Δανείζομαι την ορθογραφία του ευφυέστατου Μποστ επειδή οι δύο σπαραξικάρδιες επιστολές που έστειλαν οι συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ σε μαθητές και γονείς ζητώντας τους κατανόηση για τις αποφάσεις τους και συμπαράσταση στον χαρούμενο «αγώνα» τους, μόνο ως κείμενα χιουμοριστικά μπορούν να εκληφθούν, χωρίς ωστόσο να προκαλούν την παραμικρή ευφροσύνη.
Δεν είναι σωστό να προβαίνει κάποιος σε χαρακτηρισμούς (έστω και κειμένων), χωρίς να έχει τον χώρο και τον χρόνο να τους δικαιολογήσει, αλλά τολμώ να πω ότι σπάνια έχω διαβάσει γραπτά τόσο άστοχα από πλευράς πολιτικής και ιδεολογικής (είναι κείμενα «πολιτικά ανορθόδοξα», όπως λέγεται) και τόσο κακογραμμένα, από όπου δεν λείπουν ούτε ανορθογραφίες.
Η πρώτη επιστολή απευθύνεται στους Έλληνες μαθητές, όμως για να φανεί το πολυπολιτισμικό πνεύμα της ΟΛΜΕ, εκτός από τις ονομαστικές προσφωνήσεις «Μαρία, Γιάννη κλπ», προσφωνούνται επίσης ονομαστικά ή «Ανίσα» και ο «Βλαντισλάβ». (Σχόλιο: καλό θα ήταν οι κύριοι της ΟΛΜΕ να διασφαλίζουν εμπράκτως τα δικαιώματα των ξένων παιδιών στα σχολεία, αντί να καταφεύγουν σε τέτοιου είδους λαθροχειρίες).
Η δεύτερη επιστολή απευθύνεται στους γονείς, όπου με μια σειρά ρητορικών ερωτημάτων του τύπου «ποιος μπορεί να κάνει μάθημα κάτω από αυτές τις συνθήκες κ.λ.π.) οι συντάκτες προσπαθούν να δικαιολογήσουν όσα δεν μπόρεσαν να δικαιολογήσουν δεκαετίες τώρα. Τα ρητορικά τους ερωτήματα είναι έωλα, και τα επιχειρήματά τους τετριμμένα, ώστε απορεί κανείς για την αφέλειά(;) τους που είναι σα να παραδέχονται πως δεν έχουν δει κανένα από όλα αυτά τα υπαρκτά προβλήματα μέσα σε τόσους γλυκούς Σεπτέμβρηδες… Θα παραμείνουμε, ωστόσο, για λόγους ειδικού ενδιαφέροντος, στην πρώτη επιστολή. Προς τους Μαθητές, ημεδαπούς και αλλοδαπούς.
Η επιστολή έχει τη μορφή μιας χαλαρής έκθεσης ιδεών που περιλαμβάνει πάνω κάτω τα εξής. Μέχρι και πέρυσι «οι μέρες του Σεπτέμβρη ήταν για όλους μας(;) μια (sic) γλυκιά επιστροφή στο σχολείο». Όμως ξαφνικά, «τούτο τον Σεπτέμβρη» άλλαξαν όλα. «Έκλεισαν σχολεία, και όσα έμειναν προσπαθούν να τα μετατρέψουν σε εξεταστικά κάτεργα». «Αποφάσισαν να διαλύσουν το Δημόσιο Σχολείο, να το μετατρέψουν σε μια άχρωμη και σκληρή επιχείρηση, που θα χωράει (sic) μόνο τα παιδιά των λίγων». «Θελουν νά τσακίσουν τη Νιότη σου» (Γιάννη, Μαρία), «θέλουν να σε διώξουν απ’ το Σχολείο ώστε να γίνεις ένας «φθηνός» ανειδίκευτος εργαζόμενος». «Σχεδιάζουν μια σχολική ζωή άχαρη και δυσάρεστη με πιο πολλά παιδιά στα τμήματα και τα εργαστήρια, με λιγότερους καθηγητές να τρέχουν πελαγωμένοι από σχολείο σε σχολείο». «Έχτισαν (sic) έναν ασφυκτικό πειθαρχικό κώδικα που μας θέλει άβουλα ανθρωπάκια που θα σου «κάνουν το μάθημα» (sic) και δεν θα νοιάζονται για τίποτε παραπέρα». Επομένως, καταλήγει η επιστολή, αυτή τη στιγμή γίνεται μάχη. «Αυτή τη μάχη ή θα την κερδίσουν οι πολιτικές της Τρόικα και της κυβέρνησης που την υπηρετεί και θα επιβάλλουν (sic) την ερήμωση και τη δυστυχία ή θα την κερδίσουμε εμείς, ανοίγοντας το δρόμο για το σχολείο του μέλλοντος, για μια δημιουργική και ελεύθερη ζωή για όλους. Εμείς, οι καθηγητές και οι καθηγήτριές σου, σου (sic) ζητάμε να σταθείς στο πλάι μας, να προσθέσεις την αποφασιστικότητά σου στη δική μας και να γίνεις μέρος του τεράστιου λαϊκού ποταμιού που θα γεμίσει τους δρόμους της χώρας και θα νικήσει! Με αγάπη κλπ».
Η ιδεολογική και πολιτική αστοχία αυτής της επιστολής (πέρα από την εκφραστική και γραμματική κακομοιριά της) θα μπορούσε όντως να χαρακτηρισθεί ως φτηνό μελόδραμα (κλαις και μαζί γελάς). Όμως ούτε θα ενοχλούσε, ίσως, το γεγονός ότι λειτουργοί της ΜΕ (αυτό σημαίνει ΟΛΜΕ) ξεπατικώνουν «ιδέες» από παλιά και σύγχρονα κομματικά κιτάπια. Τόσο καταλαβαίνει ο καλός συνδικαλιστής, τόσα αντιγράφει. Είναι όμως απαράδεκτο γεγονός να εμπλέκουν οι δάσκαλοι τους μαθητές τους (τον 12χρονο Γιαννη, την 14χρονη Μαρία ή την 17χρονη Ανίσα) σε φτηνιάρικα συνδικαλιστικά και κομματικά παιγνίδια.
Ποτέ δεν πιστέψαμε πως το αρμόδιο Υπουργείο έδειξε έστω και στοιχειώδη σοβαρότητα στα μεγάλα, διαχρονικά προβλήματα της Παιδείας. Οι κατά καιρούς εξαγγελίες για «μεταρρύθμισες» και λοιπά, υπήρξαν πρόχειρες, κομματικά χρωματισμένες και τελικά καταστεπτικές (θυμηθείτε τις πασοκικές και νεοδημοκράτικες εκπαιδευτικές «πρωτοβουλίες»).
Απέναντι λοιπόν σε αυτή τη χρόνια ανικανότητα του Υπουργείου να δώσει λύσεις ορθολογικές, σηκώνονται σήμερα τα μίζερα πολιτικάντικα «οράματα» μιας αργοκίνητης ΟΛΜΕ, που είδε ξάφνου την απάτη και τον χαλασμό. Έτσι αποφάσισε, ως απατημένος καλός σύζυγος ή ως απατημένη καλή σύζυγος να πάρει με το μέρος του/της τα «παιδιά». «Εγώ είμαι καλός/καλή. Αυτός/ή είναι που φταίει». Πρόκειται για παντελώς αντιδεολογική και ανήθικη, θα λέγαμε, στάση που δεν ταιριάζει σε δασκάλους. Αυτό και καταγγέλλουμε.
* Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας