Το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) είναι ένα από τα πιο φιλόδοξα έργα που έχουν γίνει ποτέ στη χώρα μας. Ενα έργο το οποίο περιλαμβάνει την κατασκευή και τον πλήρη εξοπλισμό νέων κτιριακών εγκαταστάσεων για την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος και την Εθνική Λυρική Σκηνή, καθώς και τη δημιουργία του πρωτοποριακού βιοκλιματικού Πάρκου Σταύρος Νιάρχος, συνολικής έκτασης 170.000 τ.μ., σε ένα συγκρότημα που βρίσκεται υπό ανέγερση στο Φαληρικό Δέλτα. Πρόκειται για μια δωρεά ύψους 566 εκατ. ευρώ εκ μέρους του ιδρύματος, το οποίο προσέλαβε έναν από τους πιο επιφανείς αρχιτέκτονες του κόσμου, τον Ρέντσο Πιάνο, για τον σχεδιασμό του. Το κέντρο αναμένεται να έχει πολλαπλή συμβολή στον πολιτισμό, στην οικονομία και στο περιβάλλον, ενώ, μόλις ολοκληρωθεί, θα παραδοθεί στο ελληνικό δημόσιο.
Το ΒΗmagazino συνάντησε τον Ιωάννη Τροχόπουλο, γενικό διευθυντή και διευθύνοντα σύμβουλο του οργανισμού Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και συνομίλησε μαζί του για το όραμα πίσω από τους αριθμούς, τους εκπαιδευτικούς στόχους του κέντρου, καθώς και τον ρόλο της δημόσιας βιβλιοθήκης στον 21ο αιώνα. Ο κ. Τροχόπουλος είναι ειδικός σε θέματα βιβλιοθηκών και πρώην διευθυντής της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας. Είναι κάτοχος πτυχίου Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μεταπτυχιακού διπλώματος M.Lib από το Πανεπιστήμιο της Ουαλλίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τον Αύγουστο του 2010 τού απονεμήθηκε το βραβείο Access to Learning του Ιδρύματος Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς για λογαριασμό της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας. Ανέλαβε τη διεύθυνση του Κέντρου Πολιτισμού από την 1η Ιουνίου του 2012.
Κύριε Τροχόπουλε, σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι εργασίες ανέγερσης του κέντρου;
«Στο τέλος Σεπτεμβρίου θα ολοκληρωθεί η θεμελίωση όλων των κτιρίων και η κατασκευή του λόφου, ο οποίος θα έχει τελικό ύψος γύρω στα 35 μέτρα. Περίπου προς το τέλος Νοεμβρίου θα γίνει η φύτευση των πρώτων δέντρων και μετά θα συνεχιστεί η δόμηση επάνω στα θεμέλια των κτιρίων. Το έργο θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 2015 και μετά μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα, το πολύ έξι μηνών, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους δύο φορείς, τη Λυρική Σκηνή και την Εθνική Βιβλιοθήκη, να οργανώσουν τη μετάβασή τους στους νέους χώρους».
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ένα τόσο φιλόδοξο έργο;
«Οσο ενδιαφέρον κι αν είναι το κτιριακό συγκρότημα που χτίζεται, όσο πρωτότυπος κι αν είναι ο συνδυασμός της Λυρικής με τη Βιβλιοθήκη και ένα Πάρκο, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εστιάζεται στον τρόπο παροχής υπηρεσιών: πώς οι υπηρεσίες αυτές θα προσελκύσουν το κοινό, την κρίσιμη μάζα, πώς το κέντρο θα συνδεθεί με την ποιότητα ζωής των ανθρώπων και κατά πόσο θα καλύψει ανάγκες που τώρα δημιουργούνται –ανάγκες, οι οποίες, λόγω της ιδιαίτερης οικονομικής κατάστασης που συνθλίβει τους ανθρώπους, παρουσιάζονται αυξημένες».
Ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι βασικές ανάγκες των ανθρώπων;
«Η διά βίου μάθηση, οι δεξιότητες που χρειάζεται να αποκτήσει ο κόσμος προκειμένου να επιβιώσει σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Χρειάζονται χώροι στους οποίους θα έχουν εύκολη και άμεση πρόσβαση, ώστε να πειραματίζονται και να μπορούν να αποκτούν νέες δεξιότητες. Δίνουμε μεγάλη βαρύτητα στις δεξιότητες που θα πρέπει να διαθέτει το προσωπικό το οποίο θα παρέχει υπηρεσίες από τη μία, και στις δεξιότητες που θα μπορεί να αποκτήσει το κοινό από την χρήση των χώρων αυτών, από την άλλη. Αυτό είναι το κομμάτι της εκπαίδευσης που δεν μπορεί πλέον να παρέχεται μόνο μέσω της επίσημης Παιδείας, επειδή η κοινωνία είναι τόσο πολύπλοκη, ώστε η τυπική εκπαίδευση συνιστά δυστυχώς πλέον μόνο ένα μικρό κομμάτι της συνολικής εκπαίδευσης που χρειάζεται ο άνθρωπος. Προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολιζόμαστε τώρα, με τη νέα μορφή που θα πάρει η Εθνική Βιβλιοθήκη».
Ποια μορφή οραματίζεστε για την Εθνική Βιβλιοθήκη του 21ου αιώνα;
«Αυτή τη στιγμή η Εθνική Βιβλιοθήκη υπολειτουργεί και αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί κανέναν: όχι μόνο την πολιτεία, που την έχει εγκαταλείψει, αλλά ούτε τον πνευματικό κόσμο ούτε την Κοινωνία των Πολιτών. Δεν υπάρχει δημόσιος διάλογος. Για ποιον λόγο δεν έχουμε, φέρ’ ειπείν, εθνική βιβλιογραφία τα τελευταία δέκα χρόνια; Τι σημαίνει αυτό; Με την αμεριμνησία που μας διακατέχει θα μπορούσε σε 50 χρόνια να μην υπάρχει τίποτα, καμία καταγραφή της τωρινής πνευματικής δημιουργίας… Το ίδρυμα, πριν ακόμη από τη δική μου ανάμειξη, αποφάσισε να δημιουργήσει μέσα στην Εθνική Βιβλιοθήκη και μία δημόσια βιβλιοθήκη. Αυτή θα αποτελεί κομμάτι της Εθνικής Βιβλιοθήκης, δεν θα είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, θα ανήκει πάλι στο υπουργείο Παιδείας και θα βρίσκεται στον ισόγειο χώρο του κτιρίου. Θα καταλαμβάνει 7.000 τ.μ. και θα είναι η μεγαλύτερη δημόσια βιβλιοθήκη στην Ευρώπη από απόψεως επιφάνειας ενός ορόφου. Θα είναι δανειστική και επ’ αυτού αξίζει να σημειωθεί ότι κανένας δεν αναρωτήθηκε ως τώρα γιατί η Αθήνα δεν έχει μία δημόσια δανειστική βιβλιοθήκη».
Αυτό τι σημαίνει; Οτι ο κόσμος δεν διαβάζει; Οτι δεν ενδιαφέρεται;
«Ο κόσμος διαβάζει πολύ. Στη Βιβλιοθήκη της Βέροιας έχουμε 20.000 δανεισμούς τον μήνα. Εγώ πιστεύω ότι αν σε τρεις περιοχές της Αθήνας άνοιγαν τώρα τρία μικρά παραρτήματα, θα είχαμε 3.000 δανεισμούς την ημέρα. Και τότε ο κόσμος θα αναρωτιόταν «μα πως ζούσαμε ως τώρα χωρίς βιβλιοθήκη;»».
