28 Σεπτεμβρίου 2000, 13 χρόνια πριν. Το Ολυμπιακό Στάδιο του Σίδνεϊ είναι κατάμεστο. Ολα είναι έτοιμα για τον τελικό των 200 μέτρων. Στο προθερμαντήριο, οι ταχύτεροι άνθρωποι στον πλανήτη περιφέρονται με βλοσυρά βλέμματα. Κάθε τους βήμα επιδεικνύει περίσσευμα αυτοπεποίθησης, οκτώ μυώδεις τύποι που φουσκώνουν σαν κοκοράκια –στους δρόμους ταχύτητας, άλλωστε, όλα είναι θέμα ψυχολογίας. Σε μια γωνιά, στέκει ανέκφραστος, με τα χέρια στη μέση, ένας άγνωστος στη διεθνή σκηνή 27χρονος Ελληνας. Ταmediaτού δίνουν ελάχιστη σημασία, είναι απλώς ένας διακοσμητικός λευκός που κατάφερε να προκριθεί ως κομπάρσος στον τελικό των άλλων. Δίπλα του κάνουν διατάσεις οι Βρετανοί Ντάρεν Κάμπελ και Κρίστιαν Μάλκομ, ο Ατο Μπόλτον από το Τρίνινταντ και Τομπάγκο, οι Αμερικανοί Κόμπι Μίλερ και Τζον Καπέλ και ο Ομπαντέλε Τόμσον από τα νησιά Μπαρμπάντος. Η αφρόκρεμα.
Περνούν 20.09 δευτερόλεπτα από τον πυροβολισμό του αφέτη. Η ιστορία έχει γραφτεί αλλιώς. Ο Κώστας Κεντέρης κερδίζει την κούρσα, εμφανίζεται στο διεθνές στερέωμα, αφιερώνει τη νίκη στον ελληνικό λαό που θρηνεί το ναυάγιο του «Σάμινα» και, όπως λένε όλοι, «ήρθε για να μείνει».
Εχουν περάσει 13 χρόνια από τότε. Σήμερα βρίσκεται πότε στο εξωτερικό, πότε στο Μικρό Πάπιγκο, στα Ζαγοροχώρια, όπου δραστηριοποιείται σε ξενοδοχείο που είναι στο όνομα της οικογένειας της γυναίκας του και αρνείται να μιλήσει σε οποιονδήποτε σχετικά με τα γεγονότα των τελευταίων ετών, δεν κρατά επαφή με παλιούς του συνεργάτες, όπως ο Χρήστος Τζέκος, και στα μοναδικά του λόγια για την υπόθεση της οικειοθελούς εξαφάνισής του βγάζει πίκρα, αν όχι οργή. Τι έχει συμβεί στον άνθρωπο που είχε έρθει για να μείνει; Και γιατί σε όποιον τον προσεγγίζει να μιλήσει για την υπόθεση, όπως έκανε το ΒΗmagazino, δεν δέχεται να πει κουβέντα;
Ενα παιδί με ένα κοντύτερο πόδι
Γεννημένος στις 11 Ιουλίου του 1973 στη Μυτιλήνη από δύο νησιώτες της εργατικής τάξης, τον Δημήτρη και τη Χρυσούλα Κεντέρη, ο Κώστας ξεκινάει τον αθλητισμό στα 10 του στον τοπικό Αρίονα Μυτιλήνης. Στα 19 μετακομίζει στη Θεσσαλονίκη και βρίσκει νέο προπονητή στο πρόσωπο του Πλούταρχου Σαρασλανίδη, του ανθρώπου που το καλοκαίρι του 1992 οδήγησε τη Βούλα Πατουλίδου στο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στη Βαρκελώνη. Σύντομα ο προπονητής ανακάλυψε πως «το ένα πόδι του Κώστα ήταν κοντύτερο από το άλλο κατά 1,5 εκ. Ο φίλος του και μετέπειτα γείτονάς του στους ξενώνες του Αγίου Κοσμά, Μάκης Κορκίζογλου, θυμάται: «Ολοι έλεγαν ότι ο Κεντέρης ήταν ξοφλημένος και αυτό από μόνο του ήταν ένα τεράστιο κίνητρο για εκείνον». Εν τέλει, έπειτα από σχεδόν τέσσερα χαμένα χρόνια, χρειάστηκε η σωτήρια παρέμβαση του Χρήστου Καρβουνίδη για να λυθεί το ανατομικό πρόβλημα του έλληνα πρωταθλητή. Ο έμπειρος φυσιοθεραπευτής λέει στο ΒΗmagazino: «Φανταστείτε ένα κατάρτι σε ένα πλοίο να μην είναι ακριβώς κάθετο, να είναι λίγο πλάγια και να έχει διαφορετικές τάσεις. Υστερα από κάποιες εξετάσεις τού βάλαμε ένα ειδικό πέλμα το οποίο εξομοίωνε την ανισοσκέλεια και έπειτα από ειδικές ασκήσεις μπόρεσε να επανέλθει». Ο Κώστας Κεντέρης αποφασίζει να κατέβει στην Αθήνα. Και να γνωριστεί με τους κατάλληλους ανθρώπους.
