Η ελληνική οικονομία αυτονομείται σιγά-σιγά από το προβληματικό περιβάλλον που δημιούργησε η κρίση τα τελευταία χρόνια. Σταδιακά έμαθε να δουλεύει σε καθεστώς πολλών περιορισμών και έλλειψης χρηματοδοτικών πόρων. Προσαρμόστηκε, απέκτησε ευελιξίες, μείωσε το κόστος, έγινε πιο εξωστρεφής, στηρίχθηκε σε ίδιες δυνάμεις και κατέκτησε μηχανισμούς αυτοχρηματοδότησης.
Οι επιχειρήσεις που διασώθηκαν της κρίσης είναι ανταγωνιστικότερες πλέον και μπορούν να προσβλέπουν στη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών.
Είναι κοινή η πεποίθηση ότι η ελληνική οικονομία έπιασε πάτο, καθώς πληθαίνουν τα σημάδια ότι βγαίνει από τη μεγάλη ύφεση. Η πρώτη αξιολόγηση των στοιχείων από τη Στατιστική Υπηρεσία δείχνουν ότι η ανάσχεση της ύφεσης θα είναι ισχυρότερη της αναμενομένης στο τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Οι αρχικές εκτιμήσεις ήθελαν την ύφεση στο 2,7%, αλλά σύμφωνα με τις τελευταίες αξιολογήσεις μπορεί να κινηθεί κοντά στο 2%. Αν επιβεβαιωθούν οι νεότερες αυτές εκτιμήσεις τότε με βεβαιότητα θα μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική οικονομία ξεφεύγει από τον κύκλο της ύφεσης και εισέρχεται σε φάση ανάκαμψης.
Οικονομικοί εμπειρογνώμονες σημειώνουν ότι οι συνθήκες θα μπορούσαν να βελτιώνονται με μεγαλύτερη ταχύτητα αν δεν είχε ανακοπεί τον περασμένο Απρίλιο το κύμα επιστροφής των καταθέσεων που είχε ξεκινήσει το καλοκαίρι του 2012, μετά τις διπλές εκλογές. Από τότε και ως τον Απρίλιο του 2013 είχαν επιστρέψει στις τράπεζες καταθέσεις ύψους περίπου 17 δισ. ευρώ.
Εκ των οποίων μόνο 4 δισ. ευρώ προέρχονταν από καταθέσεις που είχαν διαρρεύσει στο εξωτερικό και τα υπόλοιπα προέρχονταν από ιδιωτικές εστίες αποθησαύρισης, από σεντούκια και θυρίδες.
Τα γεγονότα της Κύπρου, το εκεί κούρεμα των καταθέσεων, προκάλεσε νέο κύμα εκροής καταθέσεων και διέκοψε τον επαναπατρισμό των κεφαλαίων που είχαν φύγει από την αρχή της κρίσης. Εκτοτε παρ’ ότι επήλθε ηρεμία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι ροές κεφαλαίων προς το τραπεζικό σύστημα διεκόπησαν. Οι συνεχείς μάλιστα αναφορές –αστήρικτες στις περισσότερες των περιπτώσεων –σε νέο κούρεμα διατηρούν την αβεβαιότητα και αναστέλλουν την επιστροφή των διαφυγόντων κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες.
Με αποτέλεσμα η πιστωτική πίεση να διατηρείται και οι τράπεζες να μην μπορούν να επωφεληθούν της υγείας που απέκτησαν από την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίησή τους.
Ουσιαστικά η εκκρεμότητα με το χρέος διατηρεί ισχυρό το έλλειμμα εμπιστοσύνης της ελληνικής οικονομίας. Πολύ περισσότερο, όταν διατηρείται έντονη η συζήτηση, εντός και εκτός της χώρας, για ένα επικείμενο νέο κούρεμα, το οποίο, μετά το προηγούμενο της Κύπρου, θεωρείται ότι θα αφορά τις καταθέσεις.
Οσο και αν κάτι τέτοιο δεν στέκει, καθώς οποιαδήποτε νέα ρύθμιση θα αφορά το επίσημο χρέος που κατέχουν ευρωπαϊκές χώρες, οι πολίτες παραμένουν επιφυλακτικοί και αρνούνται να ξαναφέρουν τις αποταμιεύσεις στην Ελλάδα. Πράγμα που σημαίνει ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα πρέπει να βρει τον ταχύτερο τρόπο απεμπλοκής από αυτή την αστήρικτη φημολογία.
Οσο δεν αποκαθίστανται συνθήκες εμπιστοσύνης, οι καταθέσεις θα παραμένουν στο εξωτερικό, η ροή κεφαλαίων θα παραμένει αργή και οικονομία δεν θα έχει στη διάθεσή της χρηματοδοτικούς πόρους ικανούς να στηρίξουν μια ταχεία διαδικασία ανάκαμψης, που τόσο έχει ανάγκη η χώρα και οι πολίτες της. Είναι λοιπόν κεφαλαιώδους σημασίας η επανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Κάτι που δυστυχώς δεν έχει κατανοήσει το πολιτικό σύστημα, αφού οι παρόντες έχουν προβλήματα αξιοπιστίας και οι επερχόμενοι λένε τρέλες.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 10 Σεπτεμβρίου 2013

HeliosPlus