Μια επίθεση με πυραύλους εναντίον του Μπασάρ αλ Ασαντ είναι εύκολη. Το δύσκολο είναι να πετύχει τους στόχους της. Και δεν εννοούμε τους στρατιωτικούς. Οι πύραυλοι έχουν αρκετή ακρίβεια. Το δύσκολο στη Συρία είναι να πετύχουν τους στρατηγικούς στόχους: να δώσουν ένα μάθημα στον σύρο πρόεδρο, να μην εμπλέξουν τη Δύση στον εμφύλιο και να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ της αντιπολίτευσης. Ο Μπαράκ Ομπάμα προανήγγειλε αργά το βράδυ της Παρασκευής ότι η προεργασία για την επίθεση στη Συρία βρίσκεται στην τελική ευθεία. Βέβαιος ότι τα χημικά όπλα τα έριξε ο Ασαντ με βάση πληροφορίες από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, ο Ομπάμα δήλωσε ότι η στρατιωτική δεν είναι η μόνη λύση και απέκλεισε τις χερσαίες επιχειρήσεις. Στο ευρύτερο παγκόσμιο παιχνίδι για τη Συρία η αναμέτρηση του αμερικανού προέδρου με τον Βλαντίμιρ Πούτιν θα κορυφωθεί την Πέμπτη στο περιθώριο της συνάντησης του G20 στην Αγία Πετρούπολη.
Το καλύτερο σενάριο μιας επίθεσης με πυραύλους στη Συρία ως απάντηση στη χρήση χημικών όπλων είναι ότι θα στείλει ένα ηχηρό μήνυμα στον Ασαντ και θα τον αναγκάσει να καθήσει μια ώρα αρχύτερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τα χειρότερα σενάρια είναι περισσότερα και πιο περίπλοκα.
Αν η επίθεση είναι υπερβολικά περιορισμένης εμβέλειας –για παράδειγμα, εναντίον κυβερνητικών κτιρίων και στρατιωτικών εγκαταστάσεων -, ενδέχεται ο Ασαντ να «σφίξει τα δόντια» και να την αντέξει. Στη συνέχεια θα εμφανιστεί δυναμωμένος διότι «άντεξε μια επίθεση από τις ΗΠΑ» και ίσως απαντήσει με χειρότερα αντίποινα στην αντιπολίτευση.
Οχι κατ’ ανάγκη με χημικά όπλα. Οι εμπρηστικές βόμβες και οι ναπάλμ που κατηγορείται ότι ρίχνει στους αντάρτες μπορούν να προκαλέσουν παρόμοιο χάος αν χρησιμοποιηθούν σε ικανή ποσότητα.
Ενα άλλο σενάριο προβλέπει ότι ο Ασαντ, που έχει στο πλευρό του το Ιράν και τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, θα επιχειρήσει να διευρύνει τη σύγκρουση. Είναι μάλλον απίθανο να πείσει τη Χεζμπολάχ να απαντήσει ρίχνοντας πυραύλους στο Ισραήλ ή την Τεχεράνη να εμπλακεί ευθέως σε σύγκρουση στην περιοχή, όμως δεν αποκλείεται να προσφύγει σε ηλεκτρονικές επιθέσεις. Ο Συριακός Ηλεκτρονικός Στρατός, μια ομάδα πιστών στον Ασαντ χάκερ που έχει ήδη προκαλέσει πρόβλημα σε αμερικανικές ιστοσελίδες, αλλά και ιρανοί ειδικοί θεωρούνται ισχυροί στον κυβερνοπόλεμο.
Υπάρχει ο κίνδυνος οι αμερικανικοί πύραυλοι να πλήξουν μεν στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Ασαντ, απελευθερώνοντας όμως στην ατμόσφαιρα ακριβώς τα χημικά των οποίων τη χρήση αποσκοπούν να αποτρέψουν. Η ακόμη χειρότερη εκδοχή του σεναρίου της «απελευθέρωσης χημικών» είναι να «απελευθερωθούν» αυτά από τον Ασαντ και να καταλήξουν στα χέρια της αντιπολίτευσης, ιδίως στα χέρια των ακραίων ισλαμιστών που πολεμούν στο πλευρό της. Αυτοί δεν θα διστάσουν να τα χρησιμοποιήσουν εναντίον δυτικών στόχων στο μέλλον, αλλά ο άμεσος κίνδυνος στη Συρία είναι ότι μπορεί να τα χρησιμοποιήσουν εναντίον σουνιτών αμάχων ως προβοκάτσια και μετά να ισχυριστούν ότι τα έριξε ο Ασαντ. Κίνητρο για κάτι τέτοιο δεν έχουν μόνο οι τζιχαντιστές της αντιπολίτευσης αλλά ακόμη και οι πιο μετριοπαθείς, καθώς επιθυμούν διακαώς να εμπλακεί η Δύση στρατιωτικά στη Συρία.
Οπως έχει γίνει σαφές, οι ΗΠΑ δεν υπάρχει περίπτωση να λάβουν ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας που να τους επιτρέπει τη χρήση στρατιωτικής δράσης στη Συρία ως απάντηση για τα χημικά όπλα που έπεσαν στις 21 Αυγούστου. Οι αμερικανικοί πύραυλοι εναντίον του Ασαντ θα θεωρηθούν ευρέως στη Μέση Ανατολή, ακόμη και σε χώρες των οποίων η κοινή γνώμη δεν υποστηρίζει τον σύρο πρόεδρο, ως ακόμη μία απόδειξη της αμερικανικής ανάμειξης στην περιοχή.
Το πρόβλημα σε ένα τέτοιο σενάριο είναι ότι η «περιορισμένη και στοχευμένη» επίθεση του Μπαράκ Ομπάμα πάει περίπατο. Αν η χρήση χημικών όπλων μία φορά αποτελεί «κόκκινη γραμμή», όπως ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος είχε δηλώσει πριν από έναν χρόνο, πόσω μάλλον η χρήση τους και δεύτερη φορά. Σε αυτή την περίπτωση θα επαληθευτούν οι Κασσάνδρες που προειδοποιούν ότι η Ουάσιγκτον θα εμπλακεί για τα καλά στον συριακό εμφύλιο και αντί να λύσει το πρόβλημα θα το κάνει δικό της.
Από την επομένη των επιθέσεων ο κόσμος θα αρχίσει να διερωτάται «Και τώρα τι;» και η Ουάσιγκτον θα πρέπει να έχει μια πειστική απάντηση. Είναι αμφίβολο ότι μια τέτοια απάντηση υπάρχει. Για να είναι πειστική, πρέπει είτε να διαβεβαιώνει ότι η χρήση χημικών όπλων αποτελεί παρελθόν στη Συρία είτε ότι η περίφημη «Γενεύη 2» –δηλαδή ο δεύτερος γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών στην κρίση στη Συρία, μήνες μετά την αποτυχία του πρώτου –βρίσκεται προ των πυλών.
Η κατάσταση στη Συρία όμως είναι εξαιρετικά απρόβλεπτη. Ο εμφύλιος αυτός είχε πολλές ανατροπές στα δυόμισι χρόνια που μαίνεται –με 100.000 νεκρούς και 3 εκατομμύρια πρόσφυγες μέχρι στιγμής –και πλέον είναι τόσο περίπλοκος που είναι απίθανο ότι μερικοί πύραυλοι θα οδηγήσουν προς τη λύση του. Συγχρόνως περιπλέκεται η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, καθώς ο εμφύλιος στη Συρία οξύνει τα προβλήματα μεταξύ σουνιτών και σιιτών στη Μέση Ανατολή, και, αντίστροφα, οι εξελίξεις στην περιοχή περιπλέκουν την κατάσταση στο εσωτερικό της Συρίας.
Αντονι Ντουόρκιν, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης του European Council on Foreign Relations: «Τεράστια αβεβαιότητα για την έκβαση του εμφυλίου» «Δεδομένου ότι το 99% των θυμάτων στη Συρία δεν προκλήθηκε από χημικά όπλα, η παρούσα δημόσια συζήτηση βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος. Η Δύση χρειάζεται μια στρατηγική για τη Συρία και την περιοχή αλλά, αντίθετα, το μόνο που προσφέρει είναι μια «κόκκινη γραμμή» για τα χημικά όπλα» καταλήγει έκθεση του European Council on Foreign Relations. «Το Βήμα» μίλησε με τον Αντονι Ντουόρκιν, έναν από τους συντάκτες της έκθεσης, λίγες ώρες αφότου η βρετανική Βουλή ψήφισε να μη συμμετάσχει σε στρατιωτική δράση στη Συρία.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο ρίσκο που εμπεριέχει μια επίθεση στη Συρία;
«Δύο είναι τα μεγαλύτερα ρίσκα. Πρώτον, οποιαδήποτε χρήση στρατιωτικής δύναμης είναι απρόβλεπτη. Μπορεί να αποτρέψει τη χρήση χημικών όπλων στο μέλλον, αλλά δεν γνωρίζουμε πώς θα αντιδράσει ο πρόεδρος Ασαντ. Υπάρχει ο κίνδυνος να εμπλακούμε σε μια σειρά γεγονότων χωρίς να έχουμε σκεφθεί με σαφήνεια τι ακριβώς επιθυμούμε να πετύχουμε –μπορεί να υπάρξουν αντίποινα, ανθρωπιστικές επιπτώσεις, πρόσφυγες. Ακριβώς επειδή υπάρχει αβεβαιότητα, θα έπρεπε να είμαστε πολύ σαφείς ως προς τον σκοπό της επίθεσης.
