Η βραδιά της 16ης Αυγούστου θα μείνει αξέχαστη στους θεατές που παρακολούθησαν τις εφετινές παραστάσεις της Επιδαύρου. Η εμπνευσμένη μεταφορά του βουκολικού ειδυλλίου του Σπυρίδωνος Περεσιάδη από τον Νίκο Καραθάνο κατασυγκίνησε το κοινό που ενθουσιασμένο μετά την δίωρη παράσταση, καταχειροκρότησε με θέρμη και απόαρδιάς. Κάποιοι από τους θεατές μάλιστα, σηκώθηκαν όρθιοι.
Όλα λειτούργησαν σε θαυμαστή αρμονία και το δροσερό αεράκι, σίγουρα έκανε τα πράγματα πιο άνετα. Το κατάμαυρο σκηνικό με τις τεράστιες μαξιλάρες – βράχια πάνω στις οποίες σκαρφάλωναν σαν καλικάντζαροι με τις κατάμαυρες στολές τους οι φουστανελάδες, η γλυκιά μουσική του πιάνου και των υπόλοιπων οργάνων αλλά και το ίδιο το στόρι του έργου στο οποίο βλέπουμε το ειδύλλιο της Γκόλφως και του Τάσου σε τρεις διαφορετικές εποχές και ηλικίες, συνέθεσαν μια από τις πιο ατμοσφαιρικές παραστάσεις που παίχθηκαν εφέτος στην Επίδαυρο.
Φυσικά, η παράσταση είχε ήδη στεφτεί με επιτυχία από τον περασμένη χειμώνα. Ποιος θα περίμενε όμως ότι η «Γκόλφω» θα γινόταν επίσης μια από τις πιο όμορφες παραστάσεις των Επιδαυρίων. Το θέατρο δεν είχε πληρότητα στα καθίσματα, σίγουρα όμως υπήρξε συναισθηματική πληρότητα στην ψυχή των θεατών, ανάμεσα σους οποίους, αυτή την φορά υπήρχαν και πολλοί ξένοι. Ηταν όμορφο ενώ κατέβαινες τα σκαλιά της Επιδαύρου να ακούς σχόλια σε διάφορες γλώσσες πέραν των ελληνικών. Αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά…
Σε ότι αφορά τους ηθοποιούς, τρεις κυριολεκτικά αποθεώθηκαν. Η Λυδία Φωτοπούλου και ο ίδιος ο Καραθάνος που υποδύθηκαν τους Γκόλφω και Τάσο στη μέση ηλικία και ο Γιάννης Βογιατζής στον ρόλο ενός ηλικιωμένου, ενδεχομένως πεθαμένου Τάσου που έδινε στην παράσταση ένα στοιχείο μεταφυσικό.