Η γνωριμία με τον Χρήστο Τζέκο
Στα μέσα του 1999 ο Κώστας γνωρίζεται με τον Χρήστο Τζέκο. Οπως αποκαλύπτει σήμερα ο ίδιος ο προπονητής στο ΒΗmagazino, «ένα βράδυ με πήρε τηλέφωνο ο συχωρεμένος ο Σωκράτης Γκιόλιας, ρεπόρτερ στίβου την εποχή εκείνη, και με παρακάλεσε να του κάνω μια χάρη, να αναλάβω τον Κώστα Κεντέρη. Γνώριζα για τον Κώστα ελάχιστα πράγματα –η μοναδική μου επαφή μαζί του ήταν σε ένα Μπρούνο Τζάουλι, όταν τον είχα δει να τρέχει στο προθερμαντήριο και του είπα ότι τρέχει σε λάθος κλίση και επιβαρύνει το σώμα του. Ομως μου άρεσε ως αθλητής, ήταν δυνατός, με καλά χαρακτηριστικά και, από ό,τι ενημερώθηκα, σκυλί στις προπονήσεις. Ετσι απάντησα στον Σωκράτη: «Να του πεις ότι τον θέλω υπό έναν όρο. Αν έρθει εδώ, θα ξεχάσει τα 400 μ. και θα επικεντρωθεί αποκλειστικά στα 200 μ. Την επόμενη ημέρα με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι έρχεται…».
Τα πράγματα στην Αθήνα είναι ζόρικα. Ο Τζέκος θυμάται: «Οι προπονήσεις ξεκινούσαν στις εννιά το πρωί και με ένα διάλειμμα το μεσημέρι ολοκληρώνονταν αργά το βράδυ. Μόλις είχα τελειοποιήσει ένα πειραματικό μοντέλο προπόνησης επάνω στον Γιώργο Παναγιωτόπουλο και ο Κώστας ήρθε την κατάλληλη στιγμή».
Η Ρούλα Βλασσοπούλου, ρεπόρτερ στίβου στην «Αθλητική Ηχώ» στα τέλη του 2000, θυμάται: «Λίγες ημέρες πριν από το Σίδνεϊ τον είχα ρωτήσει για τους στόχους του στους Αγώνες και δίχως να το σκεφτεί μου είχε πει: «Γιατί να μην πάρω ένα μετάλλιο;». Ασυναίσθητα, γελάσαμε και οι δύο. Αμέσως ο Κώστας προσπάθησε να το μαζέψει. Και όμως αυτός μέσα του το πίστευε…».
Υπό τις οδηγίες του Τζέκου, ο Κώστας Κεντέρης θα πετύχει απίστευτους χρόνους. Το χρυσό μετάλλιο στο Σίδνεϊ θα ακολουθήσουν η πρώτη θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Εντμοντον το 2001 και η νίκη του στο Ευρωπαϊκό του Μονάχου με το εξωπραγματικό πανελλήνιο ρεκόρ 19.85! «Αν αυτός ο χρόνος είχε σημειωθεί σε υψόμετρο όπως του θρυλικού ιταλού ρέκορντμαν Πιέτρο Μενέα, τότε ο Κεντέρης θα ήταν ο ρέκορντμαν Ευρώπης…» λέει ο Τάσος Παπαχρήστου, ένας από τους παλαιότερους ρεπόρτερ στίβου στην Ελλάδα και εξαιρετικός γνώστης του κλασικού αθλητισμού.
Το πρώτο σκάνδαλο
Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Μονάχου, όμως, έμελλε να αποτελέσει την αρχή του τέλους για τον Κεντέρη. Το 2003 ξεσπά το σκάνδαλοαναβολικών της BALCO, απλώνοντας τη βαριά σκιά του μέχρι την Ελλάδα. Ο Κώστας Κεντέρης, παρ’ ότι μετά το Σίδνεϊ έχει εισπράξει μεγάλη συμπάθεια από τη διεθνή σκηνή, στην πορεία αρχίζει να «ενοχλεί» την Παγκόσμια Ομοσπονδία. Ο λόγος, σύμφωνα με την Τάσο Παπαχρήστου, είναι «η απουσία του από τα διεθνή μίτινγκ. Εχοντας σημειώσει πλήθος σημαντικών επιτυχιών, ηIAAFπερίμενε να τον εκμεταλλευθεί ως ένα δυνατό εμπορικό προϊόν. Ο Κώστας, όμως, χωρίς να φέρει ευθύνη τόσο ο ίδιος, προτίμησε τη λογική των λίγων αγώνων. Κοινώς, είχαν έναν σπουδαίο πρωταθλητή, αλλά δεν κέρδιζαν τίποτε από αυτόν. Αυτό δημιούργησε προστριβές και εξ όσων γνωρίζω έγιναν και κάποιες συστάσεις. Το πρόβλημα είναι ότι στο εξωτερικό δεν μπορούσε να γίνει κατανοητό πλήρως το ελληνικό μοντέλο αθλητισμού και η σχέση με το κράτος. Δηλαδή, ότι ο Κώστας δεν είχε ανάγκη να τρέχει σε μίτινγκ και να αναλώνεται, του αρκούσε να κερδίζει τους μεγάλους αγώνες και να εξασφαλίζει τα μπόνους των συμβολαίων του και των κρατικών επιχορηγήσεων». Ο Χρήστος Τζέκος λέει σήμερα στο ΒΗmagazino: «Ηταν λάθος μου που δεν κατέβαζα τον Κώστα και την Κατερίνα στα μίτινγκ. Δεν καταλάβαινα τότε ότι έτσι στοχοποιούνταν και εκτρέφονταν υπόνοιες, πίστευα ότι τους προστάτευα από το να ξοδεύονται σε κούρσες άνευ σημασίας. Να φανταστείς, το κασέ του Κώστα ήταν 30.000 δολάρια ο αγώνας».
Η στιγμή της εξαφάνισης
Λίγο καιρό πριν από τους Αγώνες της Αθήνας και ενώ ένα κυνήγι με την Παγκόσμια Υπηρεσία Αντιντόπινγκ (WADA) έχει φουντώσει (με αποκορύφωμα την εποχή που έψαχναν τους Τζέκο, Κεντέρη και Θάνου στο Λουτράκι όπου είχαν δηλώσει ότι βρίσκονται, αλλά αυτοί ήταν στο Κατάρ), όλα πάνε στραβά.