Φαίνεται πως έχετε μια σχέση πάθους με τις βιβλιοθήκες. Πώς ξεκίνησε; Περιγράψτε μας την εμπειρία της Βέροιας, όπου ήσασταν διευθυντής της βιβλιοθήκης της πόλης επί 27 χρόνια…
«Το ελληνικό κράτος, μετά τον πόλεμο, ακολουθώντας το πρότυπο της Δανίας, δημιουργεί ένα σύστημα βιβλιοθηκών και σχεδόν κάνει κόπια του δανέζικου νόμου, με μικρές αλλαγές. Η πρωτοβουλία επέτρεψε τη δημιουργία βιβλιοθηκών σε πρωτεύουσες νομών –έτσι συνέβη και στη Βέροια. Ηταν ένα σύστημα που δεν είχε καμία κατεύθυνση, αλλά έδωσε τη δυνατότητα στους κατοίκους μιας μικρής πόλης όπως η Βέροια, λόγω της φιλοτιμίας και της εργατικότητάς τους, να συντηρήσουν μια βιβλιοθήκη που προσελκύει κόσμο. Ετσι κι εγώ, ήμουν ένας φοιτητής που χρησιμοποιούσε τους χώρους της βιβλιοθήκης για να διαβάζει, κι αυτό μου έδωσε την έμπνευση να πάω στο εξωτερικό, να σπουδάσω για τις βιβλιοθήκες, να αντιληφθώ πόσο σημαντικός είναι ο χώρος των βιβλιοθηκών για τη μάθηση και να επιστρέψω, να αναλάβω τη θέση του διευθυντή και να φτιάξω ένα πλάνο για το πώς θα δημιουργήσουμε ένα επίπεδο υπηρεσιών που θα προσελκύσει τον κόσμο».
Ποιος μπορεί να είναι ο εκπαιδευτικός ρόλος μιας σύγχρονης βιβλιοθήκης; Πώς μπορεί να βοηθήσει τους νέους;
«Με προβλημάτισε πολύ τι χώρους θα δημιουργήσουμε στη νέα βιβλιοθήκη του ΚΠΙΣΣ. Οι βιβλιοθήκες δεν θα είναι ποτέ πια όπως ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Το ίδρυμα πήρε την απόφαση να φτιάξει μια δανειστική βιβλιοθήκη, να συνδέσει την έρευνα με την επιστήμη. Το ίδρυμα θέλει να δώσει την ευκαιρία σε νέα παιδιά να πειραματιστούν, να τους εξασφαλίσει το περιβάλλον που θα φιλοξενήσει τις προσπάθειές τους μέχρι να φτάσουν στο σημείο που κάποιος θα τους προσέξει, θα τους δώσει δουλειά κ.ο.κ. Στο ισόγειο της Βιβλιοθήκης φτιάχνουμε έναν χώρο όπου θα μπορεί κανείς να ηχογραφήσει μουσική, ένα recording studio. Εχει και η Λυρική ένα, αλλά είναι για τους επαγγελματίες, ο δικός μας χώρος θα είναι ημιεπαγγελματικός, άψογος: θα δίνεται σε μια μπάντα ερασιτεχνών μουσικών, θα τους λέμε «πάρτε το κλειδί, να και οι κανόνες χρήσης του χώρου, δουλέψτε». Δημιουργούμε, επίσης, χώρους σεμιναρίων για 3-D printing και για πολλές άλλες εκπαιδευτικές δράσεις, για όλες τις ηλικίες. Ενα μεγάλο κομμάτι θα είναι δωρεάν κι ένα άλλο μεγάλο κομμάτι θα εξαρτηθεί από το πόσο οι ομάδες θα αξιοποιούν τους χώρους».
Με ποιους τρόπους θα ωφεληθεί η Λυρική από τη μεταστέγασή της σε νέες, σύγχρονες εγκαταστάσεις;
«H Λυρική ήδη ανοίγεται στο ευρύτερο κοινό, παρέχει δωρεάν είσοδο στους ανέργους, κάνει την Οπερα της Βαλίτσας, συνεργάζεται με τα σχολεία, προσπαθεί να ξεφύγει από την παραδοσιακή λειτουργία μιας όπερας, να έρθει σε επαφή και με πιο νεανικό κοινό. Αυτό είναι ακόμη στην αρχή του. Θα μπορέσει να μετεξελιχθεί χάρη στην τεράστια επένδυση, η οποία της δίνει αυτή την προοπτική. Για να μετεξελιχθεί ένας οργανισμός χρειάζεται κατ’ αρχάς ένα πιο υγιές περιβάλλον: υγιές από άποψη καινοτομίας, δημιουργικότητας, και αυτό το περιβάλλον να αντέξει μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον που δεν είναι υγιές, αλλά ασφυκτικό. Αν το νέο περιβάλλον που φτιάχνουμε αντέξει και λειτουργήσει, αυτό αμέσως θα προσελκύσει τις δημιουργικές δυνάμεις».
