Αφορμή και συνάμα σημείο αναφοράς στο προκείμενο Μονοτονικό είναι τα δύο δημοσιογραφικά κείμενα του Σταύρου Ψυχάρη που επανακυκλοφόρησαν τον περασμένο Ιούλιο συναρτημένα ως προσφορά στο «Βήμα της Κυριακής». Το πρωιμότερο εμφανίστηκε σε πρώτη μορφή το 1975 υπό τον τίτλο Τα παρασκήνια της Αλλαγής: Ιούλιος 1974. Το οψιμότερο, με την επιγραφή Οι μνηστήρες της εξουσίας στο παιχνίδι της αλήθειας, είδε το φως της δημοσιότητας το 1977. Συντομογραφούνται εφεξής τα περιεχόμενά τους.
Στα Παρασκήνια της Αλλαγής προτάσσονται τρεις Πρόλογοι (ο δεύτερος είναι του Παναγιώτη Κανελλόπουλου) και η Εισαγωγή του συγγραφέα. Ο κορμός μοιράζεται σε έξι Μέρη και ένα Παράρτημα. Ενδεικτικώς αντιγράφεται ένας απροκάλυπτος μεσότιτλος από κάθε Μέρος: «Ιωαννίδης και Αμερικανοί», «Οι αόρατοι συνεργάτες», «Η Κύπρος δολοφονείται», «Η χούντα καταρρέει», «Ο Ευάγγελος Αβέρωφ θυμάται». Στο Παράρτημα δημοσιεύονται επιστολές και απόρρητες εκθέσεις των: Μακαρίου προς Γκιζίκη, Αντιπτέραρχου Αλεξάνδρου Παπανικολάου, Αραπάκη και Ν. Μακαρέζου. Επονται το επίμαχο «Τελεσίγραφο» διακοσίων πενήντα αξιωματικών του Γ’ Σώματος Στρατού και οι υποχρεωτικές «Συνθήκες συμμαχίας και εγγυήσεως για την Κύπρο».
Ψυχραιμότερο εξ αντικειμένου το δεύτερο πόνημα συντάσσει (μετά τον Πρόλογο και την Εισαγωγή του συγγραφέα) επτά αποκαλυπτικές συνομιλίες. Σε αλφαβητική σειρά με τους: Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα, Ηλία Ηλιού, Γεώργιο Μαύρο, Παναγή Παπαληγούρα, Ανδρέα Παπανδρέου, Γεώργιο Ράλλη και Χαρίλαο Φλωράκη.
Από τη λειψή έστω αυτή παράθεση Περιεχόμενων διαφαίνεται, υποθέτω, η καίρια σημασία που είχαν εξαρχής και απέκτησαν καθ’ οδόν τα δημοσιογραφικά αυτά κείμενα. Προέχει η διασταύρωση δύο βασικών συντελεστών: η εξ επαφής διάσωση μιας πολιτικής επικαιρότητας από τις κρισιμότερες του περασμένου αιώνα και η τεκμηριωμένη απογραφή της αντίστοιχης πολιτικής μας ιστορίας, επικεντρωμένη στην περίοδο της επτάχρονης στρατιωτικής δικτατορίας και της παρεπόμενης Μεταπολίτευσης.
Παράλληλα ανιχνεύονται (κυρίως στον δεύτερο τόμο) φορείς και στοιχεία που συστήνουν την προβληματική ποιότητα του πολιτικού μας λόγου πριν, κατά και μετά τη δικτατορία, με προβολές που φτάνουν ως τις μέρες μας. Πρόκειται για ζητούμενο συστηματικής μελέτης, που ελπίζω κάποτε να προκύψει, επιμένοντας κυρίως στις αυξομειώσεις της προκείμενης ποιότητας, εν όψει γεγονότων που σημάδεψαν ανεξίτηλα διαδοχικές γενιές, αφήνοντας εντυπωσιακά κενά και χάσματα μεταξύ τους.
Οι περισσότεροι πάντως πολιτικοί και πολιτευόμενοι που νεάζουν και ακμάζουν σήμερα, σε ηλικίες μεταξύ τριάντα και πενήντα χρόνων, δεν φαίνεται να υποπτεύονται τι λογής σήματα και στίγματα (πολιτικά, πολιτισμικά και ιστορικά) άφησε πίσω της η επτάχρονη χούντα, με τα προηγούμενα και τα παρεπόμενά της, δικά μας και ξένα. Φταίει σίγουρα η λειψή έως ανύπαρκτη πληροφόρηση που παρέχουν κατά κανόνα στο κρίσιμο αυτό κεφάλαιο τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και η θεσμοθετημένη ιστοριογραφική μας εκπαίδευση και παιδεία, όταν δεν ολισθαίνουν στη σκόπιμη παραποίηση, συνδυάζοντας τον λαϊκισμό με την αλαζονεία.
Από την άποψη αυτή η προκείμενη δίτομη κατάθεση του Σταύρου Ψυχάρη αποτελεί συντελεστή πολιτικής και ιστορικής αφύπνισης και εγρήγορσης, προκρίνοντας την πικρή γεύση της εμπράγματης γνώσης από τον πειρασμό του εφησυχαστικού εξωραϊσμού. Διαφορά πρόθεσης και μεθόδου που διακρίνεται ήδη στην πρώτη παράγραφο του ψυχαρικού Προλόγου στα Παρασκήνια της Αλλαγής, σε σύγκριση μάλιστα με την αντίστοιχη παράγραφο στον φιλοξενούμενο Πρόλογο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Αντιγράφω επακριβώς.
Προηγείται η απερίφραστη ομολογία του Ψυχάρη: «Το βιβλίο αυτό ανήκει στους αναγνώστες του Βήματος.
Εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνίδες και Ελληνες έζησαν μέσα από τις σελίδες του το καλοκαίρι του 1974 τα γεγονότα εκείνης της δραματικής εποχής, όταν μέσα στα ερείπια μιας εθνικής καταστροφής κατέρρεε η απριλιανή Χούντα».
Επεται ο ευήκοος λόγος του Κανελλόπουλου: «Ολες οι δικτατορίες πέφτουν. Και η καθεμιά τους χάνεται για πάντα. Η δημοκρατία δεν πέφτει ποτέ. Καταλύονται συχνά και τα δημοκρατικά καθεστώτα. Αλλα η δημοκρατία μένει όρθια.
Μένει όρθια –ακόμη και εκεί όπου έχει καταλυθεί ένα δημοκρατικό καθεστώς –στην ψυχή εκείνων που καμιά βία δεν είναι ικανή να τους εμποδίσει να έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους προς τον ορίζοντα του μέλλοντος. Και έρχεται πάντοτε η ώρα που ανατέλλει πάλι η δημοκρατία».
Ελπίζω να μην παρεξηγώ και να μην παρεξηγούμαι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