Στις 12 Αυγούστου 2004, ενώ η τελετή έναρξης στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας στην οποία ο Κεντέρης θα ανάψει τη φλόγα πλησιάζει, συμβαίνει το περιστατικό για το οποίο κανείς δεν έχει μιλήσει με πλήρη ειλικρίνεια. Οι εκδοχές είναι πολλές, οι ερμηνείες περισσότερες, οι βολικές θεωρίες συνωμοσίας αμέτρητες, και η πραγματικότητα όπως έχει καταγραφεί από την ελληνική Δικαιοσύνη είναι μία: Στην προσπάθειά τους να μπουν στο Ολυμπιακό Χωριό και ενώ έχουν προηγηθεί αποτυχημένες προσπάθειες να βρεθούν για αντιντόπινγκ κοντρόλ, ο Κώστας Κεντέρης, με συνεπιβάτη την Κατερίνα Θάνου, χάνει τον έλεγχο της μηχανής του, με αποτέλεσμα να ανατραπεί, στη Γλυφάδα. Εισάγονται έπειτα από εντολή στο ΚΑΤ, ο τότε υπουργός Υγείας Νικήτας Κακλαμάνης βεβαιώνει πως «τα είδα τα παιδιά, χτύπησαν…», δεκάδες αξιωματούχοι καπνίζουν νευρικά έξω από την είσοδο του νοσοκομείου στο Μαρούσι και λίγες ημέρες μετά η ΔΟΕ κραδαίνει τις διαπιστεύσεις τους σαν λάφυρα, αποκλείοντάς τους από τους Αγώνες.
Εκτοτε ξεκινά ένα θρίλερ με θεατές ολόκληρη την υφήλιο. Ο δημοσιογράφος Τάσος Παπαχρήστου, ο οποίος τότε εργαζόταν στο γραφείο Τύπου της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, εξηγεί στο ΒΗmagazino: «Ξέρω καλά από πηγές ότι η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ήθελε να λυθεί το θέμα Κεντέρη – Θάνου εσωτερικά. Να τιμωρηθούν, να μην αγωνιστούν, οτιδήποτε, αλλά να μην πάρει το θέμα διεθνείς διαστάσεις. Αλλωστε, ποτέ στην ιστορία των Αγώνων δεν είχαν βρεθεί θετικοί αθλητές της διοργανώτριας χώρας. Ομως, τόσο οι κακοί χειρισμοί εντός του Ολυμπιακού Χωριού όσο και οι συμβουλάτορες που αναμείχθηκαν στην υπόθεση έφεραν τελικά τα γνωστά αποτελέσματα».
Οι διαπιστεύσεις αφαιρούνται από τους δύο αθλητές, οι οποίοι στο μεταξύ πήραν εξιτήριο από το ΚΑΤ και η δίκη του Κώστα Κεντέρη και της Κατερίνας Θάνου πραγματοποιείται σε δύο επίπεδα: τόσο στο Αθλητικό Δικαστήριο της Λωζάννης όσο και στα ποινικά εντός της χώρας. Θα χρειαστεί να περάσουν έξι χρόνια και έξι αναβολές έως ότου αθωωθούν τελικά και παράλληλα έρθουν σε συμβιβασμό με τη Διεθνή Ομοσπονδία Κλασικού Αθλητισμού. Η σκληρή διαδικασία θα κλονίσει ψυχολογικά τον Κεντέρη. Με τα χρόνια, οι εμφανίσεις του γίνονται όλο και πιο σπάνιες. «Τελευταία φορά που τον είδα σε στάδιο ήταν το 2007, στον Αγιο Κοσμά…» θυμάται η δημοσιογράφος του κλασικού αθλητισμού Ρούλα Βλασσοπούλου. «Καθόταν μόνος του στην κερκίδα και παρακολουθούσε ανέκφραστος τους αγώνες».
Πού βρίσκεται τώρα;
Πριν από λίγα χρόνια, λεγόταν πως ο Κώστας Κεντέρης ζούσε μόνιμα στη Γαλλία, για προσωπικούς λόγους. Η σταθερή του βάση, πάντως, είναι στο Μικρό Πάπιγκο, στα Ζαγοροχώρια, μαζί με τη γυναίκα και τα δύο παιδιά του. Εχει απομονωθεί και παρά τις προσπάθειες του ΒΗmagazino να κάνει δηλώσεις, τόνισε πως δεν επιθυμεί να μιλήσει. Στο χωριό δραστηριοποιείται σε μια πολυτελή ξενοδοχειακή μονάδα, το «Μικρό Πάπιγκο 1700», το οποίο ανήκε στην οικογένεια της συζύγου του και εκείνος βοήθησε στην επέκτασή του. Το 2011, όταν η ελληνική πολιτεία αποφάσισε να καλέσει στην υπηρεσία τους τους ολυμπιονίκες που είχαν πάρει τιμητική θέση στις Ενοπλες Δυνάμεις, πήρε την απόφαση να παραιτηθεί των προνομίων και των υποχρεώσεών του.