Σε ποια κοινωνικά στρώματα θα απευθύνεται το κέντρο; Θα είναι προσβάσιμο σε όλες τις κοινωνικές ομάδες;
«Το σημαντικό δεν είναι μόνο η βιβλιοθήκη ως κτίριο, αλλά τι είδους υπηρεσίες θα προσφέρει: θα έχει καμία σχέση με τους ανθρώπους που ζουν στο Φάληρο, στην Καλλιθέα, στο Μοσχάτο, στη Νέα Σμύρνη; Σε ποιον βαθμό θα επηρεάσει τον Δήμο της Αθήνας, ο οποίος δεν έχει σήμερα βιβλιοθήκη; Στη Βέροια, όλοι οι επισκέπτες της βιβλιοθήκης (περίπου 1.000 άτομα ημερησίως) είναι τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και ο πνευματικός κόσμος δεν με απασχόλησαν ποτέ στη στρατηγική μου και θα έλεγα ότι εκ των πραγμάτων φαίνεται πως ούτε και εκείνους τους απασχολεί η χώρα αυτή που δημιουργούμε. Επιμένω πως αν καταφέρεις να λειτουργήσεις σε ένα ασφυκτικό και εχθρικό περιβάλλον, αυτό είναι ελπιδοφόρο. Στη Βέροια, ενώ καταρρέει η υπόλοιπη πόλη, η βιβλιοθήκη έχει μια εντελώς διαφορετική πορεία. Ο κόσμος δεν έχασε τη δυνατότητα να προσελκύεται από αυτό που φανερώνει δυναμισμό και δημιουργικότητα».
Ποια είναι η μέθοδος που ακολουθείτε στη λήψη αποφάσεων; Ποια είναι η βασική προτεραιότητά σας;
«Μία από τις βασικές προτεραιότητές μας είναι να δημιουργηθεί ένας πυρήνας, μια κυψέλη για την κοινότητα και την κοινωνία. Στη συνέχεια, άλλη προτεραιότητα είναι η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας και των νέων μέσων. Χρησιμοποιώ τις γνώσεις των ειδικών για την υλοποίηση αυτού του οράματος, εγώ προσπαθώ μόνο να βρω την ανθρώπινη διάσταση, τη γνησιότητα. Αν δεν πιστεύουμε στους ανθρώπους, αν δεν πιστεύουμε ότι είναι άξιοι, ότι θέλουν να μάθουν και να βελτιωθούν, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, γιατί τότε θα ασχοληθούμε με ένα πολύ μικρό κομμάτι του ευρύτερου κοινού που δεν θα δικαιολογεί όλη αυτή τη δαπάνη χρόνου και χρήματος που γίνεται εδώ».
Αυτό είναι και το όραμα του ιδρύματος;
«Φυσικά, γι’ αυτό υποθέτω ότι επέλεξαν εμένα, είπαν «να ένας άνθρωπος που το κατάφερε κάπου (στη Βέροια), άρα μπορεί να το καταφέρει και στην Αθήνα». Το μέγεθος του έργου με τρόμαξε στην αρχή, με την έννοια ότι, ενώ εμπεριέχει μεγάλη επικινδυνότητα αποτυχίας, αν πετύχει, μπορεί να συμβάλει στο να αλλάξει η χώρα. Οι άνθρωποι χρειάζονται παραδείγματα –και το ΚΠΙΣΝ θα είναι ένα λαμπερό παράδειγμα, αν πετύχει –και καθοδήγηση, όχι με την έννοια του κοπαδιού, αλλά του οράματος και της δημιουργίας περιβάλλοντος. Αν δεν έχεις το περιβάλλον, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα –ο άνθρωπος συμπεριφέρεται με τον χειρότερο τρόπο…».
