Παρά την μαινόμενη βία στην Αίγυπτο, οι ΗΠΑ δεν έχουν διακόψει την παροχή στρατιωτικής στήριξης προς το Κάιρο. Μεγάλοι κερδισμένοι, όπως τονίζει σε δημοσίευμά της η ελληνόφωνη υπηρεσία της Deutsche Welle, είναι η αμερικανική βιομηχανία εξοπλισμών και ο αιγυπτιακός στρατός.
Η Ευρωπαΐκή Ενωση (ΕΕ) έχει σταματήσει τις αποστολές όπλων στην Αίγυπτο, όπου η κοινωνικοπολιτική αναταραχή μαίνεται, με τελευταίο παράδειγμα το θάνατο δεκάδων διαδηλωτών κατά τους πρόσφατους εορτασμούς της 40ης επετείου του αραβοϊσραηλινού πολέμου του 1973. Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους εξακολουθούν να στηρίζουν την Αίγυπτο με 1,5 δισ. δολάρια ετησίως, εκ των οποίων τα 1,3 δισ. καταλήγουν στα χέρια του στρατού. Ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, κληθείς να σχολιάσει το γεγονός τον προηγούμενο μήνα δήλωσε ότι «αυτή τη στιγμή αξιολογούμε εκ νέου την αμερικανοαιγυπτιακή σχέση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτό το σημείο πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το συμφέρον του αιγυπτιακού λαού και των ΗΠΑ».
Ο πρόεδρος Ομπάμα απέφυγε να αναφέρει ότι εκτός από την πολιτική πτυχή της, η στρατιωτική στήριξη της Αιγύπτου είναι στενά συνδεδεμένη με τα συμφέροντα της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας. Στην πραγματικότητα τα χρήματα που προορίζονται για την Αίγυπτο δεν αφήνουν ποτέ το αμερικανικό έδαφος. Μετά την έγκρισή τους από το Κογκρέσο διοχετεύονται μέσω της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ σε βιομηχανίες όπλων και προμηθευτές για να καταλήξουν στην Αίγυπτο με τη μορφή εξοπλισμών. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι αυτές οι βιομηχανίες όπλων να έχουν την έδρα τους στις ΗΠΑ και να απασχολούν εργαζομένους στη χώρα. Ουσιαστικά, δηλαδή, τα χρήματα διοχετεύονται στην αμερικανική επικράτεια, δημιουργώντας ένα είδος κρατικά επιδοτούμενων θέσεων εργασίας.
Ισχυρή επιρροή των αμυντικών λόμπι στο Κογκρέσο
Η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς το Κάιρο έχει ιστορία που ξεπερνά τα 30 χρόνια και απορρέει από την ειρηνευτική συμφωνία Αιγύπτου και Ισραήλ το 1979. Η Αίγυπτος θεωρείται ένας από τους βασικότερους πυλώνες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στον αραβικό κόσμο, μεταξύ άλλων επειδή ελέγχει τη στρατηγικής σημασίας διώρυγα του Σουέζ.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτών των 30 και πλέον χρόνων δεν έλειψαν οι αντιρρήσεις για την παροχή της βοήθειας εντός του αμερικανικού Κογκρέσου. Όπως επισημαίνει η Σαν Μάρσαλ, πολιτική επιστήμονας στο Κέντρο Μελετών για τη Μέση Ανατολή του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσινγκτον, «το ζήτημα της στρατιωτικής βοήθειας προς την Αίγυπτο ανακύπτει περιοδικά στο αμερικανικό Κογκρέσο. Σχεδόν κάθε χρόνο κάποιος εκφράζει την αντίρρησή του στο πρόγραμμα στρατιωτικής βοήθειας. Και τότε η αμυντική βιομηχανία αναθέτει συνήθως σε μία ομάδα από λομπίστες να επισκεφθούν μέλη του Κογκρέσου για να τους πείσουν να συνεχιστεί η βοήθεια. Τα επιχειρήματά τους στηρίζονται όχι μόνο σε ζητήματα γεωστρατηγικής φύσης, αλλά και στον αριθμό των θέσεων εργασίας και την παραγωγική δραστηριότητα που θα διακυβεύονταν στις ΗΠΑ αν το πρόγραμμα στρατιωτικής βοήθειας προς την Αίγυπτο δεχόταν κάποιο πλήγμα».