Το δεύτερο ρίσκο είναι πως είναι λάθος να εξετάζουμε τα χημικά όπλα ανεξάρτητα από το ευρύτερο πρόβλημα στη Συρία και να χρησιμοποιούμε στρατιωτική δύναμη με πολύ περιορισμένο τρόπο και όχι ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής χειρισμού της κρίσης. Αυτό μοιάζει κοντόφθαλμο και ενέχει τον κίνδυνο να δυσχεράνει ή τουλάχιστον να καθυστερήσει προσωρινά άλλες λύσεις. Η προσέγγιση της Δύσης ως σήμερα ήταν ότι δεν υπάρχει κάποιος συνετός τρόπος να χρησιμοποιήσουμε στρατιωτική δύναμη για να προστατεύσουμε τις ζωές αμάχων στη Συρία. Δεν μου φαίνεται ότι έχει νόημα να κάνουμε μια εξαίρεση λόγω των χημικών όπλων και στη συνέχεια να προσπαθήσουμε να την εντάξουμε στην ευρύτερη πολιτική της μη επέμβασης».
Το ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν χωρίς τον μεγαλύτερό τους σύμμαχο, τη Βρετανία, αποδυναμώνει την Ουάσιγκτον;
«Οι ΗΠΑ μπορούν κάλλιστα να φέρουν εις πέρας μόνες τους μια επίθεση, όμως η απουσία της Βρετανίας περιπλέκει την κατάσταση. Δεν υπάρχει ούτε το «πράσινο φως» του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ λόγω των αντιρρήσεων Ρωσίας και Κίνας. Η άρνηση της Βρετανίας αποδυναμώνει τον πρόεδρο Ομπάμα».
Μια σύντομη και στοχευμένη επίθεση με πυραύλους θα επηρεάσει την έκβαση του εμφυλίου;
«Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα κάνει καμία διαφορά. Εξαρχής ακούγαμε ότι η επίθεση θα ήταν περιορισμένη. Είναι ασυνήθιστο για μια χώρα που προβαίνει σε στρατιωτική δράση να δηλώνει εκ των προτέρων πόσο περιορισμένες επιπτώσεις είναι σχεδιασμένη αυτή να έχει. Απλώς στέλνει ένα μήνυμα για τα χημικά όπλα. Πιθανώς να αποτρέψει τη μελλοντική χρήση τους, αλλά, όπως είδαμε από φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν την Πέμπτη από τις εμπρηστικές βόμβες που έπληξαν σχολείο, συμβαίνουν πολλά τρομερά πράγματα στη Συρία. Δεν πιστεύω ότι η επίθεση θα έχει ευρύτερο αντίκτυπο στην πορεία του εμφυλίου. Και αν έχει, δεν γνωρίζουμε αν θα είναι θετικός ή αρνητικός. Υπάρχει τεράστια αβεβαιότητα για τη μεγαλύτερη εικόνα, η οποία διαφεύγει στους ηγέτες της Δύσης».
Πιστεύετε ότι ο πρόεδρος Ομπάμα βιάστηκε να μιλήσει πριν από έναν χρόνο περί «κόκκινων γραμμών» όσον αφορά τη χρήση χημικών όπλων στη Συρία;
«Γενικώς υπάρχει μια διεθνής απέχθεια προς τη χρήση χημικών όπλων. Πολλά είναι απεχθή στον πόλεμο, αλλά τα χημικά όπλα είναι ευκολότερο να τα ξεχωρίσουμε και να τα υποδείξουμε ως «κόκκινη γραμμή». Πιστεύω όμως ότι όσα εκτυλίσσονται σήμερα είναι αποτέλεσμα εκείνης της δήλωσης του Ομπάμα. Αυτή έκανε τη δράση αναπόφευκτη. Η αξιοπιστία τέτοιων απειλών έχει σημασία. Ολοι περιμένουν την πραγματοποίησή τους και αυτό βάζει τις ΗΠΑ στη θέση να προχωρήσουν σε επίθεση χωρίς ευρύτερο σχέδιο για το τι προσδοκούν να πετύχουν –το οποίο είναι ατυχές».