Υπάρχει κοινός άξονας που θα συνδέει τη φιλοσοφία λειτουργίας της Λυρικής και της Βιβλιοθήκης;
«Τον περισσότερο χρόνο τον δαπανώ προσπαθώντας να δημιουργήσω από κοινού με τους ανθρώπους των δύο οργανισμών (ΕΒ και Λυρική) αυτό το υγιές περιβάλλον. Τώρα καταφέραμε, έπειτα από εννέα χρόνια που ήταν κενή η θέση του διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης, να βγάλουμε την προκήρυξη της θέσης και περίπου σε έναν μήνα θα έχουμε τον νέο διευθυντή. Αρα, εγώ θα έχω μπροστά μου δύο πιο συγκροτημένες ομάδες. Το κύρος του ιδρύματος και η σχέση που αυτό έχει με το ελληνικό δημόσιο μπορεί τουλάχιστον να διασφαλίσει ότι αυτές οι ομάδες δεν θα γίνουν αντικείμενο πελατειακών συμφερόντων. Αυτό είναι παρήγορο και σημαντικό για μένα στη συνεργασία μου μαζί τους, για να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον ασφαλές που δεν θα κινδυνεύει να χαλάσει, να υποστεί φθορές από ατυχείς επιλογές της ελληνικής πολιτείας, όταν το Κέντρο περάσει στα χέρια του Δημοσίου (αυτό θα γίνει άμα τη ολοκληρώσει του έργου). Μεγάλος ο κόπος και η απόσταση που θα διανύσουμε, προϋποθέτει να αλλάξουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι που υπηρετούν τους θεσμούς αυτούς…».
Υπάρχει κάτι που σας φοβίζει;
«Το μέγεθος του εγχειρήματος σε αφήνει άναυδο: αυτό με φοβίζει. Εγώ γενικά το μέγεθος δεν το συμπαθώ. Τα πήγα καλά στη δουλειά μου επειδή γενικά έκανα πράγματα μικρότερα από αυτά που μου έλεγαν να κάνω. Εδώ προσπαθούμε να φτάσουμε στο σημείο όπου ο μέσος άνθρωπος θα συνδεθεί και δεν θα τον απασχολεί το μέγεθος».
Υπάρχει πιθανότητα αποτυχίας;
«Ακόμη κι αν αποτύχει το εγχείρημα, ακόμη κι αν δεν υπάρξει χημεία με τις ελληνικές δυνάμεις, θα έχουμε καταβάλει μια προσπάθεια συντεταγμένη και συγκροτημένη να ορθοποδήσει η Εθνική Βιβλιοθήκη και να δημιουργηθεί το πλαίσιο το οποίο θα εξασφαλίσει ότι δεν θα βρεθεί ποτέ ξανά στην κατάσταση που είχε περιέλθει: αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο που θα έχει προσφέρει το ίδρυμα. Εγώ δεν μπορώ να επέμβω στο πώς θα μετεξελιχθεί η Λυρική, μπορώ να συνδιαλαγώ μαζί τους για το πόσο θα ανοιχθεί, πώς θα συλλάβει την όπερα στην ψηφιακή εποχή και θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Το ίδιο και με την Εθνική Βιβλιοθήκη: ακόμη και αν την κρατούσε το ίδρυμα, πάλι δεν θα μπορούσε να επιβάλει τον τρόπο λειτουργίας της. Αυτό είναι που με συνεπαίρνει, αυτή η αλληλεπίδραση που θα δημιουργήσουμε, αυτό το γόνιμο περιβάλλον: να μπορέσω να φύγω αφήνοντας πίσω μου ένα εξαιρετικό τοπίο ανθρώπων που αποδεικνύουν καθημερινά ότι οι μεγαλύτερες ανάγκες μας είναι η καλλιέργεια και η επικοινωνία. Αν αντέξω, πιστεύω ότι θα το βάλω σε αυτόν τον δρόμο…».
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