Πλέον έχει απομονωθεί και δεν επιθυμεί να μιλήσει. «Σίγουρα υπάρχουν και καλοί δημοσιογράφοι, αλλά μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά» εξηγεί ο γνωστός δεκαθλητής Μάκης Κορκίζογλου, για να δικαιολογήσει τη στάση του απέναντι στον Τύπο. Ο Κεντέρης είναι ενοχλημένος από τη στάση πολλών ανθρώπων που του γύρισαν την πλάτη. «Από τους δικούς του ανθρώπους δεν απογοητεύτηκε ποτέ. Από τους υπόλοιπους απλώς επιβεβαίωσε την υποψία του» λέει στο ΒΗmagazino η Φανή Χαλκιά. Στις ελάχιστες δηλώσεις του μιλάει για λάθη που έγιναν από όλες τις πλευρές και αναφέρει ότι εάν οι Ολυμπιακοί Αγώνες γίνονταν σε άλλη χώρα, δεν θα είχε δημιουργηθεί καν αυτό το θέμα. Οταν μιλάει πιο ελεύθερα, σκιαγραφεί συγκεκριμένα πρόσωπα που έκαναν λανθασμένους χειρισμούς, με αποτέλεσμα να μη γίνει σωστή ενημέρωση, και αιφνιδιαστικές κινήσεις που είχαν στόχο να μείνουν οι δύο πρωταθλητές εκτός αγώνων. Αλλά ποτέ on the record.
Η τελευταία φορά που συναντήθηκε με τον Τζέκο ήταν το 2009. Αρκετά συχνά, όμως, εμφανίζεται ινκόγκνιτο και βιαστικός στην Αθήνα καθώς επιχειρηματικές υποχρεώσεις και διάφορες εκκρεμότητες που έχουν να κάνουν με την παροχή βοήθειας σε φιλική οικογένεια τον αναγκάζουν να θυμηθεί τα παλιά του λημέρια. «Σημαντικό ρόλο στην επιλογή (σ.σ.: της απομόνωσης) δεν έπαιξε μονάχα η δίκη, αλλά και η εν ψυχρώ δολοφονία του κουμπάρου και αδελφικού φίλου του, δημοσιογράφου Σωκράτη Γκιόλια. Αυτό το γεγονός τον διέλυσε ψυχολογικά. Ενιωσε την ανάγκη να φύγει μακριά απ’ όλους και απ’ όλα» λέει ο φίλος του Γιώργος Θεοδωρίδης.
Το σώμα του, 13 χρόνια μετά, δεν θυμίζει τον καλογυμνασμένο φιναλίστ του Σίδνεϊ, αλλά πολλές φορές ακολουθεί τους τουρίστες που επισκέπτονται το Πάπιγκο και ασχολείται με τα σπορ του βουνού, ενώ στο παρελθόν είχε αδυναμία και στο ράφτινγκ. «Κάνει τζόγκινγκ ή παίζει λίγο μπάσκετ, αλλά κυρίως ασχολείται με την οικογένεια και τα παιδάκια του» λέει ο Μάκης Κορκίζογλου, ενώ η Φανή Χαλκιά προσθέτει ότι τα παιδιά του τρέχουν πάρα πολύ γρήγορα. «Ειδικά η κόρη του, από μωρό, δεν περπατούσε, έτρεχε».
Ο Κώστας Κεντέρης είναι πια 40 ετών. Δεν έχει σκοπό να μιλήσει για το τι ακριβώς συνέβη το 2004. Οποιος έχει την ευκαιρία να τον ρωτήσει εισπράττει τη σιωπή του. Παραμένει ένας αινιγματικός άνθρωπος σε μία ακόμη πιο αινιγματική ιστορία. Το μεγαλύτερο ελληνικό ταλέντο του κλασικού αθλητισμού, ο άνθρωπος που κάποτε «ήρθε για να μείνει», έχει αποφασίσει εδώ και καιρό να φύγει και να μην τον ενοχλεί κανείς.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