεύονται η λειτουργία και το μέλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου εφόσον στερείται της δυνατότητας να εκπαιδεύει τους αυριανούς κληρικούς που θα το επανδρώσουν. Ουδέποτε το αίτημα για την επαναλειτουργία της Χάλκης ετέθη στο πλαίσιο κάποιων ανταλλαγμάτων, αλλά αποτελεί υποχρέωση της τουρκικής κυβέρνησης με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης για την εύρυθμη λειτουργία του Πατριαρχείου. Είναι όμως προφανές ότι η Αγκυρα έχει επιλέξει το παιχνίδι αυτό του εκβιασμού για να αποδείξει ότι η Ελλάδα καταπιέζει τη μουσουλμανική μειονότητα στη Δυτική Θράκη, στην οποία θέλει να διατηρεί ένα αυθαίρετο δικαίωμα εποπτείας. Αλλά με ποια επιχειρήματα, όταν οι μουσουλμάνοι της Θράκης ξεπερνούν τα 150.000 άτομα, ενώ οι Ελληνες στην Κωνσταντινούπολη δεν ξεπερνούν τους 2.000, ανατρέποντας έτσι την ισορροπία που είχε επιβάλει η Λωζάννη; Σύμφωνα με την ελληνική θέση, ο διορισμός των μουφτήδων από την Πολιτεία επιβάλλεται από το γεγονός ότι, πέραν των θρησκευτικών καθηκόντων τους, έχουν και δικαστικές εξουσίες (κυρίως στο οικογενειακό δίκαιο) και άρα θα πρέπει να λειτουργούν με όσα προβλέπει ο ελληνικός Αστικός Κώδικας.
Τη στιγμή που οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν παγώσει, κυρίως λόγω της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και η κριτική των Ευρωπαίων απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν οξύνθηκε ακόμη περισσότερο μετά τα πρόσφατα γεγονότα στην Κωνσταντινούπολη και τη βίαιη αντίδραση των Αρχών, είναι φανερό ότι εκδηλώνεται τώρα μια προσπάθεια να φανεί ότι η τουρκική κυβέρνηση σέβεται τις υποχρεώσεις απέναντι στους εναπομείναντες ορθοδόξους με το άνοιγμα και τη λειτουργία ορισμένων ναών (Παναγία Σουμελά κτλ.) ενώ η Ελλάδα δημιουργεί προσκόμματα. Καλό θα ήταν λοιπόν να χτιστεί επιτέλους το περιώνυμο μουσουλμανικό τέμενος στην Αθήνα, όχι γιατί το ζητούν οι Τούρκοι, οι οποίοι δεν έχουν κανένα τέτοιο δικαίωμα, αλλά γιατί το απαιτεί ο πολιτισμός μιας χώρας που ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι εντελώς απαράδεκτο οι χιλιάδες μουσουλμάνοι μετανάστες της ελληνικής πρωτεύουσας να ασκούν τα θρηκευτικά τους καθήκοντα σε σκοτεινά υπόγεια και σε άλλους ακατάλληλους χώρους. Σε τελευταία ανάλυση, πρόκειται για επίδειξη στοιχειώδους ανθρωπισμού.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